«Ποιητής ουρανού και γης, ορατών τε πάντων και αοράτων»


29.09.2012

Με τα σαρκικά μάτια είναι αδύνατου να δούμε το Θεό, γιατί καθετί που δεν είναι υλικό-σωματικό δεν μπορεί να δώσει σχετικό ερέθισμα στα μάτια του ανθρώπου. Αυτό μας το φανέρωσε ο Μονογενής Υιός του Θεού όταν είπε: «Κανένας ποτέ δεν είδε το Θεό» (Πρβλ. Ιωάν. 1, 18). Κι αν νομίζει κανείς ότι ο προφήτης Ιεζεκιήλ είδε το Θεό, σύμφωνα με όσα γράφονται στο βιβλίο των προφητειών του, ας προσέξουμε καλά τι λέει το βιβλίο: «Είδε ομοίωμα της δόξας του Κυρίου» (Πρβλ, Ιεζ. 1, 28), όχι τον Ίδιο τον Κύριο. «Είδε ομοίωμα της δόξας» και όχι αύτη την ίδια την δόξα Του, όπως είναι πραγματικά. Και όταν είδε μονάχα το ομοίωμα της δόξας και όχι την ίδια τη δόξα, έπεσε καταγής από το φόβο του. Αφού λοιπόν η θέα του ομοιώματος της δόξας γέμισε φόβο και αγωνία τους προφήτες, οποιοσδήποτε θα επιχειρούσε να δει το Θεό, θα έχανε τη ζωή του, όπως λέει η Αγία Γραφή: «Κανένας δεν θα μείνει ζωντανός, αν δει το πρόσωπό μου» (Πρβλ. Εξ. 33,20). Γι’ αυτό, από τη μεγάλη Του φιλανθρωπία ο Θεός, άπλωσε τον ουρανό σαν παραπέτασμα που θα κάλυπτε τη θεότητά Του, για να μην καταστραφούμε. Αυτό δεν το λέω εγώ, αλλά το είπε ο προφήτης Ησαΐας: «Αν ανοίξεις τον ουρανό, θα τρομάξουν τα βουνά και θα λιώσουν» (Ησ. 63, 19). Και γιατί στέκεσαι με θαυμασμό και απορία μπροστά στο γεγονός ότι ο Ιεζεκιήλ έπεσε κατάπληκτος, μόνο και μόνο που είδε το ομοίωμα της δόξας του Κυρίου, εφόσον ο προφήτης Δανιήλ έπαθε τα ίδια; Κατατρόμαξε δηλαδή και έβαλε το πρόσωπό του στη γη, μόνο και μόνο που του φανερώθηκε ο αρχάγγελος Γαβριήλ, ο οποίος είναι λειτουργικό πνεύμα αφιερωμένο στην εξυπηρέτηση των βουλών του Κυρίου, και μέχρι που πήρε ο άγγελος ανθρώπινη μορφή, δεν τόλμησε να απαντήσει ο προφήτης; Αφού η θέα του αρχαγγέλου Γαβριήλ έφερνε τρόμο στους προφήτες, αν φανερωνότανε ο ίδιος ο Θεός όπως είναι, δεν θα χάνονταν όλοι;

Είναι αδύνατον λοιπόν να δούμε τη Θεία Φύση με σαρκικά μάτια. Από τα έργα του Θεού μπορούμε να φανταστούμε τη δύναμή Του, όπως είπε ο Σολομώντας: «Από το μέγεθος και την ομορφιά των δημιουργημάτων ανάγεται κανείς στη θεώρηση του Θεού κατά αναλογία» (Σοφ. Σολ. 13, 5). Δεν είπε ότι ανάγεται κανείς στη θεωρία του Θεού διά μέσου των κτισμάτων, αλλά πρόσθεσε και το «κατά αναλογία». Γιατί ο Θεός παρουσιάζεται στον άνθρωπο τόσο Μεγαλοπρεπής, όσο πιο πλήρη και πιο επιστημονική γνώση αποκτά ο άνθρωπος για τα δημιουργήματα του Θεού. Και όταν ο άνθρωπος συνειδητοποιεί αυτή τη γνώση και κατανύγεται μυστικά και λατρευτικά ενώπιον του Θεού, τότε χαριτώνεται να αποκτήσει τελειότερη και καλύτερη αντίληψη για το Θεό, χωρίς όμως και η αντίληψη αυτή να πλησιάζει την πραγματικότητα του Θεού.

Θέλεις να μάθεις πώς είναι αδύνατον να κατανοήσουμε τη φύση του Θεού; Οι τρεις Παίδες όταν βρίσκονταν στο πυρωμένο καμίνι και υμνούσαν το Θεό έλεγαν: «Ευλογημένος είσαι που βλέπεις από ψηλά τα απύθμενα βάθη των θαλασσών, Εσύ που κάθεσαι πάνω στα Χερουβίμ» (Δαν. 3,55). Πες μου, αν μπορέσεις, ποιά είναι η φύση των Χερουβίμ και τότε προσπάθησε να δεις και Εκείνον που κάθεται πάνω στα Χερουβίμ. Ο προφήτης Ιεζεκιήλ βέβαια μας περιέγραψε τη μορφή τους, όσο του ήταν δυνατόν και είπε: «Το καθένα από αυτά είχε τέσσερα πρόσωπα. Το ένα ήταν πρόσωπο ανθρώπου, το άλλο λιονταριού, το άλλο αετού και το άλλο μοσχαριού» (Πρβλ. Ιεζ. 1,10). Και ότι «καθένα είχε έξι φτερούγες» (Ησ. 6, 2) και ότι «σε κάθε σημείο του σώματός του ήταν μάτια. Και κάτω από το καθένα βρισκόταν ένας τροχός με τέσσερα μέρη» (Πρβλ, Ιεζ. 10, 12), Παρόλο όμως που ο προφήτης μας περιέγραψε τη μορφή τους, δεν μπορούμε εμείς, ακόμα και τότε που μελετάμε την περιγραφή τους, να τα κατανοήσουμε. Αν λοιπόν το θρόνο του Θεού, τον οποίο μας περιέγραψε ο προφήτης δεν μπορούμε να εννοήσουμε, πώς θα μπορέσουμε να κατανοήσουμε Εκείνον που κάθεται πάνω στο θρόνο και είναι Θεός αόρατος και ανεκδιήγητος; Είναι αδύνατον να κατανοήσουμε με τη διανοητική σχολαστική έρευνα τη φύση του Θεού. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να Τον δοξάζουμε, ατενίζοντας και μελετώντας τα δημιουργήματά Του.

Αυτά σας τα λέω γιατί το επιβάλλει η συνέχεια του άρθρου στο Σύμβολο της Πίστεως, κατά το οποίο λέγομε: «Πιστεύουμε σε Ένα Θεό, Πατέρα, Παντοκράτορα, δημιουργό του ουρανού και της γης, όλων των ορατών και των αοράτων», με το σκοπό να θυμόμαστε και να ομολογούμε ότι «Αυτός είναι ο Πατέρας του Κυρίου μας Ιησού Χριστού» (Πρβλ. Εφεσ. 1, 3) και ότι Αυτός είναι ο Δημιουργός του ουρανού και της γης. Και ακόμα για να προφυλαγόμαστε από τις πλάνες των άθεων αιρετικών που κατά καιρούς τόλμησαν, και τολμούν και τώρα, να αποδίδουν ανεπίτρεπτα ονόματα και ιδιώματα στον Πάνσοφο Θεό, το δημιουργό και κατασκευαστή και τεχνίτη όλου αυτού του γνωστού και άγνωστου σε μας κόσμου, επειδή βλέπουν μονάχα με τα σαρκικά μάτια τους και επειδή έχουν τυφλωμένα τα πνευματικά.

Ποιό λοιπόν ψεγάδι βρίσκουν στο τόσο μεγάλο αυτό δημιούργημα του Θεού; Έκπληκτοι έπρεπε να θαυμάσουν και να γνωρίσουν τα ουράνια σώματα. Έπρεπε να προσκυνήσουν Εκείνον που έστησε «σαν καμάρα θολωτή τον ουρανό» (Ησ. 40,22). Εκείνον που από τα ρευστά υδάτινα στρώματα δημιούργησε το ακίνητο στερέωμα. Επειδή είπε ο Θεός: «Να γίνει ο ουράνιος θόλος της γης μεταξύ των υδάτων» (Γεν, 1, 6). Μια φορά το είπε ο Θεός και στάθηκε ο ουρανός και δεν πέφτει. Νερό είναι το στοιχείο του ουρανού και από φωτιά είναι όσα βρίσκονται μέσα σ’ αυτόν, δηλαδή ο ήλιος, το φεγγάρι και τα αστέρια. Πώς λοιπόν τρέχουν τα πύρινα μέσα στο υδάτινο στερέωμα; Και αν κάποιος αμφιβάλλει, επειδή είναι αντίθετα στοιχεία το νερό και η φωτιά, ας θυμηθεί ότι τον καιρό του Μωυσή στην Αίγυπτο, μαζί με το φοβερό χαλάζι που έπεφτε, ριχνότανε και φωτιά, φοβεροί κεραυνοί. Κι ας δει την πάνσοφη δημιουργία του Θεού. Γιατί κατασκεύασε τον ουρανό από τα ύδατα; Επειδή επρόκειτο να καλλιεργηθεί η γη και χρειάζονταν νερά, ώστε, όταν είναι εποχή που η γη χρειάζεται νερό, να είναι από τη φύση του έτοιμος και ο ουρανός να το προσφέρει.

Μήπως δεν είναι να θαυμάζει κανείς και μόνο σαν ατενίζει αυτό το υπέροχο κτίσμα του Θεού, τον ήλιο; Αυτός «μοιάζει με ένα μικρό σκεύος» (Σοφ. Σειρ. 43, 2), το οποίο όμως περιέχει μεγάλη δύναμη. Βγαίνει στην Ανατολή και στέλνει το φως του μέχρι τη Δύση. Ο προφήτης Δαβίδ περιέγραψε στο Ψαλτήρι την ανατολή του ήλιου και είπε: «Και αυτός μοιάζει με νυμφίο που βγαίνει από το νυφικό θάλαμο» (Ψαλμ. 18, 6). Έτσι περιέγραψε την ομορφιά και τη συμμετρία που παρουσιάζει κατά την πρωινή εμφάνισή του στους ανθρώπους. Κατά το μεσουράνημά του βέβαια πολλές φορές τον αποφεύγουμε, επειδή καίει πολύ. Ενώ κατά την ανατολή είναι ευχάριστος σε όλους και μοιάζει, καθώς τον ατενίζει κανείς, με νυμφίο. Παρατήρησε τη λει¬τουργικότητά του -καλύτερα όχι τη δική του, αλλά τη σοφία Εκείνου που όρισε με το πρόσταγμά Του τη διαδρομή του ήλιου. Πώς το Καλοκαίρι ανεβαίνει ψηλότερα και κάνει μεγαλύτερες τις

ημέρες, δίνοντας ατούς ανθρώπους την ευκαιρία να εργαστούν. Και πώς το Χειμώνα μικραίνει την τροχιά του, για να μην έχει μεγάλη διάρκεια η εποχή του κρύου, αλλά με το να γίνονται οι νύχτες μεγαλύτερες βοηθούν και τους ανθρώπους να ξεκουράζονται και τη γη να καρποφορεί. Πρόσεξε ακόμα με πόση τάξη αλλάζουν διάρκεια οι ημέρες. Το Καλοκαίρι μεγαλώνουν και το Χειμώνα μικραίνουν, ενώ την Άνοιξη και το Φθινόπωρο είναι ‘ίσες με τις νύχτες. Τα ίδια περίπου κάνουν και οι νύχτες, όπως λέει γι’ αυτές και ο Ψαλμωδός: «Η κάθε μέρα μιλάει στην επομένη της και της λέει κάτι για το Θεό και η κάθε νύχτα φανερώνει στην επομένη της κάποια καινούρια εμπειρία της για τη γνώση του Θεού, του Δημιουργού του Σύμπαντος» (Πρβλ. Ψαλμ. 18, 3)2. Στους αιρετικούς, που δεν ενδιαφέρονται να μάθουν την αλήθεια, σχεδόν κραυγάζουν με την εύρυθμη λειτουργικότητα τους και λένε πως δεν υπάρχει κανένας άλλος Θεός ή κάποιος άλλος που δημιούργησε, ρύθμισε και έβαλε σε τάξη όλο τον κόσμο, αλλά ο Ένας και Αληθής και Μοναδικός Θεός.

Κανένας να μην ανέχεται μερικούς που λένε ότι άλλος Θεός δημιούργησε το φως και άλλος το σκοτάδι. Ας θυμάται τον προφήτη Ησαΐα που λέει: «Εγώ είμαι ο Θεός και έφτιαξα το φως και δημιούργησα το σκοτάδι» (Ης. 45, 7). Γιατί στενοχωριέσαι γι’ αυτό, άνθρωπέ μου; Γιατί η ψυχή σου δυσκολεύεται να παραδεχθεί ότι και η νύχτα είναι μια ξεχωριστή χρονική περίοδος, που δίνεται από το Θεό στον άνθρωπο για την ανάπαυσή του; Δεν θα άφηναν ποτέ τα αφεντικά το δούλο τους να ξεκουραστεί, αν δεν τους εμπόδιζε για μερικές ώρες το σκοτάδι της νύχτας. Πώς θα ανανεωνόμασταν από το βαρύ κόπο, που φέρνει πολλές φορές η ημέρα, αν δεν υπήρχαν οι νύχτες; Κάποιος που την προηγούμενη ημέρα κοπίασε πολύ, την επόμενη αυγή γίνεται ρωμαλέος, επειδή αναπαύτηκε τη νύχτα.¬ Υπάρχει χρόνος πιο χρήσιμος για την εργασία των σοφών

και για την απόκτηση της σοφίας από τις νυχτερινές ώρες; Γιατί πολλές φορές, κατά τη νύκτα σκεπτόμαστε και μελετάμε ό,τι έχει σχέση με το Θεό. Κατά τη νύχτα διαβάζουμε και εντρυφούμε στο λόγο του Θεού. Ποιές ώρες του εικοσιτετραώρου η διάνοιά μας είναι πιο καλοδιάθετη για προσευχή και ψαλμωδία; Δεν είναι οι νυχτερινές; Ποιά ώρα, πολλές φορές, συναισθανθήκαμε τις αμαρτίες μας; Δεν έγινε αυτό κατά τη νύχτα; Λοιπόν, ας μην πιστεύουμε, πολύ κακώς, ότι άλλος, εκτός του Θεού, είναι ο Δημιουργός της νύχτας. Γιατί η πείρα απέδειξε ότι η νύχτα είναι χρήσιμο δώρο του Θεού στον άνθρωπο.

Θα έπρεπε όσοι ασχολούνται με τη δημιουργία του κόσμου, όχι μόνο να εκπλαγούν και να θαυμάσουν τη δημιουργία του ήλιου και της σελήνης, αλλά και τα πλήθη των αστέρων, που σε ξεχωριστές ομάδες κινούνται με τόση τάξη. Να θαυμάσουν και τις τροχιές τους, που δεν βρίσκουν κανένα εμπόδιο και ακόμα την ανατολή τους, που γίνεται την πιο κατάλληλη ώρα. Ακόμα να θαυμάσουν πως άλλα αστέρια μας φανερώνουν το Καλοκαίρι και άλλα το Χειμώνα. Πως άλλα μας σημαίνουν την εποχή της σποράς και άλλα τον καιρό που μπορεί κανείς να ξεκινήσει ένα θαλάσσιο ταξίδι. Έτσι ο άνθρωπος που βρίσκεται σε πλοίο και πλέει μέσα σε ακατάπαυστα κύματα, με το να κυττάζει μονάχα τα αστέρια μπορεί να προσανατολίζει το πλοίο του. Γι’ αυτά όλα τα πράγματα λέει πολύ καλά η Αγία Γραφή: «Ας είναι αυτά τα αστέρια σημάδια μετεωρολογικών και άλλων φαινομένων και ας δείχνουν τις μεταβολές των εποχών και των χρόνων» (Γεν. 1, 14) και ας μην είναι για αστρομαντεία και ειδωλολατρική μυθολογία. Πρόσεξε ακόμη πόσο ωραία μας χαρίζει το φως της ημέρας, το οποίο έρχεται προοδευτικά. Δεν βλέπουμε τον ήλιο αμέσως μόλις ανατείλει, αλλά έρχεται στην αρχή λίγο φως, για να προετοιμαστεί η κόρη του ματιού να αντικρύσει το μεγαλύτερο φως των ακτίνων του ήλιου, όπως και το σκοτάδι της νύχτας το γλύκανε με το φεγγοβόλημα της σελήνης.

«Ποιός άνθρωπος είναι πατέρας της βροχής και ποιός γέννησε τις χοντρές σταγόνες της δροσιάς;» (Ιώβ 38, 28). Ποιός πύκνωσε τον αέρα σε σύννεφα και τα πρόσταξε να κρατούν τα νερά της βροχής, ποιός τα φέρνει κατά καιρούς από το βορρά πορφυρόχρυσα και φωτεινά, ποιός αδιάκοπα αλλάζει τις μορφές και τα σχήματά τους σε ποικίλους κυκλικούς και χίλιους δυό άλλους σχηματισμούς; Ποιός έχει τέτοια δύναμη σοφίας, ώστε να μετράει τα σύννεφα; Γι’ αυτόν λέει ο Ιώβ: «Αυτός ξέρει τον τρόπο να διαλύει τα σύννεφα» (Ιώβ 37, 16) και τον ουρανό τον κατέβασε στη γη. Επίσης λέει: «Αυτός που με τη σοφία Του μετράει τον αριθμό των σύννεφων» (Ιώβ 38, 37) και το: «Κανένα σύννεφο δεν σπάζει κάτω από τον ουρανό» (Ιώβ. 26, 8). Τόσο νερό έχουν τα σύννεφα και δεν σπάζουν, αλλά πέφτει το νερό στη γη με τόση τάξη! «Ποιός βγάζει τους ανέμους από το θησαυροφυλάκιο τους;» (Ψαλμ. 134, 7) και «Ποιός», όπως ξανάπαμε, «γεννάει τις χοντρές σταγόνες της δροσιάς;» (Ιώβ 38, 28). «Από τίνος την κοιλιά βγαίνει ο κρύσταλλος;» (Ιώβ 38, 29). Γιατί η φύση του κρυστάλλου είναι υδάτινη, ενώ η ενέργειά του είναι σαν του λιθαριού; Άλλοτε το νερό γίνεται χιόνι, άσπρο σαν μαλλί. Άλλοτε το νερό στα χέρια του Δημιουργού γίνεται ομίχλη και ραντίζεται σαν σκόνη στάχτης, στην επιφάνεια της γης (Ψαλμ 147, 5) κι άλλοτε γίνεται σκληρό σαν λιθάρι, γιατί ο Δημιουργός τιμονεύει το νερό όπως κι αν θελήσει. Η φύση του νερού είναι μία. Έχει πάντοτε τα ίδια συστατικά, αλλά η ενέργειά του λειτουργεί πολυδύναμα. Το νερό γίνεται στα αμπέλια κρασί, που ευφραίνει την καρδιά του ανθρώπου και λάδι στις ελιές, που ομορφαίνει το πρόσωπό του (Πρβλ. Ψαλμ. 103, 15). Μεταβάλλεται ακόμα και σε ψωμί, που στηρίζει την καρδιά του ανθρώπου και σε πολλούς και διάφορους άλλους καρπούς.

Τί έπρεπε λοιπόν για όλα αυτά να γίνεται; Να βλασφημείται ο Δημιουργός ή περισσότερο να προσκυνείται; Και ακόμα δεν έχω αναφέρει όλα τα δημιουργήματα της σοφίας Του, που είναι αόρατα. Παρατήρησε την Άνοιξη και τα λουλούδια. Όλα έχουν την ίδια φύση, αλλά ξέχωρη εμφάνιση. Το κατακόκκινο χρώμα του τριαντάφυλλου και το κάτασπρο του κρίνου. Όλα είναι φυτεμένα στο ίδιο χώμα και τα ποτίζει το ίδιο νερό, αλλά ποιός τα ξεχωρίζει σε είδη, ποιός τα δημιουργεί; Παρατήρησε την ακρίβεια. Όλα τα δέντρα έχουν μια και την αυτή φύση. Όμως άλλα απ’ αυτά χρησιμεύουν για ξύλευση και άλλα για να παράγουν καρπούς κατάλληλους για τροφή και μάλιστα διάφορους το κάθε είδος. Και όλα αυτά είναι δημιουργήματα του ίδιου Δημιουργού. Από το ίδιο αμπέλι, άλλα κλαδιά χρησιμοποιούνται για τη φωτιά, άλλα τα αφήνουν να πετάξουν βλαστάρια, άλλα κάνουν φύλλωμα, άλλα τους έλικες και άλλα τα σταφύλια. Θαύμασε πόσους κόμπους έχουν τα καλάμια, που έφτιαξε ο τεχνίτης. Από την ίδια γη βγαίνουν όλα τα ερπετά, θηρία και κτήνη και τα ξύλα και οι τροφές και το χρυσάφι και το ασήμι και ο χαλκός και ο σίδηρος και οι πέτρες. Από την ίδια φύση του νερού προέρχονται και τα υδρόβια ζώα και τα πτηνά. Και όμως, ο ίδιος Δημιουργός τα έκανε έτσι ώστε, με όση ευκολία τα υδρόβια κολυμβούν στα νερά, με άλλη τόση να πετούν στον αέρα τα πτηνά.

«Αυτή η θάλασσα η μεγάλη και ευρύχωρη, εκεί υπάρχουν αναρίθμητα ερπετά» (Ψαλμ. 103, 25). Ποιός μπορεί να διηγηθεί την ομορφιά των ψαριών που υπάρχουν μέσα στη θάλασσα; Ποιός μπορεί να περιγράψει το μέγεθος των κητών και να παρουσιάσει την οργανική κατάσταση των αμφίβιων ζώων; Πώς ζουν και συντηρούνται και στην ξηρά και στη θάλασσα; Ποιός μπορεί να παραστήσει το βυθό και το πλάτος της θάλασσας ή την ορμή των πελώριων κυμάτων; Αυτή όμως σταματάει στα όρια που της έθεσε Εκείνος που είπε: «Μέχρις εδώ θα φτάσεις και δεν θα ξεπεράσεις αυτό το όριο. Και μέσα σου θα συντρίβονται τα κύματά σου»

(Ιώβ 38, 11). Αυτή λοιπόν η θάλασσα, θέλοντας να φανερώσει τη συμμόρφωσή της με το πρόσταγμα που της έδωσε ο δημιουργός της, όταν ξεχύνεται έξω με τα κύματά της, αφήνει μια εμφανή γραμμή στο γυαλό, σαν να θέλει μ’ αυτό τον τρόπο να δείξει σ’ αυτούς που τη βλέπουν, ότι δεν παρέβηκε τους όρους που, με το πρόσταγμά Του, της έθεσε ο Δημιουργός.

Ποιός μπορεί να διερευνήσει τη φύση των άγριων πουλιών που πετούν στον αέρα; Πώς γίνεται και άλλα έχουν καλλικέλαδη γλώσσα, άλλα έχουν πολύχρωμες φτερούγες σαν ζωγραφιές και άλλα, όπως το γεράκι, πετούν ψηλά και στέκονται ακίνητα στη μέση του αιθέρα; Διότι, μετά από τη Θεία προσταγή, το γεράκι, αφού τέντωσε τις φτερούγες του, στάθηκε ακίνητο, ατενίζοντας προς το Νότο (Πρβλ. ‘ Ιώβ 39,26). Ποιός άνθρωπος μπορεί να ατενίσει τον αετό που υψώθηκε στον αχανή αέρα; Και αν δεν μπορείς να κατανοήσεις το πιο άλογο όρνιο που υψώθηκε στον αέρα, πώς θέλεις να κατανοήσεις το Δημιουργό όλου του κόσμου;

Ποιός άνθρωπος έμαθε ποτέ έστω και τα ονόματα όλων των θηρίων; Ή μήπως μπορεί κανείς να ερευνήσει τη φυσιολογία του καθενός από αυτά; Και αν δεν γνωρίζουμε ούτε όλων των θηρίων τα ονόματα, πώς θα κατανοήσουμε το Δημιουργό όλων αυτών; Ένα ήταν το πρόσταγμα του Θεού που είπε: «Ας βγάλει η γη θηρία, κτήνη και ερπετά, το καθένα κατά το είδος του» (Πρβλ. Γεν. 1,24). Και με το μοναδικό αυτό πρόσταγμα του Θεού από την ίδια γη δημιουργήθηκαν διάφορα είδη ζώων, με διάφορη φύση το καθένα, όπως το πρόβατο που είναι το πιο ήμερο ζώο και το λιοντάρι που είναι σαρκοφάγο. Οι διάφορες άλογες κινήσεις των ζώων μιμούνται διάφορες χαρακτηριστικές κινήσεις των ανθρώπων, καθώς αυτοί με την ελεύθερη προαί ρεσή τους λειτουργούν τα πάθη τους ή τις αρετές τους¬. Έτσι η αλεπού φανερώνει την αθλιότητα των ανθρώπων, το φίδι

τους πικρόλογους φίλους και το άλογο που χρεμετίζει, τους ακόλαστους νέους. Το γοργοκίνητο μυρμήγκι διεγείρει τον οκνηρό και το νωθρό. Γιατί, όταν κανείς είναι νέος και παραμένει αργός, τότε διδάσκεται από τα άλογα ζώα και ελέγχεται από την Αγία Γραφή που λέει: «Πήγαινε στο μυρμήγκι, οκνηρέ, και φρόντισε να μάθεις τον τρόπο της ζωής του και γίνε σοφώτερος από εκείνο» (Παροιμ. 6, 6). Και αφού δεις, λέει η Αγία Γραφή, το μυρμήγκι να συγκεντρώνει εγκαίρως την τροφή του για το Χειμώνα, να το μιμηθείς. Και συγκέντρωσε θησαυρούς από έργα αγαθά, για να τα βρεις στη μέλλουσα ζωή. Και πάλι λέει: «Πήγαινε να συναντήσεις τη μέλισσα και μάθε ότι είναι εργατική» (Παροιμ. 6, 8α). Κύτταξε πως τριγυρίζει και συγκεντρώνει τη γύρη από διάφορα λουλούδια και φτιάχνει με αυτή προς χάρη σου το μέλι. Ώστε, αφού διατρέξεις και συ όλες τις Άγιες Γραφές, να επιμεληθείς του έργου της σωτηρίας σου και πλημμυρισμένος από τις θείες διδασκαλίες, να πεις: «Πόσο γλυκά είναι στο λάρυγγά μου τα λόγια Σου! Είναι πιο γλυκά από μέλι και κηρύθρα στο στόμα μου» (Ψαλμ. 118, 103).

Άρα λοιπόν δεν είναι άξιος να δοξάζεται ο τεχνίτης; Τί νομίζεις; ‘ Επειδή δεν γνωρίζεις εσύ την υπόσταση του καθενός, είναι και χωρίς νόημα όσα έχουν δημιουργηθεί; Μήπως μπορείς να γνωρίσεις την ενέργεια κάθε χόρτου; Ή μήπως μπορείς να εννοήσεις την ωφέ¬λεια που προέρχεται από κάθε ζώο; Και αυτό ακόμα το δηλητήριο των φιδιών έχει δοθεί ως φάρμακο – αντίδοτο και έχει σώσει πολλούς ανθρώπους. Αλλά θα μου πεις: Φοβερό ζώο το φίδι! Να έχεις στην ψυχή σου το φόβο του Θεού και το φίδι δεν θα μπορέσει να σου κάνει κακό. Ο σκορπιός δαγκώνει! Να έχεις στην ψυχή σου το φόβο του Θεού και δεν θα σε δαγκώσει. Το λιοντάρι είναι αιμοβόρο! Να έχεις στην ψυχή σου το φόβο του Θεού και θα καθήσει ήσυχα κοντά σου, όπως στον προφήτη Δανιήλ. Πραγματικά, είναι αξιοθαύμαστη και η ενέργεια των ζώων. Αλλά από αυτά, όπως π.χ. ο σκορπιός, έχουν στις δαγκάνες τους το δηλητήριο, ενώ άλλα έχουν τη δύναμή τους στα δόντια τους. Άλλα επιτίθενται με τα νύχια τους. Επίσης σ’ ένα ερπετό, που το λένε βασιλίσκο, η δύναμή του βρίσκεται στην όρασή του. Από όλη αυτή λοιπόν την ποικιλία των δημιουργημάτων, εννόησε τη θεϊκή δύναμη του Δημιουργού σου.

Ίσως όμως αυτά δεν τα γνωρίζεις. Ας μη σε απασχολήσουν λοιπόν τα ζώα, οι ζώντες οργανισμοί, που βρίσκονται έξω από τον εαυτό σου. Έλα στον εαυτό σου και από τη δική σου ύπαρξη εννόησε τον τεχνίτη. Τί παράτερο και κακότεχνο υπάρχει πάνω στο σώμα σου, που δεν έχει λόγο και νόημα; Χαλιναγώγησε τον εαυτό σου και δεν θα προέλθει από κανένα μέλος του σώματός σου τίποτα κακό. Στην αρχή της δημιουργίας ο Αδάμ ήταν με την Εύα στον Παράδεισο γυμνός (Πρβλ. Γεν. 2, 25). Αλλά δεν διώχθηκε από εκεί εξαιτίας των μελών του. Άρα λοιπόν, δεν είναι αίτια της αμαρτίας τα μέλη του σώματος, αλλά αίτιοι είναι εκείνοι που χρησιμοποιούν τα μέλη κακώς. Ο δημιουργός των μελών του σώματος είναι σοφός. Ποιός έκανε κατά τέτοιο τρόπο τη μήτρα της γυναίκας, ώστε να μπορεί να διογκώνεται τόσο κατάλληλα, για να κυοφορούνται τα βρέφη; Ποιός δίνει την ψυχή στα έμβρυα; Ποιός μας στήριξε με τον οστέινο σκελετό και το νευρικό σύστημα; Ποιός περιέβαλε αυτό το σκελετό με τα σαρκώματα και το δέρμα και ποιός κάνει τους μαστούς να τρέχουν γάλα, μόλις γεννηθεί το βρέφος; Πώς μεγαλώνει το βρέφος και γίνεται παιδί και αυτό νέος, μετά άνδρας και πάλι ο ίδιος αυτός γίνεται γέρος, χωρίς να αντιλαμβάνεται με ακρίβεια την αλλαγή που συμβαίνει επάνω του καθημερινά; Πώς ένα μέρος από την τροφή γίνεται αίμα, άλλο αποβάλλεται, και άλλο μεταβάλλεται σε σάρκα; Ποιός κινεί αδιάκοπα την καρδιά; Ποιός έχει ασφαλίσει με τα βλέφαρα την απαλότητα των ματιών, των οποίων τη θαυμαστή και πολύπλοκη κατασκευή μόλις και με δυσκολία καταφέρνουν να εξηγήσουν τα ογκώδη ιατρικά συγγράμματα; Ποιός έδωσε σε όλο το σώμα μια αναπνοή; Μελετώντας όλα αυτά, άνθρωπε, μπορείς να γνωρίσεις το Σοφό Κατασκευαστή και Δημιουργό.

Με όλα αυτά πήρε μάκρος ο λόγος, παρόλο που έχω πολλά άλλα ακόμα παραλείψει και μάλιστα, εκείνα που έχουν σχέση με τα ασώματα και τα αόρατα. Με αυτό τον τρόπο θέλησα να σε βοηθήσω να μισήσεις αυτούς που βλασφημούν το σοφό και αγαθό τεχνίτη. Από όσα επίσης έχουμε πει και από όσα θα διαβάσεις και από όσα συ ο ίδιος θα ανακαλύψεις ή θα μπορέσεις να εννοήσεις -πολύ περισσότερο από το υπερβολικό κάλλος των δημιουργημάτων- θα έρθεις σε αίσθηση και θα εννοήσεις το Δημιουργό (Πρβλ. Σοφ. Σολ. 13,5). Θα προσκυνήσεις με ευλάβεια το Δημιουργό όλων των αισθητών και νοητών, των ορατών και των αοράτων. Και με ευγνώμονα και δοξολογική φωνή, με ασίγητα χείλη και καρδιά θα ανυμνείς το Θεό λέγοντας: «Πόσο αξιοθαύμαστα είναι τα έργα Σου Κύριε! Όλα τα έχεις δημιουργήσει με σοφία» (Πρβλ. Ψαλμ. 103, 24), Σε Σένα λοιπόν πρέπει η τιμή, η δόξα και η μεγαλωσύνη, τώρα και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

(Αγ. Κυρίλλου Ιεροσολύμων, «Κατηχήσεις», εκδ. Ετοιμασία, Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου, Καρέα. Κατήχηση Θ΄, σ. 164-175)