Η Μονή Βατοπαιδίου, η Αγία Ζώνη και οι περιοδείες της, τα μετόχια και η πνευματική ακτινοβολία της μονής


15.05.2018

Το κείμενο αποτελεί εισήγηση του αρχαιολόγου, δρος Νικόλαου Μ. Μπονόβα, στο Θ’ Επιστημονικό Συνέδριο της Αγιορειτικής Εστίας Θεσσαλονίκης που είχε ως θέμα «Η εξακτίνωση του Αγίου Όρους στον Ορθόδοξο κόσμο: Τα Μετόχια». Η εισήγηση με τίτλο «Έγγραφα από το αρχείο της μονής Βατοπαιδίου σχετικά με περιοδείες μοναχών (19ος αι.): τεκμήρια για την ιστορία των μετοχίων και την πνευματική ακτινοβολία της μονής»* δημοσιεύεται στον τόμο των πρακτικών του συνεδρίου.

Έχουμε την τύχη να γνωρίζουμε την παρουσία μοναχών από το Βατοπαίδι σε αρκετούς τόπους, είτε επειδή σώζονται ακριβείς μαρτυρίες από τις διαδρομές τους χάρη στην αλληλογραφία τους, είτε επειδή υπάρχουν τεκμήρια για μετόχια της μονής (ναοί, οικίες, εκτάσεις γης).
Μεγάλη σημασία για την έρευνα έχει το σχετικό υλικό που σώζεται στο νεότερο αρχείο της Μονής. Αυτό περιλαμβάνει αυτόνομο φάκελο με συγκεντρωμένες διακόσιες σαράντα πέντε επιστολές, άλλες επιστολές διάσπαρτες σε κώδικες σταχωμένης αλληλογραφίας, καθώς και καταχωρήσεις δωρεών πιστών σε οικονομικά κατάστιχα. Όλα σκιαγραφούν τα ταξίδια των αγιοζωνιτών πατέρων από την αδελφότητα της μονής Βατοπαιδίου, οι οποίοι έφεραν ιερά λείψανα και διενεργούσαν αγιασμούς και λειτουργίες σε περιοχές Ορθοδόξων Κοινοτήτων στο Ανατολικό Αιγαίο. Οι αγιοζωνίτες μετέφεραν τεμάχια από την αγία Ζώνη της Θεοτόκου, η οποία αποτελεί το παλλάδιο της μονής, μαζί με τεμάχιο του Τιμίου Σταυρού και συνήθως την κάρα του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου1, προς αγιασμό και απαλλαγή των πιστών, μετά από πρόσκλησή τους σε περιοχές όπου εκδηλώνονταν επιδημίες (πανούκλα, χολέρα), ανομβρία, καύσωνας, ή εμφανίζονταν σμήνη ακρίδων και άλλων εντόμων.

Ιερά Μονή Βατοπαιδίου.

Η Αγία Ζώνη αποτελεί το κειμήλιο από την επίγεια ζωή της Θεοτόκου και το παλλάδιο της μονής Βατοπαιδίου. Είναι πλεγμένη με τρίχες καμήλας, σύμφωνα με την παράδοση από τη Θεοτόκο, η οποία την παρέδωσε στον απόστολο Θωμά κατά τη Μετάστασή της στον ουρανό. Η Αγία Ζώνη φυλασσόταν στα Ιεροσόλυμα μέχρι τον 4ο αι., όταν οι αυτοκράτορες Μέγας Θεοδόσιος και ο γιoς του Αρκάδιος την αφιέρωσαν στο ναό των Χαλκοπρατείων στην Κωνσταντινούπολη.

Αργότερα, η Αγία Ζώνη μεταφέρθηκε από τον αυτοκράτορα Λέοντα ΣΤ’ Σοφό στο παλάτι, όπου θεράπευσε τη σύζυγό του Ζωή, η οποία κέντησε τη ζώνη με χρυσή κλωστή. Επί αυτοκράτορα Μανουήλ Α’ Κομνηνού (1143-1180) καθιερώθηκε ο εορτασμός της Αγίας Ζώνης την 31η Αυγούστου, ενώ το κειμήλιο αποτελούσε φυλακτήριο του βυζαντινού στρατού σε εκστρατείες.

Η Αγία Ζώνη.

Με την ήττα του Ισαάκιου Β’ Άγγελου από τον Βούλγαρο ηγεμόνα Ασάν το 1185, η ζώνη περιήλθε στα χέρια του, για να αποκτηθεί με ανάλογο τρόπο από τον Σέρβο ηγεμόνα Λάζαρο (1371-1389), ο οποίος στη συνέχεια δώρισε την Αγία Ζώνη στη μονή Βατοπαιδίου. Σύμφωνα με άλλη παράδοση, ο βυζαντινός αυτοκράτορας Ιωάννης ΣΤ’ Καντακουζηνός (1347-1355) δώρισε την αγία Ζώνη στη Μονή2.
Η συλλογή στοιχείων, που προέρχονται από τη μελέτη των εγγράφων για τα ταξίδια των αγιοζωνιτών πατέρων με την αγία Ζώνη και άλλα λείψανα, αλλά και των εισφορών πιστών, βοηθά στην ανίχνευση μετοχίων της μονής Βατοπαιδίου, καθώς η παρουσία των αγιοζωνιτών πατέρων άφησε πίσω της σημάδια σε κοινότητες της Ορθόδοξης Ανατολής. Για το λόγο αυτό η σύντομη παράθεση των εγγράφων είναι διαφωτιστική. Στη συνέχεια, παρουσιάζονται διάφοροι τόποι και μετόχια της Μονής, όπου στάθμευαν οι αγιοζωνίτες πατέρες. Η παρουσίαση των τόπων γίνεται σύμφωνα με τη χρονική διαδοχή και γεωγραφική ενοποίηση του διαθέσιμου επιστολομιαίου υλικού.

Ο Καθηγούμενος της Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου μεταφέρει την Αγία Ζώνη προς προσκύνηση και αγιασμό των πιστών.

Οι αγιοζωνίτες (Προηγούμενοι Νεόφυτος, Διονύσιος, γέροντας Αθανάσιος) έφθασαν στο Κουσάντασι (3 Μαρτίου 1819), όπου παραδελφός τους υποδέχτηκε και όλοι μαζί επισκέφθηκαν το χωριό Τζεγηλή3. Ο Προηγούμενος Διονύσιος ανέφερε επόμενη επίσκεψή του (14 Σεπτεμβρίου 1819)4. Οι επίτροποι της Μονής έδωσαν την άδεια (26 Νοεμβρίου 1819) στους αγιοζωνίτες (ιεροδιάκονο Παντελεήμονα, γέρο Κωνστάντιο) να ξεχειμωνιάσουν στο Κουσάντασι μετά από αίτημα των κατοίκων5. Επιτροπή από αυτούς ζήτησε ενημέρωση για την καθυστέρηση αποστολής της αγίας Ζώνης (10 Μαΐου 1820) 6. Η ύπαρξη παραδελφού σε συνδυασμό με τη διαδοχή των επιστολών καθιστούν πολύ πιθανή την ύπαρξη μετοχίου της Μονής στο Κουσάντασι.

Ο διάκος Παντελεήμων και ο γερο-Κωνστάντιος ολοκλήρωσαν σειρά από αγιασμούς στο Μελένικο (14 Σεπτεμβρίου 1819) (εικ. 1) 7. Προφανώς έγιναν λειτουργίες και στο παρεκκλήσι της Αγίας Ζώνης που είχε απομείνει από την κατεστραμμένη μονή της Παναγίας Σπηλαιώτισσας Μελένικου στο οροπέδιο του Αγίου Νικολάου, το οποίο ονομάζεται και Μικρό Άγιον Όρος. Η μονή είχε ιδρυθεί το 1220 και προσηλώθηκε το 1365 στο Βατοπαίδι, γεγονός που επικύρωσε ο Σέρβος δεσπότης Ιωάννης Ούγκλεσης (1365-1371) το 1371 8.
Στο τέλος του 17ου αι. έγινε η μετονομασία της μονής Σπηλαιώτισσας σε μονή Αγίας Ζώνης, η λατρεία της οποίας διαδόθηκε στην περιοχή στις αρχές του 18ου αι. Την ίδια περίοδο, δύο άλλα πλησιόχωρα μονύδρια αφιερώθηκαν στο Βατοπαίδι9. Οι δεσμοί με την κυρίαρχη μονή Βατοπαιδίου διατηρήθηκαν έως τον 20ό αι.10
Επιστολή του αγιοζωνίτη παπά Σάββα με συνοδεία δύο πατέρων της Μονής αναφέρει (11 Μαΐου 1827) ότι στην Καβάλα φιλοξενήθηκαν «κοντά εις την μητρόπολιν την Παναγίαν το σποίτη του χα(τζη) δημήτρι θώμα ογλού»11. Από δύο επόμενες επιστολές του παπά Σάββα (17 και 26 Μαΐου 1827) φαίνεται ότι συνεχίστηκαν οι αγιασμοί σε σπίτια της Καβάλας, μεταξύ των οποίων και το πατρικό του Προηγούμενου Διονύσιου. Αυτός δύσκολα θα μπορούσε να ταυτιστεί με τον γνωστό αρχιμανδρίτη που καταγόταν από την Αίνο, υπήρξε διαχειριστής των μετοχίων της Μονής στο Ιάσιο, ανήγειρε κτίσματα και της δώρισε πολύτιμα κειμήλια12.
Τα ελέη των πιστών στην Καβάλα ανήλθαν σε 1800 γρόσια και παραλήφθηκε αλληλογραφία της Μονής από την Ξάνθη και τη Θάσο13. Η Παναγία ήταν η μοναδική εκκλησία των Ελλήνων. Η ανέγερσή της έγινε ίσως τον 18ο αι., στη θέση της μονής της Παναγίας Καμμυτζιώτισσας (15ος αι.)14, στο εσωτερικό του κάστρου στη χερσόνησο της πόλης. Ο ναός κατεδαφίσθηκε πριν το 1960 15.

* Θερμές ευχαριστίες οφείλουμε στον πανοσιολογιότατο αρχιμανδρίτη π. Εφραίμ, καθηγούμενο της Ιεράς Μονής Βατοπαιδίου, ο οποίος μου εμπιστεύτηκε τη δημοσίευση αρχειακού υλικού της Μονής, καθώς επίσης και στους μοναχούς π. Φίλιππο, Αββακούμ, Ιωσήφ για την εν γένει βοήθειά τους.

Στο παρόν άρθρο χρησιμοποιούνται οι παρακάτω συντομογραφίες: ΑΜΒ: Αρχείο Μονής Βατοπαιδίου, ΕΕΒΣ: Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, ΙΜΜΒ: Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου. Παράδοση-Ιστορία-Τέχνη, τ. Α’-Β’, Άγιον Όρος 1996.

1. Γ. Μαντζαρίδης, «Θαυματουργές εικόνες και άγια λείψανα», ΙΜΜΒ, τ. Α’, 126-128, εικ. 86, 88.

2. Προσκυνητάριο Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 42011, 59-60∙ Μαντζαρίδης, «Θαυματουργές εικόνες», ό.π., 127-128, 329, σημ. 14.
3. ΑΜΒ, Λυτόν Αρχείον, Φ. 16, αρ. 16001α.
4. ΑΜΒ, Λυτόν Αρχείον, Φ. 16, αρ. 16018α.
5. ΑΜΒ, Λυτόν Αρχείον, Φ. 16, αρ. 16020α.
6. ΑΜΒ, Λυτόν Αρχείον, Φ. 16, αρ. 16019α-β.
7. ΑΜΒ, Λυτόν Αρχείον, Φ. 16, αρ. 16016α.

8. Πρβλ. Actes de Vatopédi, v. I, Des origines à 1329, Édition diplomatique par J. Bompaire, J. Lefort, V. Kravari, Ch. Giros, Paris 2001, αρ. 12, 13, 21, 36∙ Actes de Vatopédi, v. II, De 1330 à 1376, Édition diplomatique par
J. Bompaire, J. Lefort, V. Kravari, K. Smyrlis, Paris 2006, αρ. 120∙ Μ. Γούδας, «Βυζαντιακά έγγραφα της εν Άθῳ Ιεράς Μονής Βατοπαιδίου», ΕΕΒΣ 4 (1927) αρ. 11∙ V. Neshava, Melnik. God-masoned town, Sofia 2008, 268-269.
9. Ν. Baeva, The Thread of Life Between the Fertility Belt and the Holy Girdle of the Virgin, Sofia 2012, 119, 123-126.
10. Προηγ. Θεόφιλος Βατοπαιδινός, «Χρονικόν περί της Ιεράς και σεβασμίας Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου Αγίου Όρους», Μακεδονικά 12 (1972) 96∙ Ι. Α. Παπάγγελος, «Τα μετόχια στην Ελλάδα, Μικρά Ασία, Βουλγαρία καί Σερβία», ΙΜΜΒ, τ. Α’, 88∙ Neshava, Melnik, ό.π., 268.
11. ΑΜΒ, Λυτόν Αρχείον, Φ. 16, αρ. 16025α.
12. Α. Μπαλλιάν, «Βυζαντινή καί άλλη μικροτεχνία», ΙΜΜΒ, τ. Β’, 531-533.
13. ΑΜΒ, Λυτόν Αρχείον, Φ. 16, αρ. 16026α, δ, 16027α-β.
14. Α. Στεφανίδου, Η πόλη-λιμάνι της Καβάλας κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας. Πολεοδομική και ιστορική διερεύνηση (1391-1912), Καβάλα 2007, 234, 280∙ Κ. Ορφανίδης, Ιστορικά και τοπωνυμικά της Καβάλας, Καβάλα 1997, 69.
15. Κ. Λυκουρίνος, «Η Καβάλα της Οθωμανικής περιόδου (τέλη 14ου αι.-1912). Η παλιά πόλη-συνοικία της Παναγίας», Η παλιά πόλη της Καβάλας (7ος π.Χ.-20ός αι.). Ο χώρος, οι άνθρωποι, τα τεκμήρια της ιστορίας, τ. Ι, Καβάλα 2005, 162-165.