Η μοναχική ζωή (1o μέρος)


14.10.2011

1.Τί είναι ο μοναχός και πώς μπορεί να καταλάβει κάποιος ότι του ταιριάζει η μοναχική ζωή;

«Πολύς ημίν ο λόγος και δυσερμήνευτος λέγειν επεί νωθροί γεγόνατε ταις ακοαίς» (Εβρ. 5,11). Αρχίζω την απάντηση δανειζόμενος τα λόγια του Παύλου. Ο Κύριος μας ερμηνεύει σαφέστατα ένα από τα κύρια καθήκοντά μας: «Έσεσθε τέλειοι ότι ο Πατήρ υμών τέλειος έστιν» (Ματ. 5,48). Και στον Ιουδαίο που ρώτησε πώς θα γίνει τέλειος απάντησε: «Ει θέλεις τέλειος είναι, ύπαγε πώλησόν σου τα υπάρχοντα και δεύρο ακολούθει μοι αίρων τον σταυρόν σου» (πρβλ. Ματ. 19,21).

Έργο της Ελένης Τσερκάσοβα.

Είναι πολλά τα χωρία της Γραφής που μαρτυρούν το «κατ’ ευδοκίαν» θέλημα του Θεού για την τελειότερη «εν Χριστώ» ζωή. Περισσότερο όμως από κάθε εντολή και παραγγελία είναι το παράδειγμα του Κυρίου μας, ο οποίος χάραξε έμπρακτα τον τρόπο και το δρόμο της τελειότητας: «Ος ουκ αποτάσσεται πάσι τοις εαυτού υπάρχουσιν ου δύναταί μου μαθητής είναι» (Λουκ. 14,33) και εφαρμόζοντάς το ο ίδιος έλεγε: «αι αλώπεκες και τα πετεινά του ουρανού φωλεούς έχουσι, ο δε Υιός του ανθρώπου ουκ έχει που την κεφαλήν κλίνη» (Ματ. 8,20).

Οπαδός και εκφραστής αυτής της θέσεως και εκλογής είναι ο μοναχός. Μέσα και εργαλεία, που συνεργούν στην επιτυχία της μοναστικής ζωής, είναι η αποταγή, η ακτημοσύνη, η αμεριμνία, η περιεκτική φιλοπονία και το απερίσπαστο. Η αιτία όμως, που τα επιβάλλει, είναι η συντριβή της προσωπικότητας την οποία δημιούργησε η πτώση των πρωτοπλάστων. Μετά την πτώση αποκτήσαμε «εγκειμένην διάνοιαν επί τα πονηρά εκ νεότητος ημών» (πρβλ. Γέν. 8,21). Για να επιτευχθεί η επαναφορά και επιστροφή μέσω της μετάνοιας στο «πρώτον απλούν» της φύσεως μας, χρειάζεται απομάκρυνση από τα αίτια και τους παράγοντες που εμποδίζουν την επανόρθωση. Αυτήν την αποχή από τα πολλά αίτια επιδιώκει η μοναστική ζωή, για να επαναφέρει, με τη βοήθεια της χάριτος, την αξία της «κατ’ εικόνα και ομοίωσιν» θεοείδειας που χάσαμε.

Ο μοναχός τηρώντας τη «χρεία», και όχι την επιθυμία της σπατάλης, στις ανάγκες της ζωής, εφαρμόζει την αποταγή και την ακτημοσύνη. Έτσι αποφεύγει τα αίτια και τις ύλες, που προκαλούν και ερεθίζουν σε παράχρηση και ηδονή τις αισθήσεις. Η αποταγή, ως απομάκρυνση από τα παράλογα αίτια, απαλλάσσει το νου από τον άσκοπο περισπασμό και τον αφυπνίζει ώστε να αναθεωρήσει τις σκέψεις και τις πράξεις του, αφού ανεπαίσθητα απομακρύνθηκε από τον προορισμό του. «Άνθρωπος εν τιμή ων ου συνήκε· παρασυνεβλήθη τοις κτήνεσι τοις ανοήτοις και ωμοιώθη αυτοίς» (Ψαλμ. 48,13). Ο νους, αφού επιστρέψει «εις εαυτόν» από την αποπλάνησή του, στρέφεται προς το Θεό με την προσευχή, δέχεται φωτισμό και αρχίζει την ανάπλαση του χαρακτήρα του, τοποθετώντας τις αισθήσεις στην εργασία των θείων εντολών. Τότε η θεία Χάρη, που προσβλήθηκε από την προηγούμενη εφάμαρτη ζωή, επανέρχεται σε λειτουργία και οδηγεί στην κάθαρση και τον αγιασμό, που είναι ο στόχος και ο σκοπός του προορισμού μας. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι μεγάλοι μας πατέρες όριζαν ότι μοναχός είναι ο «νουν τηρών» (Μέγας Αντώνιος). Όλη λοιπόν η προσπάθεια και ο προγραμματισμός της μοναστικής διαγωγής είναι η τήρηση και προσοχή του νου, για να μη γίνονται παραχρήσεις των νοημάτων και ακολούθως καταχρήσεις των πραγμάτων, δηλαδή πρακτικές παραβάσεις και αμαρτίες.

Όποιος επιθυμεί να ακολουθήσει το μοναχικό βίο, είναι απαραίτητο να γνωρίζει έστω και από μέρους τα χαρακτηριστικά του και να κρίνει αν μπορεί να τα κρατήσει σ’ όλη του τη ζωή.

Αφού εισέλθει στη μονή υποβάλλεται σε δοκιμασία, συνεχή διδασκαλία και ερμηνεία των κανόνων του βιώματος. Σαν πρώτο στάδιο της δοκιμασίας είναι η υπακοή και υποταγή στους κανόνες της μονής με προνοητή και ρυθμιστή τον πνευματικό οδηγό ή και Ηγούμενο της αδελφότητας. Η δοκιμή εκτείνεται και στα δύο μέρη, τόσο αυτού που δοκιμάζεται σαν υποτακτικός όσο και της αδελφότητας και του προγράμματος της μονής.

Μετά από τη συμφωνία και των δύο μερών και την έγκριση του Ηγουμένου γίνεται η κουρά, η αλλαγή του ονόματος του δόκιμου μοναχού και η προσχώρησή του στη μοναχική αδελφότητα.

Πολλοί διερωτώνται γιατί είναι αναγκαία η υποταγή; Δεν αποτελεί αυτό κατάργηση της προσωπικότητας; Η υποταγή στα όντα που δημιουργήθηκαν από το Θεό δεν είναι υποβιβασμός, όπως συμβαίνει στους υποτελείς με τους προϊσταμένους και κυρίους τους, αλλά απεναντίας αποτελεί τη βάση και θέση της οντολογικής υποστάσεως των κτισμάτων στη σφαίρα του «είναι», αφού κανένα απ’ αυτά δεν είναι αυθύπαρκτο. Δίκαια ο Κύριος μας τονίζει ότι «χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν» (Ιω. 15,5). Αν και πάντοτε αυτό ήταν και είναι η υπόσταση της υπάρξεως και προεκτάσεως των όντων, μετά την πτώση έγινε οριστική αναγκαιότητα, γιατί μπήκε στη ζωή η φθορά και ο θάνατος. Δεν ήταν αίτιο της φθοράς και του θανάτου η κατάρα της αυτονομίας και της αποστασίας;

Ο ίδιος ο δημιουργός προείπε στον πρωτόπλαστο ότι οποία μέρα παραβείς την εντολή και διακόψεις την εξάρτηση θα πεθάνεις. Δεν είπε, θα σε σκοτώσω, αλλά μόνος σου θα αποκοπείς από την αυτοζωή, το δημιουργό σου. Τα αιτιατά δεν μπορούν να υπάρξουν χωρίς την επίδραση του αιτίου.

Άρα ο όρος της υπακοής και υποταγής είναι το δείγμα και η ρίζα της υπάρξεως και ζωής και δεν είναι επιβολή που προέρχεται από εξωτερικά στοιχεία. Απόδειξη σαφέστατη ο αναμορφωτής και ανακαινιστής μας, ο ίδιος ο Κύριος μας. Ως αναμάρτητος δεν είχε ανάγκη εξαρτήσεως και υποταγής. Για τη δική μας ανάπλαση υπέδειξε την αναγκαιότητά της: «Ου ζητώ το θέλημα το εμόν, αλλά το θέλημα του πέμψαντός με πατρός» (Ιω. 5,30). Και για να αποδείξει την ολοκλήρωση της επιταγής λέει: «Πάτερ, το έργον ετελείωσα ο δέδωκάς μοι ίνα ποιήσω» (Ίω. 17,4).

Δεύτερος όρος και νόμος της μοναστικής αγωγής είναι η περιεκτική φιλοπονία -φανέρωση της άρσεως του σταυρού-, που ο Κύριός μας θεωρεί απαραίτητη. «Ει τις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι» (Ματ. 16,24). Η περιεκτική άρση του σταυρού είναι η εξάλειψη της ικανοποιήσεως, που δέχθηκε ο Αδάμ από τη γεύση του απαγορευμένου καρπού, αλλά και γενικά της περιεκτικής φιληδονίας την οποία παράλογα και παράνομα χρησιμοποίησε ο άνθρωπος.

Ο Κύριος μας, εξαιτίας της φιλανθρωπίας του, αναίρεσε την ηδονή, τη μητέρα του θανάτου, μέσω της φιλοπονίας του σταυρού και παρέδωσε και σε όσους τον ακολουθούν αυτόν τον κατάλληλο τρόπο. Αν κάθε παρακοής και παραβάσεως το αποτέλεσμα είναι η ικανοποίηση, δηλαδή η ηδονή, η αναίρεσή της είναι η φιλόπονη αντίσταση

2. Ποιός είναι ο αληθινός υποτακτικός;

Ο αληθινός υποτακτικός είναι αντίτυπο του αληθινού προτύπου, του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ο οποίος έγινε υπήκοος μέχρι θανάτου προς το Θεό Πατέρα και μετά χάρισε σε μας το θρίαμβο της Αναστάσεως. «Εδόθη μοι πάσα εξουσία» (Ματθ. 28,18), αποκαλύπτει ο τέλειος υποτακτικός, πράγμα που ο κάθε υποτακτικός δικαιούται, και θα το κληρονομήσει και «υπέρ εκ περισσού», γιατί ο Θεός «ουκ εν μέτρω δίδωσι». Αυτό για μας είναι ο αγιασμός, η υιοθεσία.

Ο μοναχός θα πετύχει τον υψηλό του σκοπό, αν με την πλήρη αποταγή απαλλαγεί «πάσι τοις εαυτού» και αν στη συνέχεια με την υποταγή νεκρώσει τον εαυτό του, ως προς τα πράγματα και τα νοήματα. Θα απελευθερωθεί από τον παλαιό άνθρωπο και με παρρησία θα πει: «Ιδού αφήκα πάντα και ηκολούθησά σοι» (πρβλ. Ματθ. 19,27). Θα ακούσει τότε από το αψευδές στόμα του Κυρίου ότι θα κληρονομήσει την αιώνια ζωή.

Ω μακάρια υπακοή, συ είσαι που άρπαξες από τους πατρικούς κόλπους «τον συνάναρχον τω Πατρί και Πνεύματι Θεόν Λόγον», την αυτούσια Παναγάπη, και επανέφερες στην ισορροπία την αταξία, που προκάλεσε η πρώτη παρακοή!

Η πλήρης και ολοκληρωτική απάρνηση νοημάτων, θελημάτων και πραγμάτων είναι ο στόχος και το τέρμα στον αγώνα κάθε υποτακτικού. Αν το κατορθώσει αυτό, η θεία Χάρη θα τον βραβεύσει. Θα του χαρίσει δε την απάθεια και την πραγματική ελευθερία. Γι’ αυτούς τους αθλητές ο ανακαινιστής της φύσεώς μας απευθυνόμενος -απαιτητικά κατά κάποιο τρόπο-, προς τον Πατέρα λέγει: «Θέλω ίνα όπου ειμί εγώ κακείνοι ώσι μετ’ εμού, ίνα θεωρώσι την δόξαν την εμήν» (Ίω. 17,24).

Εμπρός, λοιπόν, όσοι επιθυμείτε να γίνετε συγκληρονόμοι με τον Υιό, της αγάπης του Πατρός. Προτιμήστε και εφαρμόστε στη ζωή σας την μακαρία υπακοή. Αυτή συνοψίζει το νόημα της άρσεως του σταυρού, αυτή οδηγεί απρόσκοπτα στη βασιλεία των ουρανών

3.Τί είναι η αποταγή;

Αποταγή είναι η άρνηση όσων πραγμάτων ή νοημάτων δεν ανήκουν στην απόλυτη «χρεία» (ανάγκη) και συνέχεια της ζωής. Είναι γενικός κανόνας πλέον ότι αν κάτι δεν ανήκει στους ορούς της χρείας, ανήκει στο μέρος της επιθυμίας. Αυτή θα γεννήσει την πλεονεξία και τη φιλαυτία και έτσι θα ετοιμαστεί ο δρόμος για τη φιληδονία, τη μητέρα του θανάτου.

Τύπος αληθινής υποταγής έγινε ο Κύριός μας μετά το βάπτισμα, όταν αναχώρησε στην έρημο και, μέσω της πίστεως, παραδόθηκε στην πανσωστική πρόνοια του δημιουργού, που συνέχει και συντηρεί τα σύμπαντα. Το «επίρριψον επί Κύριον την μέριμνάν σου και αυτός σε διαθρέψει» (Ψαλμ. 54,23), του ψαλμωδού, φανερώνει το νόημα της απόλυτης αποταγής.

Μόνο οι βεβαιόπιστοι μπορούν να αποκτήσουν αυτήν την πανάρετη. Οι πατέρες που την εφάρμοσαν στη ζωή τους γεύτηκαν και το γλυκύ της καρπό, την απροσπάθεια. Αυτή είναι γέννημα της σταθερής πίστεως στη θεία πρόνοια και οδηγεί, κατά τους πατέρες, στην «πίστη της θεωρίας».

Οι πατέρες με την πείρα της θείας αντιλήψεως, που απέκτησαν όταν η θεία Χάρη τους παρηγορούσε ανάλογα με τους πειρασμούς που αντιμετώπιζαν, έφθασαν στην τέλεια πίστη προς το Θεό και έγιναν και έμειναν αμετάπτωτοι στους κλυδωνισμούς των πειρασμών.

Ξεκινούμε, λοιπόν, από την άποταγή και προχωρούμε στην απροσπάθεια, η οποία θα μας χαρίσει τη δύναμη να υπομένουμε τους πειρασμούς. Αυτές τις αρετές είθε να κατορθώσουμε και εμείς, χάριτι θεία. Γένοιτο.

4.Τί είναι οι λογισμοί, ποια αίτια τους προκαλούν, πώς επιδρούν στον άνθρωπο και πώς πολεμούνται; Είναι δυνατόν να σταματήσουν ποτέ;

Λογισμοί, με λίγα λόγια, είναι οι σκέψεις με τις οποίες ο νους επικοινωνεί με τους κόσμους του. Στην οθόνη της φαντασίας του νου, προβάλλεται σαν εικόνα μια σκέψη, η οποία παρουσιάζει ένα νόημα. Τότε ο νους ερευνά το νόημα με βάση τη λογική, αν ασφαλώς είναι ελεύθερος και υγιής.

Λογισμούς προκαλούν πολλοί παράγοντες. Ακόμα και ο ίδιος ο νους με τις σκέψεις του. Δέχεται ο νους λογισμούς και από τους κόσμους που τον περιβάλλουν καθώς και από τον τρισδιάστατο χρόνο, το παρόν, το παρελθόν και το μέλλον.

Δέχεται όμως και από τον ανύσταχτό μας εχθρό, το σατανά. Μπορούμε να πούμε ότι οι περισσότεροι και δυσχερέστεροι προέρχονται απ’ αυτόν. Σκοπός του είναι να θανατωθούμε αιώνια, ό,τι και ο ίδιος έπαθε.

Η πρώτη παρουσία της σκέψεως-λογισμού λέγεται «προσβολή» και πλησιάζει το νου χωρίς εμπόδιο. Ο νους μοιάζει με ανοιχτό μάτι και ό,τι βρίσκεται στο οπτικό του πεδίο θα το δει χωρίς προσπάθεια και χωρίς να μπορεί να το αποφύγει. Μετά την προσβολή αυτής της σκέψεως αναλαμβάνει ο νους να ελέγξει τί είναι, ποιό σκοπό έχει και ποιό το αποτέλεσμά της. Στο νου ανήκει πλέον να ερευνήσει, να εγκρίνει ή να απορρίψει το λογισμό αυτόν. Κάθε λογισμός μόνο υπόμνηση προκαλεί. Ο νους αποφασίζει την αποδοχή ή την απόρριψη με βάση τη λογική του ικανότητα, τις υλικές ανάγκες και την πίστη του, όσον άφορα τον προορισμό του. Δεν επιβάλλεται βίαια στην ελευθερία της εκλογής, εκτός αν προηγήθηκαν κακές συνήθειες και πάθη, που έγιναν «έξεις», οπότε και ο διάβολος συμβάλλει σ’ αυτά. Ο τρόπος απαλλαγής από την αιχμαλωσία της κακής συνήθειας είναι η αποφυγή των αιτίων. Χρειάζεται βία και αντίσταση στην επανάληψη και συνεχής επίκληση της θείας Χάριτος, η οποία μπορεί να χαρίσει την ελευθερία. Μόνοι τους οι λογισμοί ούτε επιβάλλονται, ούτε σταματούν, αλλά κινούνται με βάση την προτίμηση του κυρίαρχου νου.

5. Τί είναι ο αόρατος πόλεμος;

Αφού είναι αόρατος δεν τον βλέπουμε. Μόνο οι πραγματικοί αγωνιστές τον γνωρίζουν από τις ενέργειες και τα αποτελέσματά του. Μάρτυρας αψευδής γι’ αυτό ο Απ. Παύλος: «Ου γάρ τα νοήματα αυτού αγνοούμεν» (Β’ Κορ. 2,11), λέγει μιλώντας για τις μεθοδείες του διαβόλου.

Αόρατος πόλεμος υπάρχει εξαιτίας της περιεκτικής διαστροφής, που αντιστέκεται στην τήρηση του θείου νόμου, του θείου θελήματος. Κάθε τι, που συνιστά και συνδέει τον παρόντα κόσμο, γίνεται με τη σκέψη, την απόφαση. Ακολουθεί η δράση και ενέργεια μετά από εκλογή και προτίμηση. Όλα αυτά γίνονται στο νου ο οποίος εκλέγει και αποφασίζει. Ο νόμος της διαστροφής, όπου εδρεύει το παράλογο, είτε μέσω των παθών, είτε μέσω των δαιμόνων, επιμένει στην αποπλάνηση του νου, για να γίνει η εμπαθής και παράλογη προτίμηση. Αυτό δεν είναι ορατή συμπλοκή και αισθητή πάλη, αλλά εσωτερική υποκίνηση για να επιτευχθεί η απόφαση, η συγκατάθεση και η πράξη.

Όλος αυτός ο δαίδαλος της αφανούς πάλης και μάχης εναντίον του παραλόγου, για την τήρηση του θείου θελήματος, της αρετής και της δικαιοσύνης, λέγεται αόρατος πόλεμος.

6. Ποιός είναι ο εσωτερικός αγώνας ενός μοναχού;

Αναφέρει ένα σχετικό με το θέμα μας ρητό: «Νους ορά και νους ακούει». Αυτό σημαίνει ότι ο νους είναι το κέντρο της ανθρώπινης σκέψεως, αποφάσεως και ενέργειας. Αυτόν το νου έχει σαν σκοπό και στόχο του ο μοναχός. Να τον ελέγχει, να τον υποτάσσει και να τον κατευθύνει στην τήρηση του θείου θελήματος. Έτσι θα ελέγχονται όχι μόνο οι εξωτερικές πράξεις και κινήσεις, αλλά θα υποταχθεί και «παν νόημα εις την υπακοήν του Χριστού» (Β’ Κορ. 10,5). Έχοντας σαν βάση του ο μοναχός το «ουκέτι εαυτοίς έσμεν, αλλά τω υπέρ ημών αποθανόντι και εγερθέντι Χριστώ» (πρβλ. Β’ Κορ. 5,15), μεριμνά να αποχωριστεί τα νοήματα και πράγματα του κόσμου της ματαιότητας. Και αν κατά το σώμα θα βρίσκεται στη γη, με τη σκέψη, τη θέληση και την ενέργεια, θα βρίσκεται στον ουρανό, όπου είναι και το κέντρο της αγάπης του.

Αυτό είναι το επίτευγμα του μοναχού. Και αφού γίνει ο ίδιος μέτοχος της αναστάσεως και της αιώνιας ζωής, προσπαθεί κατά το μέτρο της χωρητικότητάς του να υποδείξει στους ανθρώπους το δρόμο της αληθινής μετάνοιας, τον τρόπο της σωτηρίας.7. Ποιά η διαφορά του πολέμου, που αντιμετωπίζουν οι μοναχοί, από αυτόν των ανθρώπων, που ζουν στον κόσμο;

 

Για τον άνθρωπο που ζει μέσα στην κοινωνία η πάλη και ο αγώνας γίνεται στον κόσμο των αισθητών πραγμάτων, στον κόσμο που μας περιβάλλει. Για το μοναχό η μάχη βρίσκεται σε δύο μέτωπα. Και στα αισθητά πράγματα και στον κόσμο των νοημάτων.

Ο λαϊκός άνθρωπος, αν αποκόψει τα αισθητά πράγματα, ελευθερώνεται από την επίδρασή τους. Αντίθετα ο μοναχός κάνοντας το ίδιο δεν απαλλάσσεται από την επίδραση των νοημάτων και των σκέψεων, που επικρατούν σαν εικόνες από το παρελθόν και το μέλλον και δεν παύουν να υποκινούν τις επιθυμίες και τα πάθη. Το μοναχό δεν τον απασχολεί μόνο το να απαλλαγεί από την «κατ’ ενέργειαν» αμαρτία, αλλά στόχος του είναι η νέκρωση κάθε εμπαθούς κινήσεως και όλου του συστήματος του παλαιού ανθρώπου.

Το πρώτο εάν το κατορθώσει αποφεύγει την κατάκριση και την καταδίκη από τη θεία δικαιοσύνη. Το δεύτερο όμως, η καθαρότητα της καρδιάς δηλαδή, τον οδηγεί στην κληρονομιά της θείας επαγγελίας και της θείας υιοθεσίας. Τότε γίνεται κληρονόμος του Πατρός και συγκληρονόμος του Χριστού.

Το θέμα αυτό εκτείνεται σε μεγάλες διαστάσεις βάθους, πλάτους και ύψους. Εμείς εδώ μόνο κάποια σκιά, ας το πούμε έτσι, σημειώσαμε. Ευχόμαστε όμως, την -με αγώνα και προσπάθεια-, πρακτική κατάκτηση του βραβείου αυτού, σε όσους το επιζητούν και το θέλουν.8. Τί σημαίνει καθαρότητα «καρδίας» και πώς επιτυγχάνεται;

 

Ή λέξη «καρδία» δε σημαίνει το σαρκικό όργανο του σώματος. Στον ηθικό και πνευματικό τομέα καρδία χαρακτηρίζεται το σύνολο της ανθρώπινης προσωπικότητας. Άλλοτε ονομάζεται ψυχή και άλλοτε νους. Αυτά χαρακτηρίζουν τον κάθε άνθρωπο. Τί προτιμά, τί κατέχει και πού βρίσκεται.

Στο σύνολο της ανθρώπινης προσωπικότητας εδρεύει το «κατ’ εικόνα και ομοίωσιν», που κατασκεύασε ο δημιουργός δείχνοντας ταυτόχρονα και την ευαρέσκεια του. Αυτού ζητά την κάθαρση ο Θεός, για να αποκαλυφθεί και ο ίδιος και όσα προέρχονται απ’ αυτόν. «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται» (Ματθ. 5,8). Ποιά άραγε είναι η ακαθαρσία της ψυχής, του νου και της «καρδίας», που απεχθάνεται και αποστρέφεται ο Θεός ώστε να επιβάλλεται η κάθαρση; Την ίδια ενοχή περιφέρουν και οι δαίμονες και δίκαια λέγονται ακάθαρτα πνεύματα. Αλλά ποιά ακαθαρσία μπορούν να έχουν τα άυλα, νοερά και ασώματα πνεύματα; Ακαθαρσία σ’ αυτά τα ασώματα όντα είναι η αμαρτία και το σύνολο του παραλόγου, του πονηρού και της κακοήθειας. Ο διάβολος σαν βάση και αρχή κάθε διαστροφής είναι η ρίζα και αφορμή κάθε κακού. Απ’ αυτόν πλανήθηκε ο άνθρωπος και αφού αποστάτησε από το Θεό έχασε τα χαρακτηριστικά της θεοείδειάς του, που είναι ο αγιασμός και απέκτησε το διαβολικό γνώρισμα της κακίας. Δίκαια έγινε και είναι ακάθαρτος στην ψυχή, το νου και την «καρδία».

Ο Θεός όμως, θέλει από την απέραντή του αγαθότητα και ευσπλαχνία να επαναφέρει τον άνθρωπο στην πρώτη του θέση και αξία. Τον προκαλεί, λοιπόν, να βγάλει από πάνω του την έννοια και διαστροφή του πονηρού και παραλόγου που «φόρεσε», επειδή δεν ανήκει σ’ αυτόν. Τότε τον ενδύει πάλι με τον αγιασμό, που έχασε, και τον κάνει μέτοχο σ’ όλη την πατρική κληρονομιά, που ο Χριστός μας με την παρουσία του μας χάρισε. Αυτή είναι η «καρδία» και ο ρύπος και η νέκρωσή της και αυτός ο τρόπος της καθάρσεως και του αγιασμού της.

Η Χάρη θα ελευθερώσει από την επίδραση του πονηρού φρονήματος, όποιον αφ’ ενός αντιστέκεται στην προσβολή και παρακίνηση κάθε αμαρτωλής έννοιας και πράξεως και αφ’ ετέρου σκέπτεται και εργάζεται καθημερινά τις αρετές και την καλοσύνη. Αυτό θα γίνει ακριβώς, γιατί φάνηκε νικητής της αμαρτίας και η μνήμη του κακού εξαλείφθηκε από τη σκέψη του. Σ’ αυτόν αρμόζει αυτό, που ο Κύριος μας λέει: «έρχεται ο ου κόσμου άρχων και εν εμοί ουκ έχει ουδέν» (Ιω. 14,30). Αυτοί είναι οι «καθαροί τη καρδία» και ως τέτοιοι μπορούν να βλέπουν το Θεό και να αισθάνονται τη Χάρη του, εφόσον η «βασιλεία του Θεού εντός ημών έστιν» (Λουκ. 17,21).

Κύριε Ιησού Χριστέ των δυνάμεων, συ που μας έλκυσες στη θεία σου επίγνωση και μας επέτρεψες να σε παρακαλούμε και να σε επικαλούμαστε, μη μας στερήσεις αυτήν την ευλογία σου, αλλά ενίσχυσε και κράτησέ μας κοντά σου και χάρισέ μας αυτήν τη δωρεά, σύμφωνα με την επαγγελία σου. Αμήν

πηγή: Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού, «Συζητήσεις στον Άθωνα», Ψυχωφελή Βατοπαιδινά 13, σ. 49-87