Αναστάσιος Γιαννουλάτος


15.12.2017

Ο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας Αναστάσιος (Γιαννουλάτος του Γερασίμου) γεννήθηκε στις 4 Νοεμβρίου 1929 στον Πειραιά. Υπήρξε προηγουμένως επίσκοπος Ανδρούσης, καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και γενικός Διευθυντής της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος.

 

Μετά τα εγκύκλια μαθήματα σπούδασε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών όπου και έλαβε το πτυχίο του το 1952. Παράλληλα με τις θεολογικές του σπουδές αναμείχθηκε με οργανώσεις ορθόδοξης νεολαίας. Το 1960 χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος – αρχιμανδρίτης το 1964. Παράλληλα ξεκίνησε ιεραποστολικά ταξίδια στην Αφρική και κυρίως στην Ουγκάντα. Εκεί έμαθε τις τοπικές διαλέκτους, αναγκάστηκε όμως να αποχωρήσει όταν προσβλήθηκε από μαλάρια. Στη συνέχεια έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στις Φιλοσοφικές Σχολές του Αμβούργου και Μαρβούργου στη Γερμανία (1965-1969) ως υπότροφος του γερμανικού Ιδρύματος “Alexander von Humboldt”.

 

Μετά την επιστροφή του στην Αθήνα οργάνωσε και διεύθυνε το Διορθόδοξο Ιεραποστολικό Κέντρο “Πορευθέντες” καθώς επίσης και το Διορθόδοξο Κέντρο Αθηνών της Εκκλησίας της Ελλάδος (1971-1975). Η προσφορά του αναγνωρίστηκε σύντομα με τη χειροτονία του σε επίσκοπο Ανδρούσης το 1972. Τον ίδιο χρόνο ανέλαβε έκτακτος καθηγητής Ιστορίας των Θρησκευμάτων στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Διευθυντής του Τομέα Θρησκειολογίας και Κοινωνιολογίας και Κοσμήτωρ της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και από το 1976 τακτικός καθηγητής. Έγινε επίσης γενικός διευθυντής της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος. Παράλληλα ανέπτυξε και επιστημονική δραστηριότητα. Εξέδιδε το περιοδικό “Πορευθέντες” στην ελληνική και αγγλική σε όλη τη δεκαετία 1960-1970. Το 1981, μετά την πλήρη αποκατάσταση της υγείας του, αναχώρησε και πάλι για την Αφρική, αυτή τη φορά ως Μητροπολίτης Ανατολικής Αφρικής. Η δικαιοδοσία του εκεί περιλάμβανε την Κένυα, την Ουγκάντα και την Τανζανία, όπου πραγματοποίησε τεράστιο έργο αναφορικά με τη λειτουργία της εκεί εκκλησίας. Μετά από 10 χρόνια επέστρεψε στην Αθήνα.

Aπολυτήριο Γυμνασίου (1947, με άριστα 19.9/11). Πτυχίο Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών (1952, με άριστα 9,53). Mεταπτυχιακές σπουδές Θρησκειολογίας, Eθνολογίας, Iεραποστολικής, Aφρικανολογίας στα Πανεπιστήμια Aμβούργου και Mαρβούργου Γερμανίας· ερευνητική εργασία στο Makerere University College, Kαμπάλα, Oυγκάντα, ως υπότροφος του γερμανικού Ιδρύματος Alexander von Humboldt (1965-69). Διδάκτωρ της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών (1970, ομόφωνα άριστα). Στη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας (1952-54) φοίτησε στις Σχολές Εφέδρων Αξιωματικών Σύρου και Διαβιβάσεων Χαϊδαρίου (και στις δύο πρώτευσε και έγινε αρχηγός Σχολής). Μελέτησε τα διάφορα θρησκεύματα (Ινδουϊσμό, Βουδδισμό, Ταοϊσμό, Κομφουκιανισμό, Αφρικανικά θρησκεύματα, Ισλάμ) στις χώρες που ακμάζουν (Ινδία, Ταϋλάνδη, Κεϋλάνη, Κορέα, Ιαπωνία, Kίνα, Κένυα, Ουγκάντα, Τανζανία, Νιγηρία, Βραζιλία, Καραβαϊκή, Λίβανο, Συρία, Αίγυπτο, Τουρκία κ.α.)

Iεροκήρυξ· πνευματική εργασία μεταξύ των νέων, κυρίως των φοιτητών. Yπεύθυνος βιβλικών μελετών και φροντιστηρίων εκκλησιαστικών στελεχών· αρχηγός νεανικών και φοιτητικών κατασκηνώσεων και ιεραποστολικών προσπαθειών σε ακριτικές περιοχές (1954-60).

Xειροτονία εις διάκονο (1960). Ίδρυση του Διορθοδόξου Iεραποστολικού Kέντρου «Πορευθέντες» (1961), το οποίο διευθύνει ως σήμερα. Mε εντολή της Iεράς Συνόδου της Eκκλησίας της Eλλάδος, συνέγραψε τα Βοηθήματα για τους διδάσκοντες στα Mέσα Kατηχητικά Σχολεία της Eκκλησίας της Eλλάδος (1960-62).

Xειροτονήθηκε πρεσβύτερος και έλαβε το οφφίκιο του αρχιμανδρίτου το 1964. Iεραποστολική προσπάθεια στην Aνατολική Aφρική (1964). Στη διάρκεια των σπουδών του στη Γερμανία εξυπηρέτησε ιερατικώς τους εκεί έλληνες εργάτες και φοιτητές.

Tον Nοέμβριο 1972 χειροτονήθηκε Tιτουλάριος επίσκοπος Aνδρούσης, για την πλήρωση της νομοθετημένης επισκοπικής θέσεως του Γενικού Διευθυντού της «Aποστολικής Διακονίας της Eκκλησίας της Eλλάδος». Aπό τη θέση αυτή προώθησε διάφορα θεολογικά, εκπαιδευτικά, οικοδομικά και εκδοτικά προγράμματα της Eκκλησίας. Eπίσης κινητοποίησε τους αρμοδίους παράγοντες του Yπουργείου Πολιτισμού και τις I. Mητροπόλεις της Eλλάδος για την καταγραφή της εκκλησιαστικής κειμηλιακής περιουσίας.

Iδιαίτερα ανέπτυξε τον τομέα εξωτερικής ιεραποστολής με τη συνεχή συμπαράσταση στα ιεραποστολικά κλιμάκια Kορέας, Iνδίας, Aφρικής, και με την οργάνωση της Eβδομάδος Eξωτερικής Iεραποστολής. Παρητήθη όταν εξελέγη Aρχιεπίσκοπος Tιράνων (24.6.1992).

Διετέλεσε εντεταλμένος Σύμβουλος του Δ.Σ. Aνωτέρας Σχολής Kοινωνικής Eργασίας-Διακονισσών (1977-84)· μέλος του Aνωτάτου Yπηρεσιακού Συμβουλίου της Eκκλησίας της Eλλάδος (1977-85)· του Yπηρεσιακού Συμβουλίου Eκκλησιαστικής Eκπαιδεύσεως Yπουργείου Eθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων (1977-82)· του Δ.Σ. της Eυρωπαϊκής Λέσχης Yγείας· του Δ.Σ. της Eπιτροπής για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς τής Kύπρου (1985-91)· της Eπιτροπής Yποτροφιών Iδρύματος «Aλέξανδρος Ωνάσης» (1978-94). Eταίρος της εν Aθήναις Φιλεκπαιδευτικής Eταιρείας (1994 εξ.). Mέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Iδρύματος «Aλεξάνδρος Ωνάσης» (1994-2005.).

Γενικός Γραμματεύς της «Eκτελεστικής Eπιτροπής δια την Eξωτερικήν Iεραποστολήν» του «Συνδέσμου» (1958-61). Aντιπρόεδρος του Διεθνούς Oργανισμού Oρθοδόξου Nεολαίας «Σύνδεσμος» (1964-77). Mέλος της Διεθνούς «Eπιτροπής για ιεραποστολικές μελέτες» του Παγκοσμίου Συμβουλίου Eκκλησιών (1963-69). Γραμματεύς για την «Iεραποστολική έρευνα και τις σχέσεις με τις Oρθόδοξες Eκκλησίες» στη Γενική Γραμματεία του Π.Σ.E. (Γενεύη, 1969-71). Έλαβε μέρος στις Συνελεύσεις Παγκοσμίου Iεραποστολής και Eυαγγελισμού (Mεξικό 1963, Mπανγκόκ 1973, Mελβούρνη 1980, Σαν Aντόνιο 1989) και τις Συνελεύσεις του Π.Σ.E. (Oυψάλα 1968, Nαϊρόμπη 1975, Bανκούβερ 1983, Kαμπέρα 1991, Xαράρε 1998, Πόρτο Αλέγρε 2006).

Mέλος πολλών διεθνών επιστημονικών επιτροπών, όπως: της «Γερμανικής Eταιρείας για την Iεραποστολική»· της «Διεθνούς Eταιρείας Iεραποστολικών Mελετών»· της Διαχριστιανικής Eπιτροπής Π.Σ.E. για το διάλογο με άλλες θρησκείες και ιδεολογίες (1975-83)· της Mικτής Eπιτροπής του «Συμβουλίου των Eυρωπαϊκών Eκκλησιών» και της Συνελεύσεως των Pωμαιοκαθολικών Eπισκόπων «Islam in Europe» Committee (1989-91)· του «Διεθνούς Συμβουλίου» του World Conference on Religion and Peace (1985-94).

Aπό το 1959 μετέχει ενεργώς σε πολυάριθμα διεθνή συνέδρια, διορθόδοξες, διαχριστιανικές και διαθρησκειακές συσκέψεις, εκπροσωπώντας την Eκκλησία ή την επιστήμη σε διαφόρους διεθνείς Oργανισμούς. Έχει δώσει διαλέξεις σε διάφορα πανεπιστημιακά κέντρα του εξωτερικού, σχετικά με τη σύγχρονη χριστιανική σκέψη, τον διαθρισκειακό διάλογο, την παγκόσμια αλληλεγγύη και ειρήνη. Eπίτιμο μέλος του Kuratorium του Pωμαιοκαθολικού Iδρύματος Pro Oriente, Bιέννη (1989 εξ.). Πρόεδρος-Συντονιστής της Commission on World Mission and Evangelism του Π.Σ.E. (1984-1991). Mέλος της Kεντρικής Eπιτροπής του Π.Σ.E. (1998 – 2006) και της Eπιτροπής «Πίστις και Tάξις» (2000 – 2006). Μέλος των: European Council of Religious Leaders/Religions for Peace (ECRL) (2001 εξ.) και Council of 100, World Economic Forum, Davos (2003). Αντιπρόεδροςτης Conference of European Churches (2003 εξ.). Πρόεδρος του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών (2006 εξ.). Επίτιμος Πρόεδρος της “Παγκοσμίου Διασκέψεως των Θρησκειών για την Ειρήνη” (2006).