Η ησυχαστικό και φιλοκαλικό κίνημα
20.07.2011
Τα δύο κινήματα.
Δύο μεγάλα πνευματικά κινήματα του ορθόδοξου μοναχισμού, που είχαν βαρυσήμαντες επιπτώσεις στη ζωή και την πορεία όχι μόνο του μοναχισμού αλλά και ολόκληρης της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ήταν το ησυχαστικό και το φιλοκαλικό. Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι και τα δύο αυτά κινήματα ξεκίνησαν από το Άγιον Όρος και είχαν την αναφορά τους σε αυτό.
Το ησυχαστικό κίνημα.
Το πρώτο κίνημα, το ησυχαστικό, εκδηλώθηκε τον δέκατο τέταρτο αιώνα. Κατά την κρίσιμη αυτή ιστορική καμπή της ακμής του λογοκρατικού πνεύματος και της διαδόσεως του σχολαστικισμού της Δύσεως το ησυχαστικό κίνημα διέσωσε και πρόβαλε την ταυτότητα της Ορθόδοξης Εκκλησίας και των ορθόδοξων λαών. Με κύριο εκφραστή του τον αγιορείτη μοναχό και στη συνέχεια αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, το ησυχαστικό κίνημα πρόβαλε τον εμπειρικό χαρακτήρα της χριστιανικής πίστεως και αντέκρουσε τη νοησιαρχική διδασκαλία του Βαρλαάμ του Καλαβρού και των ομοφρόνων του.
Η επικράτηση του ησυχαστικού κινήματος έδωσε νέες δυνάμεις στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Το ησυχαστικό πνεύμα διαδόθηκε γρήγορα όχι μόνο μέσα στην περιοχή της περιορισμένης ήδη κατά την εποχή αυτή Βυζαντινής αυτοκρατορίας, αλλά και σε ολόκληρο τον ορθόδοξο κόσμο. Έδωσε νέα πνοή στην εκκλησιαστική διακυβέρνησή και ζωή, τοποθέτησε σε δευτερεύουσα μοίρα εθνικές διεκδικήσεις και πρόσφερε στους πιστούς ισχυρά πνευματικά στηρίγματα για την αντιμετώπιση των δεινών και των κινδύνων, που απειλούσαν την αυτοκρατορία.
Ήδη από το 1325, πριν εκσπάσει ή διαμάχη μεταξύ του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά και του Βαρλαάμ, ο όσιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης μετέφερε τον ησυχασμό στην Βουλγαρία, ενώ ο μαθητής και συνεχιστής της παραδόσεως του οσίου Γρηγορίου, Βούλγαρος μοναχός Θεοδόσιος, εδραίωσε τον ησυχασμό στο βουλγαρικό χώρο. Το έργο του συνέχισε ο μαθητής του Ευθύμιος, μετέπειτα πατριαρχία Τυρνόβου (1375-1393). Κατά την πατριαρχία του Ευθυμίου το Τύρνοβο έγινε κέντρο μεταδόσεως του ησυχασμού στις σλαβικές χώρες.
Στη Σερβία.
Μεγάλη επίσης εξάπλωση είχε ο ησυχασμός και στην Σερβία. Είναι χαρακτηριστικό ότι πρώτοι οι Σέρβοι μετέφρασαν έργα του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά και τίμησαν τον ίδιο ως άγιο ήδη πριν την επίσημη αναγνώριση του. Η εξάπλωση του ησυχασμού είχε σαφή επίδραση και στην τέχνη και τον πολιτισμό της Σερβίας, όπως και ολόκληρου του βαλκανικού χώρου.
Στη Ρουμανία.
Στην Ρουμανία το ησυχαστικό πνεύμα διαδόθηκε γρήγορα σε όλα τα κοινωνικά στρώματα. Σε αυτό συνέβαλε πολύ ο γνωστός ησυχαστής Νείλος, μητροπολίτης Βλαχίας και πρώην πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Ο ηγεμόνας της Βλαχίας Νeagos Basarab (1512-1521), μαθητής του Νείλου, συνέταξε τη Διδασκαλία προς τον υιόν του Θεοδόσιον, που θεωρείται μνημειώδες εθνικό αλλά και ησυχαστικό έργο της Ρουμανίας. Έχοντας υπόψη του προηγούμενα παραδείγματα βυζαντινών αυτοκρατόρων (Βασιλείου Μακεδόνος, Μανουήλ Β’ κ.ά.), που έγραψαν συμβουλές για τους διαδόχους τους, παρουσίασε τον τύπο του ησυχαστή ηγέτη, ξεκινώντας από το μονάρχη και επεκτεινόμενος στους πατριάρχες, τους επισκόπους, τους ηγουμένους, τους πλουσίους και τους φτωχούς. Έτσι παράλληλα προς τον Ηγεμόνα του Μακιαβέλη (1469-1527) παρουσιάζεται ο ησυχαστής ηγεμόνας, φιλοτεχνημένος με το πνεύμα της ορθόδοξης παραδόσεως. Πεποίθηση του συγγραφέα είναι ότι η χριστιανική τελειότητα μπορεί να πραγματοποιηθεί και χωρίς τη φυγή από τον κόσμο.
Στην Ρωσία.
Εντυπωσιακές όμως ήταν και οι επιπτώσεις του ησυχασμού στην Ρωσία. Έκτος από τις σημαντικές επιδράσεις που άσκησε στην εκκλησιαστική πολιτική της Ρωσίας, ενέπνευσε και ιδιαίτερα πνευματικά κινήματα με ουσιαστικές επιπτώσεις στην κοινωνική ζωή. Ο όσιος Νείλος της Σόρας, που άρχισε τη μοναχική ζωή του στην Ρωσία, ανικανοποίητος από την εκεί πνευματική κατάσταση, επισκέφθηκε το Άγιον Όρος, όπου και παρέμεινε πολλά έτη. Φρόντισε ιδιαίτερα να γνωρίσει και να ζήσει την ησυχαστική παράδοση, την οποία και θέλησε να μεταφέρει ακολούθως στην πατρίδα του. Συγκεντρώνοντας το ενδιαφέρον της μοναχικής ζωής στον έσω άνθρωπο και προσπαθώντας να διατηρήσει πιστά την απλότητα και την ακτημοσύνη της αποστολικής περιόδου, προκάλεσε την έντονη αντίδραση των Ιωσηφιτών μοναχών, που επικρατούσαν στην Ρωσία. Ο Όσιος Ιωσήφ του Βολώκ, προβάλλοντας το κοινοτικό πνεύμα της μοναχικής ζωής και προσέχοντας ιδιαίτερα την εξωτερική συμπεριφορά των μοναχών, έβλεπε τα μοναστήρια ως κέντρα προετοιμασίας για τη μέλλουσα εκκλησιαστική ηγεσία. Ο Ιωσήφ και οι οπαδοί του υποστήριζαν την ανάγκη υπάρξεως περιουσίας στις μονές για την πραγματοποίηση κοινωνικού έργου. Ο Νείλος και οι οπαδοί του ήταν υπέρμαχοι της ακτημοσύνης. Το 1515 άρχισε μεταξύ των δύο μερίδων διαμάχη, που διήρκεσε περισσότερο από πενήντα χρόνια, με τελική επικράτηση των Ιωσηφιτών. Με την έκβαση αυτή παραμερίστηκε στην Ρωσία η ησυχαστική παράδοση, παρήκμασε βαθμηδόν ο μοναχισμός και άνοιξε ο δρόμος για την είσοδο του δυτικού πνεύματος και την εκκοσμίκευση της εκκλησιαστικής και κοινωνικής ζωής.
Το φιλοκαλικό κίνημα.
Το φιλοκαλικό κίνημα, γνωστό και ως κίνημα των Κολλυβάδων, που ξεκίνησε πάλι από το Άγιον Όρος στο δεύτερο μισό του δέκατου όγδοου αιώνα, ήταν ένα από τα σημαντικότερα πνευματικά γεγονότα της περιόδου της τουρκοκρατίας. Το κίνημα αυτό έφερε την ανανέωση του ησυχαστικού πνεύματος και άσκησε βαθειά επίδραση σε ολόκληρο τον ορθόδοξο κόσμο. Σκοπός του φιλοκαλικού κινήματος ήταν η πνευματική στήριξη των Ορθοδόξων με την αξιοποίηση της πατερικής παραδόσεως και της λειτουργικής ζωής. Οι άγιοι Μακάριος Κορίνθου (1731-1805) και Νικόδημος Αγιορείτης (1749-1809) εξέδωσαν τη Φιλοκαλία για πρώτη φορά το 1782. Οι ίδιοι εξέδωσαν τη Συναγωγή του Παύλου Ευεργετηνού, ενώ ιδιαιτέρως ο άγιος Νικόδημος πολλά άλλα συγγράμματα. Επιχείρησε μάλιστα να εκδώσει και τα έργα του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, αλλά τα χειρόγραφα που στάλθηκαν στην Βιέννη για να τυπωθούν χάθηκαν. Το φιλοκαλικό κίνημα συνέβαλε ουσιαστικά στην ανανέωση της θρησκευτικής ζωής και την ανασύνδεση του ελληνικού λαού με τις πνευματικές του ρίζες. Στο πνεύμα του κινήματος αυτού βρίσκονται και οι δύο σπουδαίοι λογοτέχνες Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης και Αλέξανδρος Μωραϊτίδης.
Η διάδοσή του στον ορθόδοξο κόσμο.
Τη διάδοση του φιλοκαλικού πνεύματος στην Μολδαβία και την Ρωσία ανέλαβε ο Παΐσιος Βελιτσκόφσκι (1722-1794). Μετά σύντομη εγκαταβίωση σε μονές της πατρίδας του και της Μολδαβίας ο Παΐσιος, με το όνομα Πλάτων, επισκέφθηκε το Άγιον Όρος. Εκεί έζησε ως ερημίτης και ως γέροντας αδελφότητα στη Σκήτη του Προφήτη Ηλία κοντά στη μονή Παντοκράτορος. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Άγιον Όρος ήρθε σε επαφή με πρωτεργάτες του φιλοκαλικού κινήματος και άρχισε να εργάζεται για τη συλλογή και τη μετάφραση ασκητικών κειμένων. Το 1763 επέστρεψε με τη συνοδεία του στην Μολδαβία, όπου συγκρότησε μεγάλες μοναστικές αδελφότητες, και παράλληλα προς τα μοναχικά του καθήκοντα φρόντισε για τη μετάφραση της Φιλοκαλίας. Αυτή δημοσιεύθηκε στα σλαβονικά στην Μόσχα το 1793, ένδεκα χρόνια μετά τη δημοσίευση της ελληνικής στην Βενετία το 1782 από τον άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, και διαδόθηκε ευρύτατα όχι μόνο μεταξύ των μοναχών, αλλά και μεταξύ των λαϊκών.
Το φιλοκαλικό κίνημα επηρέασε βαθύτατα τη θρησκευτική και κοινωνική ζωή στην Ρωσία. Στο κλίμα αυτό καλλιεργήθηκε ο θεσμός των πνευματικών Γερόντων (Στάρετς) και αναδείχθηκαν πολλά μοναστικά κέντρα, ανάμεσα στα οποία διακρίθηκαν ιδιαίτερα το Σάρωφ και η Όπτινα. Η προσευχή του Ιησού διαδόθηκε σε όλα τα στρώματα του ρωσικού λαού και αναπτύχθηκε βαθύτατη λαϊκή ευσέβεια. Χαρακτηριστικό είναι το βιβλίο Οι περιπέτειες ενός προσκυνητού, που έχει γραφεί κατά το 1853 πρωτοτύπως στα ρωσικά από άγνωστο συγγραφέα και κυκλοφόρησε ευρύτατα σε όλο τον ορθόδοξο κόσμο. Έτσι, μετά την κρίση που υπέστη η ορθόδοξη παράδοση κατά το δέκατο έκτο και το δέκατο έβδομο αιώνα με τις έντονες δυτικές επιδράσεις, και μετά την αναζήτηση νέων προσανατολισμών κατά τον αιώνα που ακολούθησε, διαμορφώθηκε νέα κατάσταση. Δίπλα στους λογοκράτες και τους οπαδούς του γερμανικού ιδεαλισμού παρουσιάσθηκαν οι σλαβόφιλοι, που ανασυνδέθηκαν με τις βυζαντινές πηγές της σλαβικής Ορθοδοξίας. Από τον κύκλο των σλαβοφίλων προήλθε και πλειάδα ρώσων λογοτεχνών και φιλοσόφων, όπως ο Ντοστογιέφσκι και ο Μπερδιάγιεφ, που σφράγισαν με την παρουσία τους την πνευματική και την κοινωνική ζωή της Ρωσίας αλλά και γενικότερα της Ευρώπης κατά τους νεώτερους χρόνους. Αξιόλογη τέλος ήταν η επίδραση του φιλοκαλικού κινήματος στην Ρουμανία, όπως και στον υπόλοιπο ορθόδοξο κόσμο, όπου όμως οι σχετικοί καρποί φάνηκαν αργότερα.
πηγή: Γεωργίου Ι. Μαντζαρίδη, Ομοτ. Καθηγητού Θεολογίας Α.Π.Θ, «Κοινωνιολογία του Xριστιανισμού», εκδ. Π. Πουρναρά – Θεσ/νίκη, σ. 133-138