Δημογραφία


11.05.2011

Βυζαντινή περίοδος

Ο ακριβής αριθμός των αδελφών της Μονής κατά την Βυζαντινή περίοδο δεν είναι γνωστός. Λίγες δεκαετίες μετά την ίδρυσή της, το 1010, αναφέρεται μαζί με την Λαύρα και την Μονή Ιβήρων ως μεγάλο καθίδρυμα που μπορεί να αφομοιώσει μικρότερα. Η αύξηση αυτή διαφαίνεται και σε ορισμένες διατάξεις του αθωνιτικού τυπικού του Κωνσταντίνου Θ’ του Μονομάχου (1045), οι οποίες κατ’ εξαίρεσιν επιτρέπουν την κατοχή από την Μονή μεγάλου πλοίου και ενός ζεύγους βοδιών για το ζύμωμα του ψωμιού, αφού σύμφωνα με υπολογισμούς οι βατοπαιδινοί αδελφοί τότε θα ήταν περισσότεροι από εκατό. Τριάντα επτά χρόνια αργότερα μαρτυρείται ότι τα ζευγάρια των βοδιών είχαν γίνει δύο, ένδειξη ότι ο αριθμός των Βατοπαιδινών είχε πάλι αυξηθεί. Στο εξής και καθ’ όλη την υπόλοιπη βυζαντινή περίοδο η βατοπαιδινή κοινότητα θα συνεχίσει να είναι πολυπληθής.

Σχηματική αναπαράσταση της Μονής στα μέσα του 18ου αιώνα, με βάση τις χαλκογραφίες και τις άλλες παλιές παραστάσεις και πηγές. Αποψη από νοτιοδυτικά. Οι μή υφιστάμενοι σήμερα κτηριακοί όγκοι αποδίδονται άλλοι συμβατικά και άλλοι υποθετικά

Περίοδος οθωμανικής κατακτήσεως και νεώτεροι χρόνοι

1423/4-ΙΣΤ’ αι.

Η βατοπαιδινή αδελφότητα πρέπει να μειώθηκε αριθμητικά μετά την οθωμανική κατάκτηση (1423-4), μέσα στις συνθήκες γενικότερης οικονομικής δυσπραγίας του Αγίου Ορους που επέφεραν και γενική μείωση του πληθυσμού του. Πάντως στα τέλη του ΙΕ’ αι., χάρις και στην σχετική οικονομική της ανάκαμψη, είναι μία από τις πολυπληθέστερες (ενίοτε η πολυπληθέστερη) του Αθωνα και το 1489 αναφέρεται ότι αριθμεί 330 μοναχούς. Το 1520 και 1560-1 αναφέρονται σε αυτήν 271 μοναχοί και στα μέσα του ΙΣΤ’ αι. 320. Ο αριθμός των 80 μοναχών που μαρτυρείται σε οθωμανικό έγγραφο του 1569 ασφαλώς δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.

ΙΖ’ αι.-1830

Η οικονομική πρόοδος του ΙΖ’ αι. δεν ακολουθείται από σημαντική αύξηση του αριθμού των Βατοπαιδινών, ο οποίος παραμένει σχετικά σταθερός μέχρι τον ΙΘ’ αι. Πριν το 1677 στην Μονή μαρτυρούνται 300 μοναχοί, ενώ το 1677 ο Αγγλος περιηγητής J. Covel, αναφέρει 350. Αντιθέτως το 1744 ο Ρώσος περιηγητής Barskij μιλά για 60 μόνον αδελφούς, πληροφορία οπωσδήποτε ανακριβής. Πάντως το 1801 οι Αγγλοι περιηγητές P.Hunt και J.D. Carlyle κάνουν λόγο για 250 μοναχούς, η απογραφή του 1808 για 234 και μία άλλη μαρτυρία για 400 λίγο πριν το 1821. Ο αριθμός των Βατοπαιδινών ασφαλώς θα μειώθηκε μετά την αποτυχία της Επαναστάσεως στην Μακεδονία, η οποία προκάλεσε μερική εγκατάλειψη του Αγίου Ορους από τους μοναχούς, εφού ως γνωστό μπήκε σε αυτό Τουρκικός στρατός με όλα τα δυσμενή επακόλουθα ενός τέτοιου γεγονότος (τά έτη 1823-1830 το Άγιον Όρος αριθμούσε λιγότερους από 1000 μοναχούς).

1830-Κ’ αι.

Κατά τα υπόλοιπα έτη του ΙΘ’ και τον Κ’ αι. η διαδοχή ακμής-παρακμής της Μονής Βατοπαιδίου διαφαίνεται και στον πληθυσμό του. Το 1837 ο Αγγλος περιηγητής R.Curzon κάνει λόγο για 300 μοναχούς, ενώ τα αναλυτικότερα στοιχεία της απογραφής του 1885 αναφέρουν 214 μόνο μέσα στην ίδια την Μονή. Με την εγκατάσταση μεγάλου αριθμού Ρώσων, κυρίως στην Σκήτη του Αγίου Ανδρέου, ο πληθυσμός θα φθάσει σε πολύ υψηλά επίπεδα (966 το 1903) μέχρι την δεύτερη δεκαετία του Κ’ αι., για να μειωθεί απότομα στην συνέχεια· 485 το 1928, 127 το 1961 και 70 το 1974. Η βατοπαιδινή αδελφότητα θα αναβιώσει μετά την κοινοβιοποίηση της Μονής το 1990. Σήμερα αριθμεί περί τους 85 μοναχούς.

Αποψη της Μονής κατά τη δεκαετία του 1870. Φωτογραφία του Αγιορείτη ιερομονάχου Βενιαμίν Κοντράκη της συνοδείας των Γαλατσιάνων