Αναστάσιος Λεβέντης


15.12.2017

Ο Αναστάσιος Γ. Λεβέντης γεννήθηκε τον Δεκέμβριο του 1902 σ’ ένα ορεινό χωριό της Κύπρου, τη Λεμύθου, πατρίδα της μητέρας του Σαλώμης. Το ιστορικό της οικογένειας της ανάγεται στο 18ο αιώνα όταν ένας πρόγονος ταξίδεψε στην Πελοπόννησο για να πάρει μέρος στην άτυχη εξέγερση του 1770 ενάντια στον Οθωμανικό ζυγό. Στα μέλη και στους συγγενείς της οικογένειας κατά το 19ο αιώνα συγκαταλέγονταν διακεκριμένοι κληρικοί που υπηρέτησαν στις ανώτατες βαθμίδες-ως Μητροπολίτες, και μάλιστα ένας ως Πατριάρχης- στις ορθόδοξες Εκκλησίες της Ιερουσαλήμ και της Αντιόχειας, καθώς και στην Εκκλησία της Κύπρου.

Ο Αναστάσιος Γ. Λεβέντης έκανε τις γυμνασιακές του σπουδές στη Σχολή Μιτσή στη Λεμύθου.

Τη Σχολή αυτή είχε ιδρύσει ένας απόδημος από το χωριό, ο οποίος είχε κάνει την περιουσία του στην Αίγυπτο και ήταν μια σχολή ειδική για εμπορικά θέματα και ξένες γλώσσες. Στο τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου ο νεαρός Αναστάσιος, αποφασισμένος να βελτιώσει τη μόρφωση και τις προοπτικές του, έφυγε για να συναντήσει το μεγαλύτερο αδελφό του Γεώργιο, που βρισκόταν ήδη στην Αίγυπτο. Από εκεί πήρε το πλοίο για τη Μασσαλία, όπου πρώτα βρήκε δουλειά και κατόπιν συμπλήρωσε την εμπορική του μόρφωση στην Ανώτερη Σχολή Εμπορίου (Ecole Superieure de Commerce) στο Μπορντώ. Μέσω μιας γνωριμίας στη Μασσαλία προσελήφθη το 1920 από μια Άγγλο-Ελληνική εταιρία που έδρευε στο Μάντσεστερ, για να εργαστεί σε αγροτική περιοχή της νοτιανατολικής Νιγηρίας. Δύο χρόνια αργότερα τον προσέλαβε μια Βρετανική εταιρία, που επίσης είχε την έδρα της στο Μάντσεστερ, ως διευθυντή του παραρτήματος της στην Abeokuta, στο νοτιοδυτικό τμήμα της χώρας.

Το 19ο αιώνα η Abeokuta, πρωτεύουσα του Egbaland, ήταν το επίκεντρο ιεραποστολικής και εκπαιδευτικής δραστηριότητας για μεγάλο τμήμα της Δυτικής Αφρικής και σημαντικό πολιτιστικό και εμπορικό κέντρο. Ο νεαρός Αναστάσιος απέκτησε εκεί πολλούς φίλους, τους οποίους θα διατηρούσε για το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του. Πενήντα χρόνια αργότερα ο βασιλιάς του Egbaland του απένειμε επί τιμή τον τίτλο Αρχηγού, Babalaje.

Ο Αναστάσιος Γ. Λεβέντης ήταν πάνω απ’ όλα , ένας δυναμικός και εμπνευσμένος άνθρωπος με επιχειρηματικό πνεύμα. Ήδη το 1928 ήταν Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής της Εταιρίας G.B. Ollivants στη Νιγηρία, και το 1929, σε ηλικία 26 ετών, μετατέθηκε στην Άκκρα, πρωτεύουσα της Χρυσής Ακτής (σημερινής Γκάνα), για να αναλάβει ως Γενικός Διευθυντής των επιχειρήσεων της Εταιρίας στη χώρα εκείνη, καθώς και στην Ακτή του Ελεφαντοστού και στο Τόγκο. Η Χρυσή Ακτή ήταν η πιο εξελιγμένη από τις βρετανικές αποικίες της Δυτικής Αφρικής και διέθετε ήδη ένα υποτυπώδες σύστημα τοπικής αυτοδιοίκησης με επικεφαλής ένα Νομοθετικό Συμβούλιο. Ο Αναστάσιος Γ. Λεβέντης εκλέχθηκε από την εμπορική κοινότητα ως μέλος του Νομοθετικού αυτού Συμβουλίου για να εκπροσωπεί τα συμφέροντα της. Υπήρξε επίσης Πρόεδρος του Εμπορικού Επιμελητηρίου της Άκκρα.

Το 1936 ο Αναστάσιος Γ. Λεβέντης δημιούργησε τη δική του Εταιρία “A.G. Leventis & Company Limited”, στην οποία προσχώρησε ο Γεώργιος Κεραλάκης, και λίγο αργότερα ο Χρίστος (Χριστόδουλος) Λεβέντης, νεότερος αδελφός του Αναστασίου. Η νέα εταιρία, παρόλο που ιδρύθηκε στο αποκορύφωμα της οικονομικής κρίσης, σημείωσε ραγδαία πρόοδο και γρήγορα απέκτησε παραρτήματα σε όλα τα μέρη της Χρυσής Ακτής. Το 1942 ο Χριστόδουλος μετακόμισε στη Νιγηρία για να ιδρύσει παραρτήματα της εταιρίας εκεί. Η εταιρία “A.G. Leventis & Company Limited” σύντομα είχε να ανταγωνιστεί τις μεγάλες, από μακρού εγκατεστημένες εκεί εμπορικές εταιρίες, οι οποίες είχαν την έδρα τους στην Αγγλία, στη Γαλλία και στην Ελβετία και βρίσκονταν στην καρδία της οικονομίας των αποικιών της Δυτικής Αφρικής. Ο ανταγωνισμός αυτός προκάλεσε τα δικά του προβλήματα όταν, κατά την αμέσως μεταπολεμική περίοδο, οι παλαιότερες αυτές εταιρίες συγκρότησαν τον Σύνδεσμο Εμπόρων της Δυτικής Αφρικής για να διατηρήσουν το σχεδόν μονοπώλιο που είχαν στις εισαγωγές και τα αντίστοιχα υψηλά περιθώρια κέρδους.

Ο Σύνδεσμος καταπολέμησε τη νεοσύστατη Εταιρία με κάθε μέσο που είχε στη διάθεση του, κάνοντας χρήση της επιρροής του στις αποικιακές αρχές. Ο Αναστάσιος Γ. Λέβεντης αντεπιτέθηκε με το χαρακτηριστικό του θάρρος, κέρδισε τη μάχη και πρόβαλε πολύ πιο ενισχυμένος, ιδιαίτερα στην αντίληψη της κοινής γνώμης της Χρυσής Ακτής. Όταν η δυσφορία για τις υψηλές τιμές και το νεοεμφανιζόμενο εθνικιστικό κίνημα προκάλεσαν τις εξεγέρσεις της Άκκρα το 1948, τη σοβαρότερη περίπτωση αντι-αποικιοκρατικής βίας στη μεταπολεμική Δυτική Αφρική, τα μόνα μεγάλα καταστήματα που δεν κάηκαν ούτε συλήθηκαν από τους διαδηλωτές ήταν εκείνα της Εταιρίας “A.G. Leventis & Company Limited”.

Κατά το διάστημα των εικοσιπέντε ετών από το τέλος του πολέμου, η επιχείρηση ωρίμασε, υπέστη αλλαγές και επεκτάθηκε στο βιομηχανικό και στον τεχνικό τομέα, μεταθέτοντας στην εξέλιξη της το επίκεντρο από τη Γκάνα στη Νιγηρία. Όταν πέθανε ο ιδρυτής της, το 1978, ήταν μια από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις και ο ένας από τους δύο μεγαλύτερους εργοδότες στη χώρα, ενώ επιπλέον βρισκόταν στο σημείο επέκτασης της και σε άλλα μέρη του κόσμου.

Οι επιχειρήσεις δεν ήταν το μοναδικό ενδιαφέρον του Αναστασίου Γ. Λεβέντη. Είχε διαδραματίσει ηγετικό ρόλο στην κοινωνική και φιλανθρωπική ζωή της προπολεμικής Χρυσής Ακτής. Είχε διοριστεί επίτιμος Γενικός Πρόξενος της Ελλάδας στην Άκκρα και είχε αφοσιωθεί ολόψυχα στην πολεμική προσπάθεια συγκεντρώνοντας βοήθεια για την εξουθενωμένη από τον πόλεμο χώρα. Βοήθησε με πολλά προγράμματα τη βελτίωση της ζωής στα χωριά που συνδέονταν με την οικογένεια του στην Κύπρο, ενίσχυσε πολλούς φοιτητές στις σπουδές τους στο εξωτερικό και πρόσφερε βοήθεια σε πολλά άτομα που είχαν ανάγκη.

Οι προσπάθειες αυτές εντατικοποιήθηκαν ενόψει των προβλημάτων που δημιουργήθηκαν από τα γεγονότα στο νησί κατά τα τελευταία χρόνια της δεκαετίας του 1950 και στη δεκαετία του 1960. Ο Αναστάσιος Γ. Λεβέντης βοήθησε με διάφορους τρόπους την πατρίδα του που είχε αποκτήσει πρόσφατα την ανεξαρτησία της. Ο Πρόεδρος Μακάριος, με τον οποίο είχε συνεργαστεί για την ίδρυση του κεντρικού γηροκομείου στη Λευκωσία, χρησιμοποίησε την πολιτική εμπειρία του Αναστασίου Γ. Λεβέντη σε αρκετές διασκέψεις της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών και το 1966 τον διόρισε πρώτο Πρέσβη και Μόνιμο Αντιπρόσωπο της Κύπρου στην ΟΥΝΕΣΚΟ, σε αναγνώριση της υποστήριξης του προς την παιδεία και την πολιτιστική κληρονομιά της Κύπρου.

Ο Αναστάσιος Γ. Λεβέντης υποστήριξε με ιδιαίτερο ζήλο το Τμήμα Αρχαιοτήτων για την αποκατάσταση δύο σημαντικών βυζαντινών μνημείων και βοήθησε την Κυβέρνηση της Κύπρου στην προβολή της πολιτιστικής και καλλιτεχνικής κληρονομιάς του νησιού στο εξωτερικό. Ο ίδιος ενδιαφερόταν πολύ για τις τέχνες και δημιούργησε στο Παρίσι μια αξιόλογη συλλογή έργων ζωγραφικής Γάλλων και Ευρωπαίων ζωγράφων. Στην Αθήνα απέκτησε τη σημαντική πρώτη συλλογή του Ευάγγελου Αβέρωφ, η οποία είναι αντιπροσωπευτική της ελληνικής ζωγραφικής από τις αρχές του 19ου αιώνα έως τα μέσα του 20ου αιώνα.

Η εισβολή στην Κύπρο το 1974 επέβαλε βαρύ φορτίο στους ώμους του Αναστασίου Γ. Λεβέντη. Δεν ήταν μόνο το γεγονός ότι η γενέτειρα του πατέρα του Πέτρα είχε καταληφθεί από τον τουρκικό στρατό, πράγμα που σήμαινε και την απώλεια του πολιτιστικού κέντρου και της οικογενειακής εκκλησίας που είχε κτίσει εκεί, αλλά είχε να χειρισθεί στην ΟΥΝΕΣΚΟ το πρωταρχικό πρόβλημα της καταστροφής από τους εισβολείς της πολιτιστικής κληρονομιάς στις κατεχόμενες περιοχές. Έδωσε όση βοήθεια μπορούσε για να επαναπατριστούν θησαυροί που είχαν κλαπεί και μεταφερθεί στο εξωτερικό. Πάνω απ’ όλα υπήρχαν οι ανάγκες των πληγέντων και των προσφύγων, για την ανακούφιση των οποίων έκανε ό,τι μπορούσε. Οι μεγάλες πιέσεις που του προκάλεσε αυτή η κατάσταση, ασφαλώς συνέτειναν στην τελευταία σοβαρή ασθένεια του, που εκδηλώθηκε στο τέλος του 1976.

Ο Αναστάσιος Γ. Λεβέντης πέθανε τον Οκτώβριο του 1978, έχοντας προνοήσει για τη δημιουργία ενός Ιδρύματος που θα εξυπηρετούσε μορφωτικούς, πολιτιστικούς, καλλιτεχνικούς και φιλανθρωπικούς σκοπούς στην Κύπρο, στην Ελλάδα και αλλού.