Ο Παράκλητος και η δική μας ορφάνια


03.06.2012

Είπαμε ότι το Άγιο Πνεύμα είναι και Παράκλητος. Αυτή η λέξη στα Ελληνικά είναι αρκετά σύνθετη. Σημαίνει Αυτόν που φέρνει παρηγοριά. Αυτόν που φέρνει δύναμη. Αυτόν που φέρνει χαρά -και τα τρία αυτά χαρακτηριστικά είναι σημαντικά. Είναι ο Παράκλητος, Αυτός που φέρνει παραμυθία σ’ όσους μπορούν να λένε μαζί με τον απόστολο Παύλο «εμοί γάρ το ζην Χριστός και το αποθανείν κέρδος» -για μένα η ζωή είναι ο Χριστός-χωρίς τον Χριστό δεν υπάρχει για μένα ζωή και επομένως ο θάνατος είναι κέρδος (βλ. Φιλιπ. 1. 21 και Ρωμ. 7.24). Παρηγορεί εκείνους που μπορούν να αισθανθούν την ορφάνια τους -την ορφάνια για την απουσία του Χριστού από τα ορατά αυτού του κόσμου, την ορφάνια για την έλλειψη του συγκεκριμένου χαρακτήρα που είχε η παρουσία Του, όταν ήταν ανάμεσα στους μαθητές Του, τον καιρό που ήταν εν σαρκί. Είμαστε ορφανοί. οσοδήποτε κοντά μας κι αν είναι ο Χριστός, οσοδήποτε κι αν έχουμε βαθμιαία ενωθεί μαζί Του, όσο η διαδικασία δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί, όσο η Εκκλησία και η ανθρωπότητα δεν έχει γίνει, πραγματικά, ουσιωδώς και αληθινά ο καθολικός Χριστός, υπάρχει μέσα μας μια λαχτάρα και μια οιμωγή, καθώς και μια αίσθηση ότι είμαστε ορφανοί και έχουμε ανάγκη κάποιον που θα είναι μαζί μας, θα μας παρηγορεί. θα μας δίνει κουράγιο, θα μας δυναμώνει. Και πράγματι, το Άγιο Πνεύμα είναι αυτό που επιδαψιλεύει δύναμη· δύναμη να αντέξουμε τη συνθήκη της ορφάνιας μας· δύναμη να ζήσουμε στον κόσμο, όπου έχουμε αποσταλεί με τους όρους του Χριστού, ενώ είμαστε τόσο μακριά απ’ ό,τι Εκείνος ήταν δύναμη να ζήσουμε στον κόσμο, μολονότι έχουμε κληθεί να είμαστε εν αυτώ, χωρίς να είμαστε ταυτόχρονα εξ αυτού. Υπάρχει μέσα μας μια οδυνηρή αντινομία, μια θρηνώδης αίσθηση ότι ανήκουμε σε δύο κόσμους, ενώ θα έπρεπε να τους έχουμε φέρει μέσα μας σε ενότητα, όπως και ο Χριστός τους είχε φέρει σε ενότητα.

Ταυτόχρονα όμως, το Άγιο Πνεύμα είναι αυτό το Πρόσωπο που κομίζει χαρά, τη χαρά της γνώσης του Χριστού, τη χαρά της συμμετοχής στη ζωή του Θεού, τη χαρά του να είναι κανείς ζωντανός χάρη σ’ αυτό ακριβώς το Άγιο Πνεύμα. Συνεπώς, κατ’ αρχήν έτσι αισθανόμαστε την παρουσία του Αγίου Πνεύματος, αν είμαστε αρκούντως χριστιανοί ώστε να έχουμε συνείδηση της (σχετικής αλλά πραγματικής) απουσίας του Χριστού· αν είμαστε αρκούντως χριστιανοί ώστε να λαχταράμε την εγγύτητα που δεν διαθέτουμε, αλλά στην οποία έχουμε κληθεί. Το Άγιο Πνεύμα είναι εκείνο που θα μας δώσει δύναμη να αντέξουμε την κάθε δοκιμασία -και οι δοκιμασίες θα είναι πολλές και ποικίλες – και μολονότι ορφανοί- και υποκείμενοι σε πειρασμούς, να χαιρόμαστε, όπως ο απόστολος Παύλος ήξερε να χαίρεται εν μέσω διωγμών, βασάνων, λιμού και φόβου. Το Άγιο Πνεύμα είναι που θα πάρει ό,τι είναι του Χριστού και θα μας το φανερώσει -δηλαδή τη διδασκαλία Του και ακόμα περισσότερο τη γνώση του Θεού, τη γνώση του Πατέρα. Στα τελευταία λόγια Του προς τους μαθητές, ο Χριστός λέει, μιλώντας στον Θεό: «Εγνώρισα αυτοίς το όνομά σου» (Ιωάν. 17. 26). Και αν διαβάσετε αυτό το απόσπασμα προσεκτικά, το όνομα του Θεού είναι Αγάπη, Αλήθεια, Ζωή -όμως όλα αυτά πρέπει να γίνουν κατανοητά, πρέπει να φανερωθούν. Και ο Χριστός. μιλώντας για τον Πατέρα, λέει: «τα εμά πάντα σα έστιν και τα σα εμά» (Ιωάν. 17, 10). Έτσι. το Άγιο Πνεύμα, αποκαλύπτοντας σε μας ό,τι είναι του Χριστού, μας αποκαλύπτει τα βάθη της θεότητας.

Σημείο του ερχόμενου κόσμου.

Ο απόστολος Παύλος λέει πως θα έρθει καιρός που θα γνωρίζουμε όπως έχουμε γνωρισθεί. Αυτό ξεκινά ήδη από τώρα. Και υπ’ αύτη την έννοια, το Άγιο Πνεύμα είναι και πάλι το σημείο του ερχόμενου κόσμου, της ερχόμενης εποχής.

Έχω πει περισσότερες από μία φορές πως το Τέλος, κατά μία συγκεκριμένη έννοια, ήρθε όταν ο Χριστός ήρθε στον κόσμο με την ενσάρκωσή Του• και το τέλος είναι ακόμα μπροστά μας, είναι αναμενόμενο. Όμως ανάμεσα στους δύο ερχομούς του Χριστού, ανάμεσα στην ταπείνωση του πρώτου ερχομού και τη δόξα του δεύτερου, υπάρχει μία ολοένα αυξανόμενη προκοπή της γνώσης του Θεού μέσα στην καρδιά, μέσα στον νου και την όλη ύπαρξη του κάθε χριστιανού. Και αυτή η γνώση δεν είναι μία γνώση που μπορεί να αποκομιστεί από αυτό εδώ τον κόσμο, αλλά έρχεται σε μας από τον ίδιο τον Θεό. Έχει τη διάσταση της αιωνιότητας. Έχει τη διάσταση της εποχής που μας ζυγώνει. Είναι η διάσταση του τελικού και απώτατου πληρώματος. Το Άγιο Πνεύμα είναι το σημείο, το σημάδι, ότι η αιωνιότητα εκχέεται σαν καταρράκτης μέσα στον χρόνο, και ότι ο χρόνος διαποτίζεται από αυτή. Για να χρησιμοποιήσω την έκφραση του Οιivier Clement: όταν μιλάμε για τον χρόνο τώρα, είμαστε μέσα στο δόγμα της Χαλκηδόνας που βεβαίωσε πως Θεός και Άνθρωπος είναι τώρα εν Χριστώ ένα. Με τον ίδιο τρόπο –κατ’ αναλογίαν όμως- όσο ο χρόνος είναι γεμάτος από την αιωνιότητα και η αιωνιότητα έχει εγκολπωθεί τον χρόνο. Είναι τώρα αδιάσπαστα ενωμένοι, κατά τρόπο ανείδωτο πριν από την έλευση του Χριστού και τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος κατά την Πεντηκοστή. Το Άγιο Πνεύμα είναι το Πνεύμα της αληθείας, που μας αποκαλύπτει τον Χριστό ως την Αλήθεια, και που μας επιτρέπει να διακρίνουμε την Αλήθεια στο μέτρο που μπορεί αυτή να εκφραστεί με λέξεις στην Αγία Γραφή.

Σύμφωνα με την εμπειρία μας, η διάκριση του πνεύματος είναι ίσως, μετά την αγάπη, το μεγαλύτερο δώρημα του Θεού στον άνθρωπο. Και εξαιτίας αυτού, εξαιτίας του ότι το Άγιο Πνεύμα μάς ενώνει με τον Κύριο Ιησού Χριστό μ’ αυτό τον άφατο και υπέροχο τρόπο, μπορεί επίσης να μας διδάξει να αποκαλούμε τον Θεό του ουρανού «πατέρα», «πατέρα μας». Μπορεί να το κάνει αυτό εξαιτίας της ενότητας που εγκαθιδρύει μεταξύ ημών και του Χριστού, μιας ενότητας που μας οδηγεί σταδιακά στον καιρό που η ανθρωπότητα θα έχει προκόψει στο πλήρες μέτρο της ηλικίας της, όταν κάθε ένας από μας θα έχει φτάσει στο μέτρο της προκοπής που έχει κληθεί να φτάσει, και όταν όλοι μαζί, εν ενότητι με τον Χριστό, και έμπλεοι Αγίου Πνεύματος, θα έχουμε γίνει αυτό που ό άγιος Ειρηναίος Λυών ονομάζει Τοtus Christus, ο όλος Χριστός, για τον οποίο ήδη από τον πρώτο αιώνα μιλάει ο άγιος Ιγνάτιος Αντιοχείας. Και όταν θα έχουμε γίνει Τotus Christus, τότε, μαζί με τον Μονογενή Υιό του Θεού, θα έχουμε γίνει -κι αυτό είναι ίσως η πιο τολμηρή κουβέντα τού αγίου Ειρηναίου- ο μονογενής υιός του Θεού.

(Anthony Bloom, «Η εν Θεώ ζωή μας», εκδ. Εν πλω, σ. 29-35)