Ιστορικά στοιχεία για την οικονομική κατάσταση της Μονής


11.05.2011

Βυζαντινή περίοδος

Η ίδρυση της Μονής Βατοπαιδίου δεν συνοδεύθηκε από κάποια αυτοκρατορική δωρεά, αλλά η καταγωγή των τριών κτητόρων του από την ισχυρή οικονομικά (τόν Ι’-ΙΑ’ αι.) αριστοκρατία των γαιοκτημόνων εξηγεί την ανάπτυξη που ακολούθησε σύντομα. Η πρώτη δωρεά προς την Μονή, με μορφή ετήσιας χρηματικής επιχορηγήσεως, οφείλεται στον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Θ’ τον Μονομάχο (1042-1055). Οι δωρεές συνεχίσθηκαν και από τους διαδόχους του.

Το 1080 μαρτυρείται το πρώτο προνόμιο προς την Μονή, το οποίο χορηγείται από τον αυτοκράτορα Νικηφόρο Βοτανιάτη (1078-1081) και ορίζει την απαλλαγή πολλών κτημάτων της από έκτακτη φορολογία. Το προνόμιο αυτό συμπληρώθηκε το 1082 με την πλήρη ατέλεια ορισμένων κτημάτων, που παρεχώρησε ο Αλέξιος Α’ Κομνηνός σε αντικατάσταση της παλαιάς αυτοκρατορικής χρηματικής συνδρομής. Παράλληλα το Βατοπαίδι ευεργετείτο και από δωρεές ευγενών, που συχνά συνίσταντο σε πολύτιμα αφιερώματα (εικόνες, βιβλία, σκεύη κ.ά.).

Μετά τον ελάχιστα γνωστό για το Βατοπαίδι ΙΒ’ αι. και τις οικονομικές δυσχέρειες που το έπληξαν τον ΙΓ’ αι., εξ αιτίας επιδρομών λατίνων πειρατών, τον ΙΔ’ αι. μαρτυρείται ότι κατείχε μεγάλη περιουσία εντός και εκτός του Αθωνα· το 1301 το χρυσόβουλλο του Ανδρονίκου Β’ επικυρώνει βατοπαιδινές ιδιοκτησίες σε όλη την Μακεδονία, ενώ άλλες μαρτυρίες αναφέρονται στις εκτεταμένες οικονομικές δραστηριότητες της Μονής εντός του Ορους. Από άλλες πηγές είναι γνωστές αρκετές δωρεές προερχόμενες κυρίως από ευγενείς, ιδίως από την οικογένεια των Καντακουζηνών. Την εικόνα αυτή συμπληρώνει η επικύρωση και η προστασία των βατοπαιδινών κτημάτων από τον Σέρβο ηγεμόνα Στέφανο Δουσάν, εύνοια που επαναλήφθηκε και επεκτάθηκε αργότερα από τους διαδόχους του, αν και δεν έλλειψαν και δημεύσεις κτημάτων από τους Σέρβους. Τέλος, το 1356 τα βατοπαιδινά κτήματα και προνόμια επικυρώθηκαν και από τον Ιωάννη Ε’ Παλαιολόγο (1341-1391).

Από τον ΙΔ’ αιώνα και εξής πολλές παραχωρήσεις περιουσιακών στοιχείων από ευγενείς προς το Βατοπαίδι γίνονται βάσει συμφωνίας με αντάλλαγμα την διαβίωσή τους σε αυτό ως μοναχών κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής τους. Οταν οι συμφωνίες αυτές τυποποιούνται και έχουν σαν αντικείμενο συγκεκριμένα ποσά, τότε γίνεται λόγος για <<αδελφάτα>>.

Η έλευση των Οθωμανών στην Μακεδονία (1371) δημιούργησε προβλήματα στην διαχείριση της βατοπαιδινής περιουσίας. Παρόλα αυτά ο Αθωνας χάρις στα παλαιά σουλτανικά προνόμιά του διατήρησε την περιουσία του κατά την πρώτη τουρκοκρατία (1383-1403)· ενώ αργότερα ο Μανουήλ Παλαιολόγος (1406 περ.) για τις ανάγκες της άμυνας δήμευσε πολλά αθωνικά κτήματα. Τον ΙΕ’ αιώνα το Βατοπαίδι ευεργετήθηκε ιδιαίτερα από Βαλκάνιους ευγενείς (κυρίως Σέρβους), αλλά και ενισχύθηκε με προνόμια και δωρεές του δεσπότη της Θεσσαλονίκης Ανδρονίκου Παλαιολόγου.

Η εικόνα των αποστόλων Πέτρου και Παύλου, δώρο του δεσπότου της Θεσσαλονίκης Ανδρονίκου Παλαιολόγου (1417)

Περίοδος οθωμανικής κατακτήσεως και νεώτεροι χρόνοι

ΙΕ’-ΙΣΤ’ αι.

Η οθωμανική κυριαρχία στον Αθωνα μετά το 1423-4 συνοδεύθηκε από βαριά φορολογία με άμεσες επιπτώσεις στην οικονομία των μονών που ωστόσο διατήρησαν τα προνόμια και τα μετόχιά τους. Από το 1426 και εξής η Μονή Βατοπαιδίου θα καταφεύγει στην οθωμανική διοίκηση για την αναγνώριση της περιουσίας της και προστασία από τις αυθαιρεσίες, επιδιώκοντας την έκδοση φιρμανιών. Παρά τις προσπάθειές της πάντως, η Μονή έχασε μέρος της ακίνητης περιουσίας της, ενώ ό,τι απέμεινε αναφέρεται στον βακουφναμέ που εκδόθηκε το 1569, μετά την δήμευση όλων των μοναστηριακών γαιών και την εκ νέου εξαγορά τους από τους Αγιορείτες.

Για να ανταπεξέλθει στα οικονομικά και ιδίως φορολογικά βάρη η Μονή, στηριζόταν σε δωρεές χριστιανών ηγεμόνων, στην εκμετάλλευση των περιουσιακών της στοιχείων εντός και εκτός Αγίου Όρους (αγροτικές καλλιέργειες, ιχθυοκαλλιέργειες, αλυκές, κτηνοτροφία, αστικά ακίνητα, εργαστήρια) και στην <<ζητεία>>. Επίσης πολλοί κτήτορες ή ανακαινιστές μονών εκτός Αγίου Ορους δωρίζουν τα ιδρύματά τους σε αυτήν ως μετόχια (φαινόμενο που γενικεύεται τον ΙΖ’ και ΙΘ’ αι.), αφού συνέχιζε να εμπνέει, όπως και παλαιά, εμπιστοσύνη για την επιβίωση και ανάπτυξη του αφιερώματος.

Αλλα σημαντικά έσοδα της Μονής προέρχονται από χρηματικές δωρεές των ηγεμόνων της Μολδοβλαχίας. Τον ΙΕ’ και ΙΣΤ’ αι. οι προσφορές τους περιορίζονται κυρίως στην χρηματοδότηση των λίγων έργων που εκτελούνται στην Μονή, αλλά από τον ΙΖ’ αι. θα αρχίσουν να δωρίζουν και μετόχια.

ΙΣΤ’ αι.-1830

Από τα τέλη του ΙΣΤ’ αι. η οικονομική κατάσταση της Μονής Βατοπαιδίου εισέρχεται σε ανοδική πορεία. Μία πτυχή της ευημερίας της έγκειται στις συχνές χρηματικές δωρεές των Ρώσων ηγεμόνων, οι οποίες όμως δεν συνοδεύονται από παραχωρήσεις ή ιδρύσεις μετοχίων, και στην ζητεία που ασκούν οι Βατοπαιδινοί στην Ρωσία. Αντιθέτως, πολλά μετόχια αρχίζουν να παραχωρούνται στην Μονή, στις ηγεμονίες της Ρουμανίας. Χάρις σε αυτά τα μετόχια το Βατοπαίδι σύντομα θα καταστεί ένα ισχυρό οικονομικά ίδρυμα.

Την ίδια εποχή στον τουρκοκρατούμενο χώρο εκκλησιαστικοί και λαϊκοί αξιωματούχοι αφιερώνουν στο Βατοπαίδι ναούς και μονές, μαζί με την περιουσία τους, με σκοπό την επιβίωση και την ανακαίνισή τους. Ακολούθως, άλλες δωρεές ή αγορές κτημάτων πραγματοποιούνται από τα ίδια πλέον τα μετόχια, που συντελούν έμμεσα στην ευημερία της Μονής. Ομως και τα προϋπάρχοντα μετόχιά της στις υπό οθωμανική κατοχή περιοχές διατηρούνται, επεκτείνονται και φαίνεται ότι συμβάλλουν στην οικονομική ανάπτυξή της.

Εντούτοις πολλές μαρτυρίες, κυρίως του ΙΖ’ αι., μιλούν για εμφάνιση χρεών, τα οποία και προκάλεσαν την απώλεια περιουσιακών στοιχείων. Παρόμοια προβλήματα φαίνεται ότι προκλήθηκαν από την πειρατεία, ενώ οι περιοδικές οικονομικές κρίσεις αντιμετωπίζονταν με την ζητεία. Τέλος η αποτυχία της Επαναστάσεως στην Μακεδονία το 1821 προκάλεσε μεγάλα οικονομικά προβλήματα και στους Βατοπαιδινούς πατέρες, αφού για τα επόμενα χρόνια δεν αναφέρονται έσοδα από τα μετόχια των ηγεμονιών ούτε οικοδομικές εργασίες στην Μονή.

1830-Κ’ αι.

Η κρίση που προκλήθηκε από την αποτυχημένη εξέγερση στην Μακεδονία τελειώνει το 1830 και αρχίζει η νέα ανάκαμψη της Μονής Βατοπαιδίου. Τα μετόχια της αρχίζουν και πάλι να λειτουργούν και μέχρι τις αρχές του επόμενου αιώνα αποκτώνται και νέα. Ομως το 1863 το ρουμανικό κράτος δημεύει όλα τα μετόχια της Μονής στην Μολδοβλαχία. Δέκα χρόνια αργότερα οι Βατοπαιδινοί μοναχοί εκδιώκονται και από την υπό ρωσική κατοχή Βεσσαραβία, αν και μέρος των εκεί εισοδημάτων εισπράττεται μέχρι τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μετά το 1917 χάνονται οριστικά όλα τα έσοδα από την πρώην Ρωσική αυτοκρατορία. Μετά την μικρασιατική καταστροφή και τις παραχωρήσεις γαιών στους πρόσφυγες, η Μονή θα απωλέσει και τα περισσότερα κτήματά της στον ελληνικό χώρο. Τα οικονομικά προβλήματα που προκλήθηκαν θα συνοδευθούν στα επόμενα έτη του Κ’ αι. από φαινόμενα γενικότερης κρίσεως, τα οποία διακόπηκαν το 1990 με την επάνοδο της Μονής στο κοινοβιακό καθεστώς.

Χάρτης των κτημάτων Πετρέστι, Σενδρέστι και Σκαέστι, ιδιοκτησίας της Μονής Μύρας. 1846

«Σφραγίδα του βατοπαιδινού μετοχίου στο Κισνόβιο», με το μονόγραμμα του επιτρόπου του μετοχίου αρχιμανδρίτου Ανθίμου Βατοπαιδινού. (1859)