Βίος Αγίου Μαξίμου του Γραικού (8 – Δίκη 1531)
16.07.2012
Η Δίκη του 1531
Θα περίμενε κάποιος ότι το αδυσώπητο και αμείλικτο μίσος του Δανιήλ θα ικανοποιούνταν μετά την καταδίκη του αγίου Μαξίμου και ότι δεν θα τον απασχολούσε πλέον η τύχη του Έλληνα μοναχού. Μετά όμως από μία επιστολή του πρώτου του Αγίου Όρους, Ανθίμου του Βατοπαιδινού, προς τον μεγάλο ηγεμόνα Βασίλειο Γ΄ στις αρχές του 1531, με την οποία ζητούσε να επιτρέψουν την επιστροφή του αγίου Μαξίμου στο Βατοπαίδι[1] και φοβούμενος μήπως και οι Ρώσοι φίλοι του αγίου Μαξίμου με τις ενέργειές τους επισημάνουν στον μεγάλο ηγεμόνα την άδικη καταδίκη και την αθωότητά του και αποκαταστήσουν την προηγούμενη εύνοιά του, κινήθηκε συγκεντρώνοντας νέες κατηγορίες περί αιρετικών κακοδοξιών και τον παρέπεμψε να δικαστεί σε Σύνοδο που έγινε το 1531.
Το κατηγορητήριο περιελάμβανε σκόπιμα παραποιημένες και τις θέσεις του αγίου Μαξίμου, που αναφέρονταν στις σχέσεις της Ρωσικής Εκκλησίας με το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Ο άγιος Μάξιμος υποστήριζε ότι η τήρηση της κανονικής τάξεως ήταν το μοναδικό κριτήριο για την ύπαρξη της ενότητος της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ο οικουμενικός πατριάρχης ήταν σύμφωνα με τους ιερούς κανόνες ο μοναδικός εγγυητής της εφαρμογής αυτού του κριτηρίου. Κάθε κίνηση χειραφετήσεως της Ρωσικής Εκκλησίας, ιδιαίτερα στο θέμα της χειροτονίας των μητροπολιτών χωρίς την έγκριση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, θεωρούνταν αντικανονική.
Ο άγιος Μάξιμος ήταν αντίθετος με την θεωρία της Τρίτης Ρώμης, η οποία ακριβώς εκείνη την περίοδο αναπτυσσόταν από τον ηγούμενο της Μονής Ελεάζαρ και έβρισκε μεγάλη απήχηση στον ρωσικό λαό[2]. Σύμφωνα με την θεωρία αυτή το Οικουμενικό είχε χάσει την «Ορθοδοξία» του μετά την πτώση της Κωνσταντινουπόλεως, ενώ η Μόσχα έπρεπε να αναδειχθεί Τρίτη Ρώμη.
Σε επιστολή του υποστηρίζει ότι μπορεί οι ορθόδοξοι βασιλείς να έχασαν τους θρόνους τους, ο πατριάρχης όμως, «πού βασιλεύει πνευματικά, δεν απορρίφθηκε από τον Θεό και δεν στερήθηκε της θείας Χάριτος, αλλά στέκεται σταθερά προστατευόμενος από την θεία Χάρη σε ολόκληρη την Ορθοδοξία ακόμη και μέσα στους ασεβείς»[3].
Ο Χρήστος Λασκαρίδης θεωρεί ότι κύριο αίτιο καταδίκης του αγίου Μαξίμου δεν ήταν ότι «έπεσε θύμα της αδιάλλακτης στάσης του στο θέμα της μοναστηριακής περιουσίας», το οποίο ήταν υπαρκτό, αλλά η αντίθεσή του προς την ιδέα της Τρίτης Ρώμης. «Την περίοδο αυτή η Ρωσία έμοιαζε με ένα απέραντο εργαστήρι, όπου από το ένα άκρο της χώρας ως το άλλο Εκκλησία και Πολιτεία, βοηθώντας και στηρίζοντας η μία την άλλη απεργάζονταν την ιδέα της Τρίτης Ρώμης»[4]. Η αντίθεση του αγίου Μαξίμου προκάλεσε την ανελέητη οργή της Εκκλησίας και την σκληρότητα της πολιτικής εξουσίας[5]. Τότε η καταδίκη του αγίου Μαξίμου ως αιρετικού, έγινε γιατί φαινόταν ότι εξυπηρετούσε την πολιτική της Μόσχας και τους Μοσχοβίτες ηγέτες[6], «ανεξαρτήτως αν οι κατηγορίες που τελικά διετύπωσαν ήταν ψευδείς, ανυπόστατες, αναπόδεικτες και άδικες, και ιδιαιτέρως ηθικά καταβαραθρωμένες στην λάσπη της σκληρής και πικρής αγνωμοσύνης απέναντι στον πρώτο και μεγάλο φωτιστή τους»[7].
Ο Δανιήλ θεωρούσε ότι μια δεύτερη καταδίκη θα ήταν συντριπτική για τον αφόρητο εχθρό του. Έπρεπε όμως να εξοντωθεί και ο φίλος του αγίου Μαξίμου, ο μοναχός Βασσιανός Πατρικέγεφ, ο οποίος ήταν αντίθετος στο θέμα της μοναστηριακής περιουσίας. Στην Σύνοδο του 1525 ο Δανιήλ δεν θεώρησε κατάλληλο τον χρόνο για να θέσει το θέμα, γιατί ο μοναχός Βασσιανός απολάμβανε της εύνοιας του μεγάλου ηγεμόνα. Κατόρθωσε όμως να πείσει τον μεγάλο ηγεμόνα για την ενοχή του Βασσιανού, καταδίκασε τα συγγράμματά του και τον εξόρισε στην Μονή του Οσίου Ιωσήφ στο Βολοκολάμσκ, ενώ τον άγιο Μάξιμο τον έστειλε στην Μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Ότροτς της επισκοπής Τβέρ. Ο μοναχός Βασσιανός κοιμήθηκε στην εξορία πριν από το 1545.
Με προσοχή οι περί τον Δανιήλ ερεύνησαν λεπτομερώς τις μεταφράσεις των λειτουργικών βιβλίων που έκανε ο άγιος Μάξιμος. Προσπαθούσαν να αντλήσουν, να παραποιήσουν και να δημιουργήσουν βλασφημίες κατά του Κυρίου και της Θεοτόκου, κατά των εκκλησιαστικών διατάξεων και νόμων, κατά των Ρώσων θαυματουργών αγίων, κατά Ιερών Μονών, κ.ά. Ως αιρέσεις θεωρούνταν και οι απλές παραλείψεις λέξεων που οφείλονταν στους αντιγραφείς.
«Ο Μάξιμος συμπεριφερόταν πολύ ταπεινά. Έκλαιγε, μετεμελείτο για τα τυχόν λάθη του, εκλιπαρούσε για συγχώρηση. Τον μετέφεραν στην Μονή Ότροτς της Τβέρ, χωρίς να τον απαλλάξουν από την ποινή της εκκλησιαστικής ακοινωνησίας»[8]. Η ποινή που του επέβαλαν ήταν χειρότερη της προηγουμένης. Τον καταδίκασαν σε ισόβια κάθειρξη αλλά σιδηροδέσμιο. Θα βρισκόταν υπό την επιτήρηση του επισκόπου της Τβέρ Ακακίου.
Πολλοί άγιοι της Εκκλησίας πέρασαν την ζωή τους με κακουχίες, με στερήσεις, με μεγάλες ασκήσεις, νηστείες και αγρυπνίες. Κάποιοι από αυτούς βασανίσθηκαν, αδικήθηκαν, εξορίσθηκαν, μαρτύρησαν για την πίστη τους προς τον Χριστό. Όμως στον άγιο Μάξιμο παρατηρούμε κάτι εξαιρετικό. Οι άγιοι μάρτυρες υπέμειναν μία-δύο ημέρες, το πολύ εβδομάδες, τα μαρτύρια. Ο Μάξιμος όμως υπέμεινε αγόγγυστα τα μαρτύρια που του επέβαλλαν επί είκοσι έξι χρόνια. Αυτά τα χρόνια ζούσε ένα συνεχές μαρτύριο. Και δεν έχουμε ιδέα, τί ήταν στην πραγματικότητα οι ρωσικές φυλακές τον 16ο αιώνα, απλά φανταζόμαστε. Βέβαια, τον στήριζε η Χάρις του Θεού. Αλλά και ο ίδιος είχε καταθέσει όλη την προαίρεσή του ως συνέργεια.
Ο ιστορικός Ευγένιος Γκολουμπίνσκι αναφέρει για τις δίκες του αγίου Μαξίμου το 1525 και το 1531 ότι, «καί για τις δύο περιπτώσεις έχουμε μερικά έγγραφα, δυστυχώς όμως δεν είναι επίσημα έγγραφα αλλά ιδιωτικά ιστορικά σημειώματα, που κατά πάσα πιθανότητα ανήκουν στον ίδιο τον μητροπολίτη Δανιήλ. Το πρώτο που έχουμε να αντιτάξουμε στα έγγραφα αυτά είναι ότι πάρα πολλά σημεία δεν μας δίνουν τις αποκρίσεις του Μαξίμου στις κατηγορίες και ότι εκεί που δίνονται απαντήσεις δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι για την γνησιότητα των όσων ο συγγραφέας των σημειωμάτων βάζει στα χείλη του Μαξίμου. Δεύτερο, από τα έγγραφα αυτά δεν μπορούμε να γνωρίζουμε ποιές ήταν οι κατηγορίες στην πρώτη δίκη και ποιές στην δεύτερη»[9].
Το 1968 ο Ρώσος αρχαιολόγος Νικόλαος Ποκρόφσκι ανακάλυψε στην Σιβηρία και δημοσίευσε το 1971 τα πρακτικά της δίκης του αγίου Μαξίμου[10]. Μέχρι τότε οι ασχολούμενοι με τον άγιο Μάξιμο είχαν υπόψη τους τους δικαστικούς καταλόγους Μπογκοντίσκι και Μπαρσόφσκι που ήταν νοθευμένοι[11]. Ο Σιβηρικός Δικαστικός Κατάλογος είναι ο «πρώτος χρονικά γραμμένος για την δίκη του Μαξίμου του Γραικού και έχει γνησιότερη αναφορά στα πρακτικά της δίκης του… Με την ανακάλυψη του πρώτου παλαιού και γνησίου καταλόγου που ήταν καταχωνιασμένος στο μοναστήρι του Αλτάι της Σιβηρίας και δεν κατόρθωσαν να τον καταστρέψουν, τώρα όλες οι χαλκευμένες κατηγορίες κατά του Μαξίμου έχουν ανατραπεί και διέλαμψε η μεγάλη αλήθεια: η αθωότητά του και η άδικη και τυραννική φυλάκισή του»[12]. Το χειρόγραφο που χρονολογείται το 1590 δίνει πλήρη και εγγύτερη προς τα πραγματικά περιστατικά αντίληψη της δίκης.
Το χειρόγραφο αυτό έγινε κατά παραγγελία του αρχιεπισκόπου Ιωνά Ντούμιν και περιέχει εκτός από τα πρακτικά της δίκης και διάφορα έργα του αγίου Μαξίμου[13]. Ο Ιωνάς αρχικά κατ’ εντολήν του μητροπολίτη Δανιήλ μελετούσε για τυχόντα λάθη στις μεταφράσεις του Μαξίμου, ενώ ύστερα έγινε ο πνευματικός του αγίου Μαξίμου κατά την περίοδο της φυλακίσεώς του στην Τβέρ. Γνώρισε, θαύμασε και διδάχθηκε πολλά από τον άγιο Μάξιμο. Είχε πεισθεί για την άδικη καταδίκη του αγίου γι’ αυτό και όταν έγινε αρχιεπίσκοπος θέλησε να συμβάλει στην δικαίωση του Μαξίμου με την συγγραφή αυτού του κώδικα[14].
Στην φυλακή της Τβέρ έμεινε έγκλειστος ο άγιος Μάξιμος 20 χρόνια (1531-1551). Ο Δανιήλ θέλοντας να εκδικηθεί τους δύο εχθρούς του, Μάξιμο και Βασσιανό, δεν ήθελε να μένουν στον ίδιο τόπο. Η πρόνοια του Θεού μετέτρεψε την εκδίκηση σε ευλογία για τον λαό της Ρωσίας, διότι εκεί ο άγιος Μάξιμος άρχισε το μεγάλο συγγραφικό του έργο.
Ο Ακάκιος, επίσκοπος της Τβέρ, δεν είχε επαρκή μόρφωση, ήταν όμως ήμερος, σπλαγχνικός και καλοκάγαθος άνθρωπος. Εκτιμώντας την προσωπικότητα, την μόρφωση και την καρτερία του αγίου Μαξίμου, μετρίασε με την συμπάθειά του τα σκληρά και απάνθρωπα δεσμά του καταδίκου. Περιόρισε τον χρόνο επιβολής των σιδηρών δεσμών και απαγόρευσε την εφαρμογή σκληρών βασανιστηρίων από τους φρουρούς[15]. Ο ίδιος ο άγιος αναφέρει, εκφράζοντας την ευγνωμοσύνη του για τις ευεργεσίες, ότι ο Ακάκιος τον επισκεπτόταν στην φυλακή. Τον εξόπλιζε με χαρτί και μελάνι, τον παρηγορούσε, τον περιέβαλλε με αγάπη[16], τον τιμούσε για την θεολογική πολυμάθειά του και μερικές φορές μοιραζόταν το ίδιο φαγητό. Πολλές φορές σε συζητήσεις του ή στέλλοντας τον διάκονό του ζητούσε την επίλυση διαφόρων αποριών του. Αυτό έδινε αφορμή στον άγιο Μάξιμο να συγγράφει.
Οι Ρώσοι ήταν πολύ ευγνώμονες στον μετριοπαθή Ακάκιο, γιατί επέτρεψε στον άγιο Μάξιμο να συγγράφει από την αρχή της φυλακίσεώς του. Αν αυτό γινόταν αργότερα, σημαντικό μέρος των έργων του δεν θα υπήρχε. Η ενασχόληση με την συγγραφή έδινε ανακούφιση στα αφόρητα δεσμά και ικανοποιούσε πνευματικά τον άγιο. Ο ίδιος συγκέντρωσε από το 1532 τα έργα που είχε γράψει μέχρι τότε και έγραψε και νέα. Τα περισσότερα έργα του ανήκουν σε αυτήν την εποχή (1532-1551)[17]. Έστελνε τα χειρόγραφά του σε διαφόρους φίλους, οι οποίοι τα αντέγραφαν, ή τα αντέγραφε ο ίδιος, αν και δεν μπορούσε να ικανοποιήσει όσους τα ζητούσαν, γιατί ήταν πάρα πολλοί. Στην Μονή της Τβέρ απέκτησε και έναν έμπιστο μαθητή, τον ιεροδιάκονο Βενιαμίν τον σκευοφύλακα της Μονής, στον οποίο έμαθε και την ελληνική γλώσσα[18]. Χαιρόταν να επικοινωνεί με τους πιστούς Ρώσους, δικαιολογούσε δε την καθυστέρηση της απαντήσεως, αποδίδοντάς την στις διάφορες ασθένειές του[19].
Το 1534 πέθανε ο μέγας ηγεμόνας Βασίλειος. Την θέση του πήρε ο ανήλικος Ιβάν Δ΄ ο Τρομερός[20], ο οποίος επιτροπευόταν από συμβούλιο βογιάρων. Είναι η εποχή, που στην ρωσική ιστορία χαρακτηρίζεται ως περίοδος της αντιβασιλείας των βογιάρων (1533-1547). Ο άγιος Μάξιμος υπέθεσε ότι η νέα κυβέρνηση θα τον ευσπλαχνιζόταν και θα τον ελευθέρωνε από τα πολυχρόνια δεσμά του. Στο συμβούλιο αυτό απηύθηνε, όπως αναφέραμε, την Ομολογία πίστεως. Οι βογιάροι απασχολημένοι με τις ραδιουργίες και την αλληλοεξόντωσή τους δεν έδωσαν σημασία στην έκκληση του οσιομάρτυρα και ομολογητή Μαξίμου. Και οι παρακλήσεις του επίσης προς τον νέο ηγεμόνα δεν βρήκαν ανταπόκριση.
Τα πράγματα άλλαξαν το 1539. Ο Δανιήλ, μετά από δέκα χρόνια κακής διαποιμάνσεως της Εκκλησίας της Ρωσίας, εκθρονίζεται και φυλακίζεται στην Μονή του Οσίου Ιωσήφ Βόλοτσκυ. Ο ανεξίκακος Μάξιμος πληροφορήθηκε για τον Δανιήλ και έγραψε επιστολή, με την οποία προσπαθούσε να τον ειρηνεύσει παρακαλώντας τον να αφήσει την έχθρα και να του επιτρέψει την μετάληψη των Τιμίων Δώρων. Μιλώντας με μεγάλη ταπείνωση αναφερόταν στην αθωότητά του και την ορθότητα της πίστεώς του. Δεν μπορούσε η ψυχή του να αποδεχθεί την κατηγορία του αιρετικού, που συνεχώς επαναλαμβανόταν εναντίον του. Ζητούσε από τον Δανιήλ να διαβάσει με πραότητα, μιμούμενος την πραότητα του Χριστού, την γραπτή απάντησή του για την ορθόδοξη πίστη του και αφού πεισθεί για την αλήθεια, να αφήσει την πολυετή αγανάκτησή του εναντίον του αγίου[21]. Ο Δανιήλ παρέμεινε ασυγκίνητος διατηρώντας άσβεστο το μίσος του.
Οι διάδοχοί του, Ιωάσαφ (1539-1542) και Μακάριος (1542- 1563), δεν δέχονταν τις απόψεις του Δανιήλ. Ο Μακάριος απαντώντας σε επιστολή του αγίου Μαξίμου, με την οποία παρακαλούσε να του επιτραπεί η Θεία Μετάληψη, του έστειλε μήνυμα: «Ασπαζόμαστε τα δεσμά σου ως ενός των αγίων, αλλά αδυνατούμε να βοηθήσουμε»[22]. Ο Χρήστος Λασκαρίδης ισχυρίζεται ότι «η στάση του Μακαρίου ήταν υποκριτική… φερόταν ως Πόντιος Πιλάτος, γιατί αυτός δεν ήταν απλός παρατηρητής των τεκταινομένων γύρω του. Ο Μακάριος ήταν δημιουργός αυτών των γεγονότων, ήταν ο αρχιτέκτονας του αυθαιρέτου αυτού οικοδομήματος της Τρίτης Ρώμης και ήταν αδιανόητο μέσα στον πυρετό αυτής της ιδεολογίας να επιτρέψει την επιστροφή του Μαξίμου στο Άγιον Όρος»[23]. Ο Μακάριος μπορούσε να επιτρέψει την επιστροφή του αγίου Μαξίμου στο Άγιον Όρος, γιατί ο Ιβάν Δ΄ εκστρατεύοντας κατά του Καζάν εμπιστεύθηκε την διακυβέρνηση του κράτους στον Μακάριο. Αυτός όμως δεν μπορούσε να προδώσει την παράταξη και την ιδεολογία του.
Στην δίκη του 1531, μαζί με τον άγιο Μάξιμο καταδικάσθηκε και ο μοναχός Ισαάκ Σομπάκι, αντιγραφέας των έργων του αγίου Μαξίμου χάριν του μοναχού και πρίγκιπα Βασσιανού Πατρικέγεφ, ως αιρετικός. Οι καταδίκες αυτές ήταν τόσο έωλες, τόσο εύκολα αναστρέψιμες και όπως βόλευαν τους εκκλησιαστικούς και πολιτικούς ηγέτες της συγκεκριμένης περιόδου. Έτσι μετά από μερικά χρόνια, μεταξύ 1545-1548, ο μητροπολίτης Μακάριος χειροτονεί και προβιβάζει τον καταδικασθέντα και «αιρετικό» μοναχό Ισαάκ σε ηγούμενο της Μονής του Οσίου Σίμωνος στο Κρεμλίνο[24]. Ο Μάξιμος όμως έπρεπε να μείνει υπό περιορισμό και για πάντα στην Ρωσία.
Στα έργα του αγίου Μαξίμου φαίνεται ο βαθύς πόθος του να επιστρέψει στην Μονή της μετανοίας του, την Μονή Βατοπαιδίου. Η πείρα του, μετά τις επανειλημμένες εκκλήσεις για την επιστροφή του προς τους ηγεμόνες Βασίλειο και Ιβάν Δ΄ και προς τον μητροπολίτη Μακάριο, τον έπεισε ότι ήταν δύσκολο με τις δικές του προσπάθειες να το κατορθώσει. Απευθύνθηκε προς την Ιερά Σύναξη του Αγίου Όρους παρακαλώντας να μεσολαβήσει στον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, για να ζητήσει αυτός την επαναφορά του στον Αθωνα. Πράγματι ο νεοεκλεγείς πατριάρχης Διονύσιος ο Β΄ με επιστολή του παρακαλεί τον τσάρο Ιβάν Δ΄, εκ μέρους και του πατριάρχου Ιεροσολύμων Γερμανού, να αφήσει τον φτωχό και ξένο μοναχό Μάξιμο, που έφτασε σε γεροντική ηλικία και βρίσκεται κοντά στον θάνατο, να επιστρέψει στην πατρίδα του και να ταφεί στην Μονή της μετανοίας του, εκεί όπου έλαβε και το μοναχικό σχήμα. Παρόμοιες εκκλήσεις απηύθυναν ο πατριάρχης Αλεξανδρείας Ιωακείμ ο Πάνυ (1487-1567) το 1545, με επιτιμητικό ύφος μάλιστα, και η Μονή Βατοπαιδίου[25]. Κανένας δεν εισακούστηκε.
Εφαρμόστηκε η ρωσική πολιτική και τακτική της απαγορεύσεως εξόδου από την χώρα όσων ξένων παρέμεναν αρκετό χρονικό διάστημα στην Ρωσία. Η περίπτωση του αγίου Μαξίμου φόβιζε περισσότερο τους Ρώσους εκκλησιαστικούς και πολιτικούς ηγέτες. Όχι μόνο γνώρισε σε βάθος την ρωσική ζωή, αλλά και υπέστη αφόρητα βασανιστήρια και μαρτύρια από την εκκλησιαστική και πολιτική εξουσία, τα οποία, εάν τον άφηναν να φύγει, όπως έλεγε ο βογιάρος Μπερσέν, «όπως ήταν άνθρωπος έξυπνος, που είχε μάθει τα καλά μας και τα κακά μας, όταν φθάσει εκεί (στήν Ελλάδα) θα τους πεί τα πάντα»[26], προκαλώντας βέβαια την απέχθεια και τον αποτροπιασμό σε όσους τα άκουαν.
Ο Ρώσος ιστορικός Νικόλαος Κοστομάροφ τελειώνει το κεφάλαιο που έχει αφιερωμένο στον άγιο Μάξιμο στο έργο του Η ρωσική ιστορία μέσα από τις βιογραφίες των σημαντικοτέρων μορφών της: «Η Μόσχα φοβόταν να τον αφήσει να φύγει, διότι έμαθε στην Ρωσία όλα τα καλά και όλα τα κακά της, και διότι είχε υπερβολική επιμονή στην στηλίτευση των κακών. Στην Μόσχα δεν άρεσε να λένε άσχημα πράγματα στο εξωτερικό για τον ρωσικό τρόπο ζωής και την εκεί τάξη των πραγμάτων, και μετά από αυτό κάτι τέτοιο ήταν επόμενο να γίνει από τον Μάξιμο μετά από το πικρό ποτήρι που ήπιε στην χώρα, στο καλό της οποίας αφιέρωσε την ζωή του»[27].
Ο άγιος Μάξιμος κατάλαβε ότι ήταν μάταιες οι παρακλήσεις του για επιστροφή στο Άγιον Όρος. Παρακαλούσε μόνο να άρουν την απαγόρευση της Θείας Μεταλήψεως. Σε επιστολή του προς τον πρίγκιπα Πέτρο Σούισκι γράφει: «Και δεν σε παρακαλώ πλέον να βοηθήσεις να με αφήσουν να αναχωρήσω στο τιμιότατο και πολυπόθητο για όλους τους ορθοδόξους Άγιον Όρος –αφού γνωρίζω ότι αυτή η παράκλησή μου δεν είναι επιθυμητή και ευάρεστη σε όλους σας– αλλά μόνο να γίνω άξιος της κοινωνίας των αγίων και ζωοποιών μυστηρίων του Χριστού, χωρίς την οποία είμαι εδώ και δεκαεπτά χρόνια»[28].
Το 1543, είτε ο ίδιος ο Μακάριος είτε ο Δανιήλ μετά από πίεση του πρώτου, επέτρεψε την μετάληψη των Αχράντων Μυστηρίων στον άγιο Μάξιμο μετά από 18 χρόνια στέρησής της. «Μπορούμε να φαντασθούμε με πόση χαρά και με τί βαθύ αίσθημα συγκινήσεως πλησίασε ο όσιος… στην μετάληψη του αχράντου Σώματος και του τιμίου Αίματος του Χριστού, αν και στην πραγματικότητα δεν ήταν χωρισμένος από Αυτόν»[29].
Αυτό που δεν κατόρθωσε η μεσολάβηση των πατριαρχών της Ανατολής και των γερόντων του Αγίου Όρους το πέτυχε ο ηγούμενος της Λαύρας του Αγίου Σεργίου, Αρτέμιος, ευνοούμενος του τσάρου Ιβάν Δ΄. Ο Αρτέμιος, παλιός ερημίτης της ζαβόλγειας περιοχής, ήταν θαυμαστής της προσωπικότητας και του έργου του αγίου Μαξίμου. Γνωρίζοντας την ευνοϊκή ατμόσφαιρα υπέρ του αναξιοπαθούντος Μαξίμου, που δημιουργήθηκε στους ανώτερους κύκλους της Μόσχας από τους μητροπολίτη Μακάριο, πρωτοπρεσβύτερο Σίλβεστρο, Αλέξιο Αντάσιεφ, και άλλους εναρέτους βογιάρους, επηρέασε τον μεγάλο ηγεμόνα Ιβάν Δ΄, ο οποίος επέτρεψε την μετακίνησή του από την Μονή της Τβέρ στην Μονή του Αγίου Σεργίου. Ο Αρτέμιος, επειδή ήταν ερημίτης, δεν θεωρούσε τον εαυτό του κατάλληλο για την ηγουμενία, και μάλιστα μιάς μεγάλης Μονής, που δεν τηρούσε τους κανόνες του κοινοβιακού μοναχισμού, πίστευε δε ότι ο άγιος Μάξιμος θα τον βοηθούσε στο πολύ δύσκολο έργο της διοικήσεως. Ο ίδιος ο τσάρος εκτιμούσε τον άγιο Μάξιμο διαβάζοντας τα έργα του με πολύ ενδιαφέρον. Ο άγιος Μάξιμος είχε στείλει σε αυτόν διάφορα έργα του, στα οποία τον παρακαλούσε για την επιστροφή του στο Άγιον Όρος και του παρουσίαζε τις αρετές, τις οποίες πρέπει να έχει ένας καλός άρχοντας.
Το 1551 ο άγιος Μάξιμος, «αποκαμωμένος από το βάρος των δεσμών, την ζοφερά αίσθηση της φυλακής, τις εσωτερικές και εξωτερικές θλίψεις και βάσανα»[30], «ανάσανε πάλι τον αέρα της ελευθερίας… με ψυχή που είχε αγιάσει»[31]. Μετά από 26 χρόνια φυλακής, σε ηλικία 81 ετών, σταμάτησε η περίοδος των σκληρών και απάνθρωπων διωγμών. Ο άγιος Μάξιμος εγκαταστάθηκε οριστικά στην Λαύρα του Αγίου Σεργίου. Ο ιεροδιάκονος Ησαΐας Καμεντσάνιν, σύγχρονος και συνεργάτης του αγίου Μαξίμου, γράφει: «Όταν (ο Μάξιμος) πήγε στην Λαύρα από την πολύχρονη φυλάκιση και τα πολλά βάσανα ήταν παραγερασμένος, πονούσαν τα πόδια του και όλα τα μέλη του σώματός του, και τα φωτεινά του μάτια από τα αδιάλειπτα δάκρυα είχαν βλαφθεί»[32]. Ο Αρτέμιος πολύ γρήγορα εγκατέλειψε την ηγουμενία και γύρισε στην αγαπημένη του έρημο. Δεν μπορούσε να συμβιβασθεί με το αδιόρθωτο καθεστώς που ήταν αντίθετο στις μοναχικές του αντιλήψεις.
Πολλά αξιόλογα πρόσωπα της εποχής έρχονταν σε επαφή με τον άγιο Μάξιμο. Αξίζει να αναφέρομε τον τέως μητροπολίτη Μόσχας Ιωάσαφ, ο οποίος φρόντισε για την απαλλαγή του αγίου Μαξίμου από τα δεσμά της φυλακής και επιμελήθηκε καλλιτεχνικά ένα από τα άριστα αντίγραφα των έργων του, τα οποία μέχρι τότε ήταν απαγορευμένο να κυκλοφορούν στην Μονή του Αγίου Σεργίου.
Ο μοναχός Νείλος Κουρλιάτεφ, πρώην πρίγκιπας, έμαθε την ελληνική γλώσσα από τον άγιο Μάξιμο και μπορούσε να αντιγράψει το Ψαλτήριο. Σε αυτόν υπαγόρευσε ο άγιος Μάξιμος την μετάφραση των ψαλμών στην ρωσική γλώσσα. Στην εισαγωγή του Ψαλτηρίου, σε χειρόγραφο του 1552, γράφει ότι «ο Μάξιμος έμαθε σε τέλειο βαθμό την γλώσσα μας»[33].
Πολύ στενές σχέσεις είχε ο άγιος Μάξιμος με τον πρίγκιπα Ανδρέα Μιχαήλοβιτς Κούρμπσκυ (1528-1583), έναν πολεμιστή που διακρινόταν για την μόρφωση, ευγένεια και τις αρετές του και που έφθασε στα ανώτατα στρατιωτικά αξιώματα. Ήταν ένας από τους πιο αφοσιωμένους μαθητές του αγίου Μαξίμου. «Είδε στο πρόσωπο του Αγιορείτη Έλληνα τον μεγάλο δάσκαλο που αναζητούσε η γενναία ψυχή του, αλλά και τον μεγάλο πνευματικό οδηγό της Ρωσίας. Και αναδείχθηκε άξιος του δασκάλου»[34]. Διακρίθηκε για το συγγραφικό και μεταφραστικό του έργο. Είναι από τους πρώτους που έγραψε για τον άγιο Μάξιμο, και τον εγκωμιάζει για την προσωπικότητα, την αγιότητα και την παιδεία του. Στα απομνημονεύματά του διασώζει τις αναμνήσεις του από τον άγιο και τον ονομάζει διδάσκαλο, ηγέτη και ομολογητή[35]. Tά λόγια του δασκάλου του, λέει ο Κούρμπσκυ, του φαίνονταν ότι ήταν «γλυκύτερα από το μέλι»[36].
Στα απομνημονεύματά του αφηγείται κάποιο επεισόδιο από την συνάντηση του τσάρου Ιβάν με τον άγιο Μάξιμο. Ο τσάρος μετά την εκστρατεία στο Καζάν αρρώστησε βαριά και φοβήθηκε ότι θα πεθάνει. Μετά την ανάρρωσή του έκανε τάμα να επισκεφθεί την Μονή του Αγίου Κυρίλλου. Ανέφερε την απόφασή του στον άγιο Μάξιμο, ο οποίος τον συμβούλεψε να αποφύγει ένα τόσο μακρινό ταξίδι με την σύζυγο και τον νεογέννητο γιό του. Ο Μάξιμος είπε στον τσάρο: «Κατά την πολιορκία του Καζάν σκοτώθηκαν πολλοί χριστιανοί στρατιώτες· οι χήρες τους, τα ορφανά, οι μητέρες που στερήθηκαν τα παιδιά τους κλαίνε και θρηνούν· είναι λοιπόν πολύ καλύτερο για σένα να δείξεις την αγάπη σου σ’ αυτές, να τις φροντίσεις και να τις παρηγορήσεις στην δυστυχία τους… παρά να πραγματοποιήσεις ανόητη υπόσχεση. Ο Θεός είναι πανταχού παρών, τα πάντα γεμίζει με την παρουσία Του και όλα τα παρακολουθεί με το ακοίμητο μάτι Του. Και οι άγιοι δεν εισακούουν τις προσευχές μας μόνο σε ορισμένους τόπους, αλλά σύμφωνα με την καλή θέληση και αυτοκυριαρχία μας. Εάν με ακούσεις, θα έχεις υγεία και θα ζήσεις πολλά χρόνια με την σύζυγο και το βρέφος σου».
Όταν ο άγιος Μάξιμος πληροφορήθηκε ότι ο Τσάρος θα πραγματοποιούσε το προσκυνηματικό του ταξίδι, του έστειλε μήνυμα με τα πλησιέστερα σε αυτόν πρόσωπα, μεταξύ των οποίων ήταν και ο αφηγούμενος το περιστατικό πρίγκιπας Κούρμπσκυ: «Εάν δεν ακούσεις τις κατά Θεόν συμβουλές μου, λησμονήσεις το αίμα των μαρτύρων, που σκοτώθηκαν από τους απίστους υπέρ του Χριστιανισμού, περιφρονήσεις τα δάκρυα των ορφανών και των χηρών και επιμένεις να αναχωρήσεις, μάθε ότι κατά το ταξίδι ο γιός σου θα πεθάνει». Και συνεχίζει ο Κούρμπσκυ: «Πριν φθάσει στην Μονή του Αγίου Κυρίλλου, ενώ έπλεε στον ποταμό Σιέξνα, ο γιός του σύμφωνα με την προφητεία του αγίου πέθανε. Έφθασε με μεγάλη θλίψη στην Μονή και γύρισε στην Μόσχα γεμάτος οδύνη»[37].
Η πραγματοποίηση της προφητείας διέθεσε τον τσάρο Ιβάν τον Τρομερό ακόμη πιο ευνοϊκά προς τον άγιο Μάξιμο. Τον σεβόταν όχι μόνο ως ομολογητή αλλά και ως προικισμένο με το προφητικό χάρισμα. Όταν το 1553 έγινε σύνοδος για να ασχοληθεί με τις αιρετικές διδασκαλίες του Ματθαίου Μπάσκιν, ο τσάρος κάλεσε τον άγιο Μάξιμο να λάβει μέρος. Λόγω της προχωρημένης ηλικίας και των ασθενειών του αρνήθηκε να ταξιδέψει στην Μόσχα. Ο τσάρος του έστειλε επιστολή με την οποία τον παρακαλούσε να εκφράσει την γνώμη του για την νέα παράδοξη διδασκαλία, προερχόμενη από την Προτεσταντική Μεταρρύθμιση. Απαντητική επιστολή του αγίου Μαξίμου δεν έχει διασωθεί.
Ο άγιος Μάξιμος έζησε με πικρία τα τελευταία τρία χρόνια της ζωής του στην Λαύρα του Αγίου Σεργίου μόνος, διότι οι πολύ κοντινοί φίλοι του, ηγούμενος Αρτέμιος και μοναχός Νείλος, καταδικάσθηκαν το 1553 και το 1554 αντίστοιχα ως δήθεν αιρετικοί και εξορίστηκαν[38]. Οι Ιωσηφίτες, λόγω του κύρους της προσωπικότητάς του, δεν περιόρισαν την ελευθερία του, αλλά πολέμησαν όσους εμπνέονταν από τις ιδέες του, οι οποίες είχαν μεγάλη απήχηση στον κλήρο και τον λαό και προκάλεσαν την αφύπνιση και την αναζωογόνηση της εσωτερικής ζωής της Εκκλησίας της Ρωσίας, όπως φαίνεται σαφώς στις αποφάσεις της Συνόδου των «Εκατόν Κεφαλαίων» (Στογκλάβ 1551)[39].
Ο μητροπολίτης Μακάριος προέτρεψε τον τσάρο Ιβάν Δ΄ να συγκαλέσει την Σύνοδο με σκοπό την ανανέωση της Ρωσικής Εκκλησίας. Όσα θέσπισε η Σύνοδος των «Εκατόν κεφαλαίων» είναι αποτέλεσμα των αγώνων και του συγγραφικού έργου του αγίου Μαξίμου, του οποίου την επίδραση δέχθηκε ο Μακάριος[40]. Σύγκριση των αποφάσεων της ανωτέρω Συνόδου του 1551 προς τα έργα του αγίου Μαξίμου φανερώνει όχι μόνο την επίδραση των ιδεών του, ιδιαίτερα στα θέματα του κλήρου και των μοναχών, αλλά και στο φραστικό ύφος, χωρίς όμως να αναφέρεται ούτε μια φορά το όνομά του, για λόγους βέβαια ευνοήτους[41].
Τελικά στις 21 Ιανουαρίου 1556, ημέρα που εορτάζει ο ομώνυμός του άγιος Μάξιμος και στην Μονή Βατοπαιδίου τελείται η σύναξη της θαυματουργού εικόνας Παναγίας Παραμυθίας, ο άγιος Μάξιμος ο Γραικός κοιμήθηκε οσιακά. Αναπαύθηκε μαζί με τους οσίους αλλά και με τους αγίους μάρτυρες, γιατί τα τελευταία είκοσι έξι περίπου χρόνια της ζωής του ήταν μαρτυρικά. Στο τέλος του 17ου αιώνα το όνομά του αναφέρεται στο Αγιολόγιο και τελείται κανονική εκκλησιαστική εορτή[42].
Μετά τον μαρτυρικό θάνατο «τού ισοβίου βατοπαιδινού αποδήμου»[43] άρχισε και η αναγνώριση του κύρους και του αναγεννητικού του έργου[44]. «Κυνηγημένος εν ζωή από τους Ρώσους, ο Μάξιμος, δοξάστηκε από τους ίδιους μετά τον θάνατό του… Χαιρετίζουν σε αυτόν έναν άγιο και έναν σπουδαίο άνθρωπο… έναν μάρτυρα πολιτισμού, έναν από τους παιδαγωγούς του ρωσικού λαού, έναν μεγάλο υπερασπιστή της Ορθοδοξίας»[45]. Το όνομά του γράφτηκε με ανεξίτηλα γράμματα στην εκκλησιαστική ιστορία, την γραμματεία αλλά και την ρωσική ιστορία[46]. Από τους ιστορικούς θεωρείται ως ο πιο μορφωμένος και σοφός άνθρωπος της εποχής του και ζηλωτής της Ορθοδοξίας[47], ο οποίος ασχολήθηκε με ποικιλία θεμάτων που φανερώνουν την πολυμάθειά του. Χαρακτηρίζεται ως θεολόγος, φιλόλογος, ιστορικός, ποιητής, ρήτορας, βαθύς φιλόσοφος και σπουδαίος κριτικός, πνευματικός ηγέτης και ταπεινός μοναχός, κήρυκας και ομολογητής της πίστεως, «θερμουργός ιεραπόστολος της Ορθοδόξου Ελληνικής Ανατολής»[48] και «μεταρρυθμιστής όλης της μοσχοβίτικης κοινωνίας, η οποία βρισκόταν σε πλήρη ηθική παρακμή»[49].
Ο Μάξιμος ήταν ο προφήτης, δηλαδή ο χαρισματικός διδάσκαλος για τους Ρώσους του 16ου αιώνα. Έφερε τον Θεό στις καρδιές των συγχρόνων του. Ζούσε στον κόσμο, αλλά δεν ήταν «εκ του κόσμου τούτου»[50]. Διαλέχθηκε με όλα τα κοινωνικά, θεολογικά, πολιτισμικά ρεύματα της εποχής του, τα οποία και διύλισε μέσω της εμπειρίας του Αγίου Πνεύματος προσφέροντας στον λαό του Θεού τον αυθεντικό, εμπειρικό, διακριτικό, πατερικό λόγο.
Όλοι οι Ορθόδοξοι Ρώσοι αναγνωρίζουν το ορθόδοξο εκκλησιαστικό του φρόνημα, «τήν αγιότητα των προθέσεων της όλης πνευματικής διακονίας του, το πατερικό ήθος και ύφος του συγγραφικού του έργου και της όλης μαρτυρίας της πίστεως, την υποδειγματική καρτερία και ανεξικακία στα βάσανα, στις κακουχίες και τις διώξεις, τον αποστολικό ζήλο και μόχθο στην εκπλήρωση της πνευματικής του αποστολής, την αγιότητα του βίου και την αγωνία του για την πνευματική οικοδομή του ρωσικού λαού»[51]. Όλοι οι φωτισμένοι άνθρωποι στην Ρωσία εγκολπώθηκαν την διδασκαλία του. Η ανάμνηση του Μαξίμου ως μεγάλου Έλληνα λογίου και Αγιορείτου μοναχού, που πρόσφερε πολλά στην ρωσική πνευματική ζωή, αλλά και ως φορέα των αξιών του ελληνικού κόσμου, παρέμεινε ζωντανή στην μνήμη των πνευματικών ανθρώπων της Ρωσίας[52]. «Παρόλο που η Ρωσία κατεδίκασε αδίκως τον μεγάλο στοχαστή, ο οποίος υπέφερε εκ τούτου σκληρές και αφόρητες δοκιμασίες, είναι επίσης γεγονός ότι η ίδια η Ρωσία έκαμε αθάνατο το όνομά του, το οποίο ενσωματώθηκε τιμητικότατα στην ιστορία του ρωσικού πολιτισμού και απέκτησε πανευρωπαϊκή φήμη»[53].
Ο άγιος Μάξιμος αποτελεί μοναδική περίπτωση ολοκληρωτικής προσφοράς του Αγίου Όρους προς την Ρωσία. Ήταν ένα δώρο της ηγουμένης, εφόρου και προστάτιδας του Αθωνα, της Κυρίας Θεοτόκου, στην Εκκλησία της Ρωσίας. Έχει γίνει πλέον ένα διαχρονικό πρότυπο ζωής.
Πηγή: Άπαντα Αγίου Μαξίμου Γραικού, Αγίου Μαξίμου Γραικού Λόγοι, Τόμος Α΄, Μετάφραση: Μάξιμος Τσυμπένκο – Τιμόθεος Γκίμον, Έκδοσις Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 2011.
——————————————————————————–
[1]. Δυστυχώς αυτή η επιστολή δέν έχει βρεθεί πρός τό παρόν, παρόλο πού είχε καταλογογραφηθεί τό 1626 σέ Συλλογή εγγράφων τού Posolskij Prikaz (Κεντρικού Κρατικού Ιδρύματος τής Ρωσίας), πού στό διάστημα 1549-1720 είχε ως αρμοδιότητα τήν διοίκηση τής εξωτερικής πολιτικής. Βλ. Nina Sinicyna, Skazanija o prepodobnom Maksime Greke, Μόσχα 2006, σ. 14.
[2]. Βλ. Αντωνίου-Αιμιλίου Ταχιάου, «Ο Αθωνίτης μοναχός Μάξιμος ο Γραικός. Ο τελευταίος τών Βυζαντινών στή Ρωσία», Μακεδονική Λαϊκή Βιβλιοθήκη 41, Θεσσαλονίκη 2008 σ. 37. Πρβλ. Καλλίστου Ware, Η Ορθόδοξη Εκκλησία, Αθήνα 1996, σσ. 168-179. Γρηγορίου Παπαμιχαηλ ό.π., σσ. 286-298. Βλασίου Φειδά, ό.π., σσ. 184-190. Γεωργίου Φλορόφσκυ, ό.π., σ. 28 κ.ε.
[3]. Maksim Grek, Sochinenija, Λόγος ΧXII, τόμ. 3, Καζάν 1862, σσ. 155-156.
[4]. Χρήστου Λασκαρίδη, ό.π., σ. 262.
[5]. Βλ. Γεωργίου Φλορόφσκυ, ό.π., σ. 46. «Ο Μάξιμος δέν έπαυσε νά εναντιώνεται στό αυτοκέφαλο τής Ρωσικής Εκκλησίας». Πρβλ. Χρήστου Λασκαρίδη, ό.π., σ. 265.
[6]. Χρήστου Λασκαρίδη, ό.π., σ. 273.
[7]. Κωνσταντίνου Τσιλιγιάννη, Η δίκη τού Μαξίμου Γραικού, έκδ. Ινστιτούτο Άγιος Μάξιμος ο Γραικός, Αθήνα 2011, σ. 44.
[8]. Άγιος Μάξιμος ο Γραικός, ο Φωτιστής τών Ρώσων, μετάφραση-επιμέλεια Ι. Μ. Οσίου Γρηγορίου, εκδ. Αρμός, Αθήνα 1991, σ. 79.
[9]. Evgenij Golubinskij, Istorija Russkoj Cerkvi, τόμ. Β, τμ. 1, Μόσχα 1900, σ. 708.
[10]. Nikolaj Pokrovskij, Sudnye spiski Maksima Greka i Isaka Sobaki, Μόσχα 1971.
[11]. Χρήστου Λασκαρίδη, ό.π., σ. 243.
[12]. Βλ. Κωνσταντίνου Τσιλιγιάννη, Η δίκη τού Μαξίμου Γραικού, έκδ. Ινστιτούτο Άγιος Μάξιμος ο Γραικός, Αθήνα 2011, σ. 98.
[13]. Βλ. Nikolaj Pokrovskij, Sudnye spiski Maksima Greka i Isaka Sobaki, Μόσχα 1971, σ. 17.
[14]. Βλ. Κωνσταντίνου Τσιλιγιάννη, Η δίκη τού Μαξίμου Γραικού, έκδ. Ινστιτούτο Άγιος Μάξιμος ο Γραικός, Αθήνα 2011, σσ. 104-105.
[15]. Βλ. Βλασιου Φειδά, ό.π., σ. 223.
[16]. Αγιου Μαξιμου Γραικου, Λόγοι, τόμ. Α΄, Λόγος 39, έκδ. Ι.Μ.Μ. Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 2011, σσ. 513-514.
[17]. Γιά τήν εργογραφία τού αγίου Μαξίμου βλ. Αleksej Ivanov, Literaturnoe nasledie Maksima Greka, Λένινγκραντ 1969, σ. 40 κ.ε.
[18]. Βλ. Nina Sinicyna, Maksim Grek v Rossii, Μόσχα 1977, σ. 62.
[19]. Βλ. Αγιου Μαξιμου Γραικου, Λόγοι, τόμ. Α΄, Λόγος 40, έκδ. Ι.Μ.Μ. Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 2011, σσ. 515-516. «Πάντοτε χαίρομαι νά συνομιλώ μαζί σου… καί παρά τήν θέλησή μου αναγκάζομαι νά μένω σιωπηλός, επειδή ο χρόνος μου περνά περισσότερο σέ νόσους καί διάφορες ασθένειες». Αγιου Μαξιμου Γραικου, Λόγοι, τόμ. Α΄, Λόγος 38, ό.π., σ. 511. «Ελέω Θεού είμαι ζωντανός, μολονότι ασθενώ».
[20]. Ο Ιβάν Δ΄ ο Τρομερός, γιός τού Βασιλείου Γ΄, ήταν ο πρώτος πού χρησιμοποίησε τόν τίτλο «τσάρος», πού καθιερώθηκε κατόπιν. Όλοι οι προηγούμενοι είχαν τόν τίτλο «μέγας ηγεμόνας» ή «μέγας δούκας» πάσης Ρωσίας.
[21]. Βλ. Αγιου Μαξιμου Γραικου, Λόγοι, τόμ. Α΄, Λόγος 30, έκδ. Ι.Μ.Μ. Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 2011, σ. 469.
[22]. Βλ. Nina Sinicyna, Maksim Grek v Rossii, Μόσχα 1977, σ. 156.
[23]. Χρήστου Λασκαρίδη, ό.π., σ. 262.
[24]. Βλ. Nikolaj Pokrovskij, Sudnye spiski Maksima Greka i Isaka Sobaki, Μόσχα 1971, σ. 58.
[25]. Βλ. Γρηγορίου Παπαμιχαήλ, ό.π., σσ. 333-335.
[26]. Βλ. Γρηγορίου Παπαμιχαήλ, ό.π., σσ. 259 καί 343.
[27]. Nikolaj Kostomarov, Russkaja istorija v zhizneopisanijah ee glavnejshih dejatelej (Η ρωσική ιστορία μέσα από τίς βιογραφίες τών σημαντικοτέρων μορφών της), τ. 1, κεφ. XXVII, Αγία Πετρούπολη 1907, σ. 399.
[28]. Αγιου Μαξιμου Γραικου, Λόγοι, τόμ. Α΄, Λόγος 37, έκδ. Ι.Μ.Μ. Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 2011, σ. 509.
[29]. Άγιος Μάξιμος ο Γραικός, ο Φωτιστής τών Ρώσων, μετάφραση-επιμέλεια Ι. Μ. Οσίου Γρηγορίου, εκδ. Αρμός, Αθήνα 1991, σ. 84.
[30]. Άγιος Μάξιμος ο Γραικός, ο Φωτιστής τών Ρώσων, ό.π., σ. 90.
[31]. Παναγιώτου Κανελλόπουλου, ό.π., σ. 104.
[32]. «Έγκυρη αφήγηση τού ιεροδιακόνου Ησαΐα Kamenchanin», στό Nina Sinicyna, Skazanija o prepodobnom Maksime Greke, Μόσχα 2006, σ. 96.
[33]. Nina Sinicyna, Skazanija o prepodobnom Maksime Greke, Μόσχα 2006, σ. 76.
[34]. Παναγιώτου Κανελλόπουλου, ό.π., σ. 105.
[35]. Knjaz Andrej Kurbskij, «Istorija o velikom knjaze moskovskom» («Ιστορία περί τού Μεγάλου Πρίγκιπα τής Μόσχας»), Skazanija knjazja Kurbskogo (Αφηγήσεις τού πρίγκιπα Κούρμπσκυ), Αγία Πετρούπολη 1868, σ. 35.
[36]. Βλ. Knjaz Andrej Kurbskij, «Istorija o velikom knjaze moskovskom» («Ιστορία περί τού Μεγάλου Πρίγκιπα τής Μόσχας»), Skazanija knjazja Kurbskogo (Αφηγήσεις τού πρίγκιπα Κούρμπσκυ), Αγία Πετρούπολη 1868, σ. 36.
[37]. Βλ. Vladimir Ikonnikov, ό.π., σσ. 537-539. Πρβλ. Βλ. Nikolaj Karamzin, Istorija gosudarstva rossijskago, τόμ. 8, κεφ. IV, Αγία Πετρούπολη 1815, σσ. 247-248.
[38]. Βλ. Γρηγορίου Παπαμιχαήλ, ό.π., σ. 397. «Ούτως, ο πολύτλας Έλλην Αγιορείτης μοναχός, τέλεον απογυμνωθείς τών φίλων καί θαυμαστών του καί ευρεθείς εν περιβάλλοντι πλήρει καχυποψίας καί δυσμενείας, ου μόνον εν πικρία διήνυσε καί τόν χρόνον τής εν τή Λαύρα τού Αγίου Σεργίου πενταετούς διαβιώσεως, αλλά καί τό τελευταίον τής ζωής του έτος υπήρξε σφόδρα οδυνηρόν, εξ ού καί ετελεύτησεν τή 21 Ιανουαρίου τού 1556, άγων τόν 85ον ή 86ον έτος τής ηλικίας του πλήρης βαθείας εις τήν κλήσιν καί τό καθήκον του πίστεως, ήτις επλήρου ολόκληρον τήν ύπαρξίν του καί εις τήν οποίαν ενέμεινε πιστός μέχρι τέλους».
[39]. Βλ. Βλασίου Φειδά, ό.π., σ. 226.
[40]. Βλ. Αρχιμ. Βασιλείου Στεφανίδου, Εκκλησιαστική Ιστορία, Αθήναι 1959, σ. 764. Περιγράφεται η ιστορία τής διορθώσεως τών βιβλίων από τήν σύνοδο τού 1551 μέχρι τήν σύνοδο τού 1666 στήν οποία έλαβαν μέρος «επίσκοποι τών άλλων ορθοδόξων Εκκλησιών… η οποία ενέκρινε τήν διόρθωσιν τών εκκλησιαστικών βιβλίων καί τών εθίμων καί ανεθεμάτισε πάντα μή δεχόμενον τάς αποφάσεις ταύτας».
[41]. Γιά τίς αποφάσεις τής Συνόδου βλ. Βλασίου Φειδά, ό.π., σ. 195.
[42]. Βλ. Γεωργίου Φλορόφσκυ, ό.π., σ. 15. Πρβλ. Γρηγορίου Παπαμιχαήλ, ό.π., σ. 508.
[43]. Γρηγορίου Παπαμιχαήλ, ό.π., σ. 507.
[44]. Παναγιώτου Κανελλόπουλου, ό.π., σ. 106. «Καί όμως, ο Μάξιμος, πού καταδιώχθηκε ως Έλλην, έγινε στήν Ρωσία μετά τόν θάνατό του, προπάντων στόν 17ο αιώνα, τό λατρευτό υπόδειγμα Σλάβων στάρετς καί ο ρωσικός λαός τόν πίστεψε σάν ένα πολύ δικό του άγιο».
[45]. M. Jugie, «Maxime l’Aghiorite, dit le Grec», Dictionnaire de Théologie Catholiqoue, τόμ. 10, Παρίσι, σσ. 461-462.
[46]. Βλ. Γρηγορίου Παπαμιχαήλ, ό.π., σσ. 430-434.
[47]. Βλ. παράθεση απόψεων διαφόρων Ρώσων, Δυτικών καί Ελλήνων συγγραφέων περί τού αγίου Μαξίμου, στό Γρηγορίου Παπαμιχαήλ, ό.π., σσ. 447-463.
[48]. Γρηγορίου Παπαμιχαήλ, ό.π., σ. 508.
[49]. M. Jugie, ό.π., σσ. 461-462.
[50]. Ιω. 8,23.
[51]. Βλ. Βλασίου Φειδά, ό.π., σ. 226.
[52]. Βλ. Αντωνίου-Αιμιλίου Ταχιάου, «Ο Αθωνίτης μοναχός Μάξιμος ο Γραικός. Ο τελευταίος τών Βυζαντινών στή Ρωσία», Μακεδονική Λαϊκή Βιβλιοθήκη 41, Θεσσαλονίκη 2008, σ. 38.
[53]. Mikhail Gromov, Maksim Grek (Μάξιμος Γραικός), Μόσχα 1983, σ. 45.