Ιερά Ακολουθία του Οσίου και Θεοφόρου πατρός Ημών Σάββα του Βατοπαιδινού (Μηνήμη 15 Ιουνίου)
15.06.2013
Ιερά Ακολουθία
του Οσίου και θεοφόρου
πατρός ημών
Σάββα
του Βατοπαιδινού
του δια Χριστόν σαλού
Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου
Τυπική Διάταξις
Akolouthia Agiou Savva dia Xriston salou (15 Iouniou)
Ει τύχοι η μνήμη του Αγίου εν ημέρα Κυριακή, συμψάλλεται η Ακολουθία αυτού μετά των Αναστασίμων, ως εξής:
Εις τον Μικρόν Εσπερινόν λέγομεν τα Προσόμοια της φυλλάδος. Δόξα, του Αγίου· Και νυν, το Δογματικόν του Μικρού Εσπερινού εις τον τυχόντα ήχον. Εις τα Απόστιχα ψάλλομεν πρώτον εν Αναστάσιμον Στιχηρόν του τυχόντος ήχου και είτα τα του Αγίου. Απολυτίκιον του Αγίου και Θεοτοκίον.
Εις τον Μέγαν Εσπερινόν ψάλλομεν μίαν στάσιν του «Μακάριος ανήρ» και αναγινώσκεται το λοιπόν Κάθισμα χύμα. Εις το Κύριε Εκέκραξα ιστώμεν δέκα στίχους: δ´ Αναστάσιμα και ϛ´ του Αγίου (γ´ του Πρώτου ήχου και γ´ του Δευτέρου). Δόξα, του Αγίου. Και νυν· το Δογματικόν του τυχόντος ήχου. Είσοδος, το προκείμενον της ημέρας, τα Αναγνώσματα και η Λιτή του αγίου. Δόξα, του Αγίου. Και νυν, το β´ Θεοτοκίον εκ της Οκτωήχου. Εις τα Απόστιχα εν Αναστάσιμον Στιχηρόν του τυχόντος ήχου και τα Προσόμοια του Αγίου. Δόξα, του Αγίου. Και νυν, Θεοτοκίον. Εις την ευλόγησιν των άρτων το Απολυτίκιον του Αγίου, δις, και το «Θεοτόκε Παρθένε».
Εις το «Θεός Κύριος», Απολυτίκιον Αναστάσιμον δις· Δόξα, του Αγίου· Και νυν, Θεοτοκίον. Καθίσματα εις την α´ Στιχολογίαν πάντα τα Αναστάσιμα. Εις την β´ Στιχολογίαν Καθίσματα του Αγίου. Ο πολυέλαιος, Εξομολογείσθε, εκλογή Οσιακή· και ευθύς τα Ευλογητάρια. Μετά την Υπακοήν, Καθίσματα του Αγίου, οι Αναβαθμοί του τυχόντος ήχου και τα λοιπά ως συνήθως της Κυριακής. Κανόνες: ο Αναστάσιμος εις ϛ´ (μετά των δύο της Θεοτόκου) και του Αγίου οι δύο ανά δ´. Καταβασίαι: «Ανοίξω το στόμα μου». Από γ´ ωδής: Κοντάκιον και Οίκον Αναστάσιμα (χύμα). Είτα Καθίσματα του Αγίου. Αφ ϛ´ ωδής Κοντάκιον και Οίκον του Αγίου. Μετά το, Άγιος Κύριος, ο Θεός ημών… Εξαποστειλάριον Αναστάσιμον, του τυχόντος εωθινού. Είτα, τα Εξαποστειλάρια του Αγίου ως έχουν. Εις τους Αίνους: δ´ Αναστάσιμα, και δ´ του Αγίου. Δόξα, του Αγίου. Και νυν, Υπερευλογημένη. Δοξολογία Μεγάλη, και μετ αὐτὴν το Αναστάσιμον Τροπάριον. Το Εωθινόν λέγεται προ της α´ ώρας.
Εις την Λειτουργίαν οι Μακαρισμοί εις ιβ´: Αναστάσιμα του ήχου εις δ´ και του Αγίου εκ των δύο κανόνων εις η´. Απολυτίκια: Αναστάσιμον δις, του Αγίου δις, και τα συνήθη· Είτα· Υπακοή, Κοντάκιον του Αγίου και τέλος τη Υπερμάχω. Προκείμενον και Αλληλούϊα του Αγίου. Απόστολον και Ευαγγέλιον της Κυριακής και του Αγίου. Κοινωνικόν: «Αινείτε τον Κύριον…» και «Εις μνημόσυνον …». Εις την ευλόγησιν των Κολλύβων Απολυτίκον και Κοντάκιον του Αγίου και «Τη πρεσβεία Κύριε». Εις την Τράπεζαν τα Αναστάσιμα και του Αγίου.
Ει δε τύχει εν άλλη ημέρα, ακολουθούμεν την διάταξιν ως φαίνεται κάτωθι.
Τη 15η του μηνός Ιουνίου μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Σάββα του Βατοπαιδινού και δια Χριστόν Σαλού.
Εν τω Μικρώ Εσπερινώ
Εις το «Κύριε εκέκραξα», ιστώμεν στίχους δ´ και ψάλλομεν Στιχηρά Προσόμοια του Αγίου.
Ήχος β´. Ότε εκ του ξύλου.
Δεύτε των Πατέρων ο χορός, των εν Όρει Άθω οικούντων, Θεόν δοξάσωμεν, θαύμα γαρ υπέδειξεν, εν τοις εσχάτοις καιροίς, υπεράνθρωπον άσκησιν, Πατρός ημών Σάββα, χρόνοις επί πλείοσι, βεβιωμένου καλώς· όνπερ ως ισάγγελον όντα, δεύτε νυν τιμώντες εν ύμνοις, ζήλον τον αυτού εκμιμησώμεθα.
Θείαν θυμηδίαν αληθώς, Σάββα σου ο βίος παρέχει, πάσι τοις βλέπουσι, βίον τον ισάγγελον, ον περ διήνυσας· τα σα άθλα και σκάμματα, ζωής της αμέμπτου, πάντας διεγείρουσι προς ζήλον ένθεον. Σοι νυν ευλαβώς προσιόντες, σε παρακαλούμεν εν πόθω, ίθυνον ημάς προς τελειότητα.
Πάσαν τρικυμίαν των παθών, Πάτερ κατεμάρανας σφόδρα, τη εκρατεία σαρκός, άλλος ώσπερ άσαρκος εν γη ηγώνισαι, εν ερήμοις και όρεσι, εν πόνοις και μόχθοις· όθεν καταγώγιον γέγονας Πνεύματος, Σάββα Βατοπαίδου το κλέος, μέμνησο ημών των εκ πόθου, το σεπτόν μνημόσυνον τελούντων σου.
Δόξα τω δοξάσαντι Θεώ, πίστιν δια σου την αγίαν, Σάββα πανόσιε· συ γαρ πράξει έδειξας και βίω έπεισας, εξασκείν τους την ένθεον, ζωήν ελομένους, λόγω εφελκόμενος, και παραδείγματι· όθεν συνελθόντες εν ύμνοις, την ιερωτάτην σου μνήμην, μάκαρ εορτάζομεν εν άσμασιν.
Δόξα. Ήχος β´.
Η του Αγίου Πνεύματος ζωοπάροχος Χάρις, τη ση ψυχή ενοικούσα, Σάββα ιερώτατε, προς το συνημμένον σώμά σου, διεβίβασε του θείου κάλλους αυτής τα τεκμήρια· η γαρ ισάγγελος μετά σώματος πολιτεία σου, υπέρ πάσαν ανθρώπων έννοιαν, υπέρ πάντα νόμον της φύσεως εξικνουμένη, ημάς τους φοιτητάς σου προς δόξαν συγκαλείται Χριστού του Θεού ημών. Ω δόξης ακραιφνούς, ήσπερ ηξίωσαι θεοδόξαστε Πάτερ! Αλλ αἴτησαι πρεσβείαις σου αξιάγαστε, πάσι τοις ευλαβώς τιμώσί σου τα μνημόσυνα, παρά Χριστού του Θεού, δωρηθήναι το μέγα και πλούσιον έλεος.
Και νυν. Θεοτοκίον.
Την πάσαν ελπίδα μου, εις σε ανατίθημι, Μήτερ του Θεού· φύλαξόν με υπό την σκέπην σου.
Εις τον Στίχον.
Στιχηρά Προσόμοια.
Ήχος β´. Οίκος του Εφραθά.
Σκέπεις περιφρουρών, Μονήν Βατοπαιδίου, εν η κατώκεις Σάββα, επιβουλής παντοίας, την ποίμνην σου ρυόμενος.
Στιχ. Τίμιος εναντίον Κυρίου ο θάνατος του Οσίου αυτού.
Ήχθης ως εν Χωρήβ, Ηλιού ο Θεσβίτης, εν Όρει τω του Άθω, εισδύσας ως θεόπτης, εις γνόφον Σάββα άδυτον.
Στιχ. Μακάριος ανήρ ο φοβούμενος τον Κύριον εν ταις εντολαίς αυτού θελήσει σφόδρα.
Μέγιστον θησαυρόν, πλουτούμεν τον σον βίον, Σάββα ημών προστάτα, εγκύπτοντες εις τούτον, ως βίβλον θεοτύπωτον.
Δόξα. Και νυν. Όμοιον.
Σέλας το τριλαμπές, Πάτερ Υιέ και Πνεύμα, πρεσβείαις του σου Σάββα, και της Πανάγνου Κόρης, ελέησον του δούλους σου.
Νυν απολύεις, το Τρισάγιον· και το
Απολυτίκιον.
Ήχος γ´. Θείας πίστεως.
Έργοις έλαμψας, της ευσεβείας, πάσαν ηύγασας, την οικουμένην, υψοποιώ τη ταπεινώσει κοσμούμενος, Βατοπαιδίου Μονής σεμνολόγημα, και Όρους Άθω καλλονή και ωράϊσμα· Σάββα πάνσοφε, χαρίτων ενθέων έμπλησον, τους πόθω σου την μνήμην εορτάζοντας.
Θεοτοκίον.
Σε την μεσιτεύσασαν την σωτηρίαν του γένους ημών, ανυμνούμεν Θεοτόκε Παρθένε· εν τη σαρκί γαρ τη εκ σου προσληφθείση, ο Υιός σου και Θεός ημών, το δια Σταυρού καταδεξάμενος πάθος, ελυτρώσατο ημάς εκ φθοράς ως φιλάνθρωπος.
Και απόλυσις.
/
Εν τω Μεγάλω Εσπερινώ
Στιχολογογούμεν το «Μακάριος ανήρ». Εις δε το «Κύριε εκέκραξα», ιστώμεν στίχους η´ και ψάλλομεν τα κάτωθι Στιχηρά Προσόμοια του Αγίου.
Ήχος α´. Ω του παραδόξου θαύματος.
Σήμερον φαιδρώς αγάλλονται, των Αγγέλων τάξεις, Αποστόλων σύλλογος, Προφήται συν ασκηταίς, και θείοις Μάρτυσι, τη μνήμη τη ιερά, Σάββα του θείου ενθέως γηθόμενοι· σεμνύνεται η Μονή, Βατοπαιδίου, και χαίρει χορεύουσα, και καταγεραίρει ύμνοις, συγκαλούσα άπαντας, μοναστάς και μιγάδας, συν αυτοίς πανηγυρίζουσα. (δις)
Βίου του σεπτού σου πάντιμε, η φθογγή εξήλθεν, εις τα γης νυν πέρατα, και πάσας των ευσεβών, ψυχάς κατηύφρανε, των πόθω εν τη Μονή, προσερχομένων τελέσαι την μνήμην σου, παντός τε φθοροποιού, εξαιτουμένων την ρώσιν παθήματος· Σάββα μοναστών η δόξα, Άθω μέγα καύχημα, της Μονής σου το θαύμα, υπερεύχου των τιμώντων σε.
Ύμνοις και ωδαίς τιμήσωμεν, επαξίως πάντες, Σάββαν τον πανθαύμαστον, τον κήρυκα της Χριστού μεγαλειότητος, τον πάσας τας μηχανάς, του πονηρού εν ανδρεία πατήσαντα, δι οὗ περ πάντες πιστοί, τη ευσεβεία στερρώς εστηρίχθημεν, τον προς εφετών το άκρον, κατά πόθον φθάσαντα, και χοροίς Ασωμάτων, εις αιώνας αγαλλόμενον.
Έτερα Προσόμοια.
Ήχος β´. Ποίοις ευφημιών στέμμασιν.
Ποίοις ευφραντικοίς μέλεσιν, υπαντήσωμεν φωτί του Άθω, Σάββαν τον σοφόν χριστοκήρυκα, και υπέρ βροτούς αγγελόφρονα; Την των μοναζόντων ευωδίαν, το μέγα, Βατοπαιδίου εγκαλλώπισμα, τον πύργον, της ταπεινώσεως τον άρρηκτον, τον της ασκήσεως στέφει, εγκεκοσμημένον, τον αένναον ποταμόν, πηγήν τε την γέμουσαν, διδαγμάτων ανυμνήσωμεν. (δις)
Ποίοις υμνωδιών κάλλεσιν, αναδήσωμεν Σάββαν τον θείον; ούτος ισαγγέλως γαρ ήσκησε, τω Θεώ αεί συγγινόμενος, και προς υπερκόσμια μετέβη, την δόξαν, κατανοείν την ανεκλάλητον, πυξίον, ημίν καθάπερ θεοτύπωτον, αυτού τον πάνσεπτον βίον, τον θαυμάτων πλήρη, τοις μονάζουσι παρασχών· εν ω και εγκύπτοντες, θείαν χάριν αρυόμεθα.
Ποίοις μελωδικοίς άσμασι, διηχήσωμεν τω θεοσόφω, τω ασκητικώς διαπρέψαντι, και τους εν τω Άθω σοφίσαντι; Το στιλπνόν του Πνεύματος δοχείον, αλείπτην, εν καρτερία τον σοφώτατον, διώκτην, δεινών πνευμάτων μακαρίσωμεν, Βατοπαιδίου φωστήρα, ου ο βίος πάντας, καταπλήττει και εξιστά· τοις πόθω τε μέλπουσι, τούτου μνήμην χάριν δίδωσιν.
Δόξα. Ήχος β´.
Τον Χριστού ασκητήν, τον ανέσπερον λαμπρόν φωστήρα Βατοπαιδίου Μονής, την μυροθήκην των χαρισμάτων, και στήριγμα μέγιστον των εν τω Άθω και ποδηγέτην, τον δεδοξασμένον Σάββαν σήμερον, μοναστών στίφη κατά χρέος ευφημήσωμεν. Ούτος γαρ βίον εν τη γη έσχεν ουράνιον, ένθεν και θαυμάτων χάριν πλουσίως απείληφε· και προς φως προσπελάσας το αληθινόν, φως γενέσθαι κατά χάριν ηξίωται. Αλλ ὦ Πατέρων κράτιστε, πρέσβευε υπέρ ημών, των εν πίστει τελούντων, το ιερόν σου μνημόσυνον,
Και νυν. Ο αυτός.
Θεοτοκίον, Δογματικόν.
Παρήλθεν η σκια του νόμου, της χάριτος ελθούσης· ως γαρ η βάτος ουκ εκαίετο καταφλεγομένη, ούτω Παρθένος έτεκες, και Παρθένος έμεινας· αντί στύλου πυρός, δικαιοσύνης ανέτειλεν Ήλιος· αντί Μωϋσέως Χριστός, η σωτηρία των ψυχών ημών.
Είσοδος, «Φως ιλαρόν», το Προκείμενον της ημέρας
και τα Αναγνώσματα.
Σοφίας Σολομώντος το Ανάγνωσμα. (Κεφ. γ´ 1)
Δικαίων ψυχαί εν χειρί Θεού, και ου μη άψηται αυτών βάσανος. Έδοξαν εν οφθαλμοίς αφρόνων τεθνάναι, και ελογίσθη κάκωσις η έξοδος αυτών, και η αφ ἡμῶν πορεία, σύντριμμα· οι δε εισίν εν ειρήνη. Και γαρ εν όψει ανθρώπων εάν κολασθώσιν, η ελπίς αυτών αθανασίας πλήρης, και ολίγα παιδευθέντες, μεγάλα ευεργετηθήσονται· ότι ο Θεός επείρασεν αυτούς, και εύρεν αυτούς αξίους εαυτού. Ως χρυσόν εν χωνευτηρίω εδοκίμασεν αυτούς, και ως ολοκάρπωμα θυσίας προσεδέξατο αυτούς. Και εν καιρώ επισκοπής αυτών αναλάμψουσι, και ως σπινθήρες εν καλάμη διαδραμούνται. Κρινούσιν έθνη και κρατήσουσι λαών, και βασιλεύσει αυτών Κύριος εις τους αιώνας. Οι πεποιθότες επ αὐτῷ συνήσουσιν αλήθειαν, και οι πιστοί εν αγάπη προσμενούσιν αυτώ. Ότι χάρις και έλεος εν τοις οσίοις αυτού, και επισκοπή εν τοις εκλεκτοίς αυτού.
Σοφίας Σολομώντος το Ανάγνωσμα. (Κεφ. ε´ 15)
Δίκαιοι εις τον αιώνα ζώσι, και εν Κυρίω ο μισθός αυτών, και η φροντίς αυτών παρά Υψίστω. Δια τούτο λήψονται το βασίλειον της ευπρεπείας, και το διάδημα του κάλλους εκ χειρός Κυρίου· ότι τη δεξιά σκεπάσει αυτούς, και τω βραχίονι υπερασπιεί αυτών. Λήψεται πανοπλίαν, τον ζήλον αυτού, και οπλοποιήσει την κτίσιν εις άμυναν εχθρών. Ενδύσεται θώρακα δικαιοσύνην· και περιθήσεται κόρυθα, κρίσιν ανυπόκριτον· λήψεται ασπίδα ακαταμάχητον, οσιότητα· οξυνεί δε απότομον οργήν εις ρομφαίαν· συνεκπολεμήσει δε αυτώ ο κόσμος επί τους παράφρονας. Πορεύσονται εύστοχοι βολίδες αστραπών, και ως από ευκύκλου τόξου, των νεφών, επί σκοπόν αλούνται, και εκ πετροβόλου θυμού πλήρεις ριφήσονται χάλαζαι· αγανακτήσει κατ αὐτῶν ύδωρ θαλάσσης, ποταμοί δε συγκλύσουσιν αποτόμως· αντιστήσεται αυτοίς πνεύμα δυνάμεως, και ως λαίλαψ εκλιμκήσει αυτούς, και ερημώσει πάσαν την γην ανομία, και η κακοπραγία περιτρέψει θρόνους δυναστών. Ακούσατε ουν Βασιλείς και σύνετε· μάθετε δικασταί περάτων γης· ενωτίσασθε οι κρατούντες πλήθους, και γεγαυρωμένοι επί όχλοις εθνών· ότι εδόθη παρά Κυρίου η κράτησις υμίν, και η δυναστεία παρά Υψίστου.
Σοφίας Σολομώντος το Ανάγνωσμα. (Κεφ. κδ´ 7)
Δίκαιος, εάν φθάση τελευτήσαι, εν αναπαύσει έσται. Γήρας γαρ τίμιον, ου το πολυχρόνιον, ουδέ αριθμώ ετών μεμέτρηται. Πολιά δε εστι, φρόνησις ανθρώποις, και ηλικία γήρως, βίος ακηλίδωτος. Ευάρεστος Θεώ γενόμενος, ηγαπήθη, και ζων μεταξύ αμαρτωλών μετετέθη. Ηρπάγη, μη κακία αλλάξη σύνεσιν αυτού, η δόλος απατήση ψυχήν αυτού. Βασκανία γαρ φαυλότητος αμαυροί τα καλά, και ρεμβασμός επιθυμίας μεταλλεύει νουν άκακον. Τελειωθείς εν ολίγω, επλήρωσε χρόνους μακρούς· αρεστή γαρ ην Κυρίω η ψυχή αυτού, δια τούτο έσπευσεν εκ μέσου πονηρίας. Οι δε λαοί ιδόντες και μη νοήσαντες, μηδέ θέντες επί διανοία το τοιούτον, ότι χάρις και έλεος εν τοις οσίοις αυτού, και επισκοπή εν τοις εκλεκτοίς αυτού.
Εις την Λιτήν.
Πρώτον το Ιδιόμελον της Μονής.
Ήχος α´.
Τω έκτω μηνί, ο Αρχιστράτηγος απεστάλη, προς σε την Παρθένον και Αγνήν, μηνύσαι σοι τον λόγον της σωτηρίας, άμα δε και καλέσαι σε· χαίρε Κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά σου· τέξη Υιόν τον προ αιώνων εκ Πατρός· και σώσει τον λαόν αυτού, εκ των πταισμάτων αυτών.
Ιδιόμελα του Οσίου. Ήχος α´.
Ευφραίνου εν Κυρίω, Βατοπαιδίου Μονή η αρίζηλος, ευφροσύνην την εν Θεώ· αγάλλου και χόρευε, υπέρ πάντα του Άθω τα ιερά φροντιστήρια· ιδού γαρ κατέχεις εν κόλποις σου, συν τοις λοιποίς σου τέκνοις, τον θαυμάσιον Σάββαν, την ευλογίαν δωρούμενον, τοις προς αυτόν προσιούσι μετά πίστεως. Όθεν χρεωστικώς την μνήμην αυτού εορτάζουσα, πνευματικοίς άσμασι αυτώ αναβόησον· όμβρισον δαψιλώς τη ενεγκαμένη σε κατά πνεύμα Πανόσιε, ψυχικήν τοις ομαίμοσί σου σωτηρίαν, και κινδύνων αφάρπασον, και πάσης περιστάσεως, τους εν πίστει εκτελούντας, το ιερόν σου μνημόσυνον.
Ο αυτός.
Τοις ασκητικοίς αγώσιν εαυτόν κατακοσμήσας, Σάββα τρισόλβιε, σύσκηνος γέγονας των απ αἰῶνος Οσίων, την αυτών ζηλώσας άμεμπτον πολιτείαν, είληφας το βραβείον της καρτερίας σου. Όθεν η Μονή σου κομπάζει τα σα παλαίσματα· το του Άθωνος Όρος, χαρμοσύνως σήμερον εκτελεί της μνήμης σου την πάνσεπτον Εορτήν· ημείς δε τα τέκνα σου συναχθέντες επί το αυτό, πνευματικοίς άσμασι τερπνώς ευφημούμέν σε, δρεπόμενοι ταις πρεσβείαις σου, παρά Χριστού ιλασμόν, και το μέγα έλεος.
Ήχος β´.
Δεύτε μοναστών ο σύλλογος, και Βατοπαιδίου το άθροισμα· δεύτε και χορείαν συστήσωμεν, εν τη μνήμη Σάββα του μάκαρος· ούτος γαρ και μεθ ἡμῶν υπάρχων, ενδιαίτημα τον ουρανόν εκέκτητο, και υποβάθρα την ταπεινοφροσύνην χρησάμενος, προς την εκείσε άνοδον, τοις Αγγέλοις συναυλίζεται· σιγή δε της αυτού αρετής, ως υπό μόδιον εκρύπτετο· αλλ οὐ πέφυκε τα της αρετής, τω σκότει εγκαλύπτεσθαι· ουδέ δυνατόν το αψευδές στόμα ψευσθήναι, Χριστού του Θεού· αλλ ἀναλάμπειν τηλαυγώς, και ηλίου φανώτερον. Αλλά Πάτερ, εν ουρανοίς περιπολών, ημίν αεί σύνεσο, και ενδυνάμωσον ημάς, τα πυρφόρα του πονηρού κατασβεννύειν βέλη, ίνα συν σοι απολαύσωμεν, ων αγαθών θεόθεν απολέλαυκας.
Δόξα. Ήχος πλ. α´.
Εκ της λαμπρότητος των αγώνων σου, την χάριν των υπέρ φύσιν θαυμάτων είληφας· μοναζόντων δε κανών εχρημάτισας, ως του Αγίου Πνεύματος κατοικητήριον· όθεν και προς ουρανούς μεταστάς, ευφραίνεις ημάς τη επιδείξει, των ιερών του βίου κατορθωμάτων σου· ων και την θεόπνευστον συνθήκην κατέχοντες, και πόθω εγκύπτοντες, Σάββα παμμάκαρ Πατήρ ημών σου δεόμεθα· αίτησαι αξιάγαστε, πάσι τοις ευλαβώς τιμώσί σου τα μνημόσυνα, παρά Χριστού του Σωτήρος, το μέγα έλεος.
Και νυν. Θεοτοκίον.
Μακαρίζομέν σε, Θεοτόκε Παρθένε, και δοξάζομέν σε, οι πιστοί κατά χρέος, την πόλιν την άσειστον, το τείχος το άρρηκτον, την αρραγή προστασίαν, και καταφυγήν των ψυχών ημών.
Εις τον Στίχον.
Στιχηρά Προσόμοια.
Ήχος πλ.α´. Χαίροις ασκητικών.
Χαίροις ο θείου ζήλου πλησθείς, και ενασκήσας, Σάββα μάκαρ ως Άγγελος, και βίου ταις προτροπαίς σου, και διδαχών προχοαίς, των σων τέκνων πάντοτε κηδόμενος. Και νυν παναοίδιμε, τους πιστώς σε γεραίροντας, και την σην μνήμην, εν ωδαίς αναμέλποντας, καταπλούτησον, ευωδίαις του Πνεύματος, χάριτος εμπιπλών αεί, λιταίς ευπροσδέκτοις σου, θείαις παμμάκαρ υψόθεν, και παρρησίας δεόμενος, τυχείν και ελέους, εν ημέρα της δικαίας, δίκης θεόληπτε.
Στιχ. Καυχήσονται Όσιοι εν δόξει και αγαλλιάσονται επί των κοιτών αυτών.
Χαίροις ο θείαν χάριν λαβών, ξένως βιώσαι, και γενέσθαι υπόδειγμα, ασκήσεως και αγάπης, υπακοής σιωπής, και εξόχως Σάββα ταπεινώσεως. Και νυν παμμακάριστε, τα σα τέκνα χαρίτωσον, μνήμην σου θείαν, εν ωδαίς αναμέλποντα, και ανάπλησον αρετών θεοσδότων σου· όπως οι πλουτιζόμενοι, αυτών επιδόσεσι, πίστει και πόθω τιμώμεν, την ιεράν σου πανήγυριν, ψυχών ημών πάθη, απελαύνοντες πρεσβείαις, θεοπειθέσι σου.
Στιχ. Τίμιος εναντίον Κυρίου ο θάνατος του Οσίου αυτού.
Χαίροις ο κληρονόμος φανείς, της Αντωνίου τε και Σάββα ασκήσεως, Εφραίμ Ευθυμίου Παύλου, και των λοιπών ασκητών, των διοδευσάντων την επίπονον, οδόν εις ευόδωσιν, αρετής και κατόρθωσιν· οι επλανώντο, εν ερήμοις και όρεσι, και οπαίς της γης, συνεχώς θανατούμενοι· ων περ ουκ ην αντάξιος, ο κόσμος ως γέγραπται· ους ακριβώς συ ζηλώσας, νυν συν αυτοίς Σάββα γέγηθας, Χριστόν ικετεύων, τοις υμνούσί σε διδόναι, το μέγα έλεος.
Δόξα. Ήχος πλ.δ´.
Τον άδυτον γνόφον της εν Πνεύματι θεωρίας, εισελθών Σάββα θεόσοφε, τον δι ὑπερβολὴν φωτοχυσίας όντα απρόσιτον, ιδείν και γνώναι κατηξιώθης, πάντων εξιστάμενος των όντων, αισθητών και νοητών, και σεαυτού, και εν μόνω τω Θεώ ων, νηστείαν ετέλεσας ου τεσσαρακονθήμερον μόνον, αλλά και εξηκονταήμερον, ουδόλως βρώσεως μετασχών· το γαρ θείον πυρ εν καρδία σου δεξάμενος, πύρινος όλος γέγονας. Όθεν και το βαρύ του σώματός σου πάχος, μετεχαλκεύθη τω θείω πυρί, προς το λεπτότερον και θειότερον. Ω του θαύματος! οίων δωρεών αξιούται, η χοϊκή βροτών φύσις, χάριτι Χριστού, του σώζοντος τας ψυχάς ημών.
Και νυν. Θεοτοκίον.
Ανύμφευτε Παρθένε, η τον Θεόν αφράστως συλλαβούσα σαρκί, Μήτηρ Θεού του Υψίστου, σων οικετών παρακλήσεις δέχου πανάμωμε· η πάσι χορηγούσα καθαρισμόν των πταισμάτων, νυν τας ημών ικεσίας προσδεχομένη, δυσώπει σωθήναι πάντας ημάς.
Νυν απολύεις, το Τρισάγιον· Και το
Απολυτίκιον.
Ήχος γ´. Θείας πίστεως.
Έργοις έλαμψας, της ευσεβείας, πάσαν ηύγασας, την οικουμένην, υψοποιώ τη ταπεινώσει κοσμούμενος, Βατοπαιδίου Μονής σεμνολόγημα, και Όρους Άθω καλλονή και ωράϊσμα· Σάββα πάνσοφε, χαρίτων ενθέων έμπλησον, τους πόθω σου την μνήμην εορτάζοντας.
Θεοτοκίον.
Σε την μεσιτεύσασαν την σωτηρίαν του γένους ημών, ανυμνούμεν Θεοτόκε Παρθένε· εν τη σαρκί γαρ τη εκ σου προσληφθείση, ο Υιός σου και Θεός ημών, το δια Σταυρού καταδεξάμενος πάθος, ελυτρώσατο ημάς εκ φθοράς ως φιλάνθρωπος.
/
Εις τον Όρθρον
Μετά την α´ Στιχολογίαν.
Κάθισμα. Ήχος πλ.δ´. Την σοφίαν και Λόγον.
Τη ενθέω μωρία θωρακισθείς, εκ της άνω Σοφίας χάριν λαβών, δράκοντα εμώρανας, και τον Άθω εφώτισας, τον θείον προμαχώνα της Αγνής Θεομήτορος, σοις θεοσόφοις έργοις και λόγοις θεόπνευστε· όθεν και τους πόθω, τον σον βίον υμνούντας, και μνήμην την εύσημον, επαξίως τελούντάς σου, Σάββα μάκαρ απάλλαξον, εχθρού των σοφισμάτων σοφέ, και αξίους της χάριτος ποίησον, της ενθέου συν σοι αξιάγαστε.
Δόξα. Έτερον. Όμοιον.
Ιορδάνης εμφαίνει το θαυμαστόν, και περίδοξον ύψος της σης ζωής· τω κάλλει γαρ έλαμψας, της νηστείας πανόλβιε, ημέρας τεσσαράκοντα, και εξήκοντα άσιτος, διατελέσας μάκαρ, θηρσίν αυλιζόμενος. Συ γαρ του Σωτήρος, μιμητής ανεδείχθης, φαιδρώς δοξαζόμενος, πολιτείας λαμπρότητι, και τω κόσμω φαινόμενος, ένθεος σοφέ αριστεύς· σε τιμώμεν όθεν ικετεύοντες, την Μονήν σου δεινών ρύου Όσιε.
Και νυν. Θεοτοκίον. Όμοιον.
Την ουράνιον πύλην και κιβωτόν, το πανάγιον όρος την φωταυγή, νεφέλην υμνήσωμεν, την ουράνιον κλίμακα, τον λογικόν παράδεισον, της Εύας την λύτρωσιν, της οικουμένης πάσης, το μέγα κειμήλιον· ότι σωτηρία, εν αυτή διεπράχθη, τω κόσμω και άφεσις, των αρχαίων εγκλημάτων, δια τούτο βοώμεν αυτή· πρέσβευε τω σω Υιώ και Θεώ, των πταισμάτων άφεσιν δωρήσασθαι, τοις ευσεβώς προσκυνούσι, τον πανάγιον τόκον σου.
Μετά την β´ Στιχολογίαν.
Κάθισμα. Ήχος δ´. Κατεπλάγη Ιωσήφ.
Κατεπλάγη επί σοι, άπας χορός Αγγελικός· την εν σαρκί σου βιοτήν, Πάτερ ορών την θαυμαστήν· ότι ως άσαρκος έζης εν γη αΰλως· εκπλήττει δε σοφέ, και πάντα βρότειον νουν, η άκρα και σκληρά σου εγκράτεια, δι ἧς Αγγέλοις μεν ίσος εγένου, των δε ανθρώπων υπέρτερος· όθεν σε πόθω, ανευφημούμεν, Σάββα πάντες εν ύμνοις.
Δόξα. Έτερον. Όμοιον.
Μέγα όντως το λαθείν, έργα τον δρώντα αρετής· τούτο γαρ υψοποιεί, τον εργαζόμενον αυτήν, κατά το θείον ένταλμα του Σωτήρος· ούτω γαρ ποιών, Σάββας ο πάνσοφος, εγένετο μωρός δια τον Κύριον, και ευφροσύνης ενέπλησε πάντας, εν τη ανοίξει του στόματος. Χριστώ ουν Πάτερ, αεί δυσώπει, σώσαι τους σους ικέτας.
Και νυν. Θεοτοκίον. Όμοιον.
Κατεπλάγη Ιωσήφ, το υπέρ φύσιν θεωρών· και ελάμβανεν εις νουν, τον επί πόκον υετόν, εν τη ασπόρω συλλήψει σου Θεοτόκε· βάτον εν πυρί ακατάφλεκτον, ράβδον Ααρών την βλαστήσασαν, και μαρτυρών ο μνήστωρ σου, και φύλαξ, τοις Ιερεύσιν εκραύγαζε· Παρθένος τίκτει, και μετά τόκον, πάλιν μένει Παρθένος.
Μετά τον Πολυέλεον.
Καθίσματα. Ήχος γ´. Την ωραιότητα.
Τρίβον διώδευσας, ξένην και άτριπτον· συ γαρ εξήκοντα και τεσσαράκοντα, ημέρας άσιτος σοφέ, διήνυσας υπέρ φύσιν· όθεν και απείληφας, χαρισμάτων το πέλαγος, Σάββα παμμακάριστε, και ενδόξως δεδόξασαι· διο σε ευφημούντες βοώμεν· Δόξα Χριστώ τω στεφοδότη.
Δόξα. Έτερον. Όμοιον.
Άπαν το φρόνημα, σαρκός εμάρανας, Σάββα μακάριε, ασκήσας άριστα, και εν ζων εν σώματι φθαρτώ, ισάγγελος ανεφάνης· όντως γαρ ο βίος σου, πλήρης πέλει χρηστότητος, βρύων αγαλλίασιν, τοις προς σε μετά πίστεως, προστρέχουσι και πόθω καλούσι, Πάτερ αντίληψίν σου θείαν.
Και νυν. Θεοτοκίον.
Την ωραιότητα, της Παρθενίας σου, και το υπέρλαμπρον το της αγνείας σου, ο Γαβριήλ καταπλαγείς, εβόα σοι Θεοτόκε· ποίόν σοι εγκώμιον, προσαγάγω επάξιον; τι δε ονομάσω σε; απορώ και εξίσταμαι· διο ως προσετάγην βοώ σοι· χαίρε η Κεχαριτωμένη.
Οι Αναβαθμοί. Το Α´. Αντίφωνον του δ´. ήχου.
Προκείμενον. Ήχος δ´.
Τίμιος εναντίον Κυρίου ο θάνατος του Οσίου αυτού.
Στιχ. Τι ανταποδώσωμεν τω Κυρίω περί πάντων ων ανταπέδωκεν ημίν.
Πάσα πνοή.
Το Ευαγγέλιον· Κατά Λουκάν· «Είπεν ο Κύριος, μη φοβού, το μικρόν ποίμνιον, ότι ευδόκησεν ο πατήρ υμών δούναι υμίν την βασιλείαν…»
(Όρα τω Σαββάτω της ια´ Εβδομάδος Λουκά).
Ο Ν´. ψαλμός.
Δόξα. Ταις του σου Οσίου.
Και νυν. Ταις της Θεοτόκου.
Πεντηκοστάριον Ιδιόμελον.
Ήχος πλ. β´.
Στιχ. Ελέησόν με ο Θεός….
Ο της ταπεινώσεως τύπος γενόμενος και την των υπέρ φύσιν θαυμάτων, χάριν θεόθεν δεξάμενος, Σάββα πανσεβάσμιε, το πάντων των εν τω Άθω ακροθίνιον, και της ιδίας Μονής έξοχον αγλάϊσμα, παρρησίαν ως έχων προς Θεόν, εκτενώς ικέτευε, ελεηθήναι την σην ποίμνην, την ευφημούσαν εκ πόθου, την πανίερον μνήμην σου.
Οι Κανόνες, της Θεοτόκου μετά των Ειρμών εις ϛ´, και του Οσίου Κανόνες εις η (οι δύο ανά δ´).
Κανών της Θεοτόκου, ου η ακροστιχίς·
Μήτερ Λόγου Πάναγνε τους ύμνους δέχου.
Ωδή α´.
Ήχος δ´. Ο Ειρμός·
Θαλάσσης, το ερυθραίον πέλαγος, αβρόχοις ίχνεσιν, ο παλαιός πεζεύσας Ισραήλ, σταυροτύποις Μωσέως χερσί, του Αμαλήκ την δύναμιν, εν τη ερήμω ετροπώσατο. (Δις).
Μαρίας, της Θεοτόκου Σύλληψιν, πανηγυρίσωμεν, χαριστηρίοις άσμασι πιστοί, του Αγγέλου κροτούντες φωνήν, χαρμονικώς και λέγοντες· χαίρε Θεόν Σαρκί κυήσασα.
Η πλάνη, του πονηρού κατήργηται, Παρθένε Άχραντε, και κατεβλήθη τούτου η ισχύς, σαρκωθέντος ασπόρως Χριστού, εν τη σεπτή νηδύϊ σου· τέμενος χαίρε αγιώτατον.
Τριάδος, υπερουσίου Πάναγνε, τον ένα τέτοκας, ανερμηνεύτως Λόγον και Θεόν, δι Ἀγγέλου λαβούσα χαράν, του Γαβριήλ κραυγάζοντος· Χαίρε σκηνή του σαρκωθέντος Θεού.
Εδείχθης, τιμιωτέρα Πάνσεμνε, πάσης της κτίσεως, των Χερουβίμ τε και των Σεραφίμ, σαρκωθέντος εκ σου του Θεού· διο σοι χαίρε κράζομεν, μελωδικώς ως ο Αρχάγγελος.
Ο Πρώτος Κανών του Οσίου.
Ωδή α´.
Ήχος δ´. Ανοίξω το στόμα μου.
Τον ύμνον προσάγει σοι, Σάββα θεόφρον πανόσιε, η Μάνδρα σου σήμερον, αγαλλομένη φαιδρώς, ην περίσωζε, φρουρόν σε κεκτημένην, προστάτην θερμότατον και αντιλήπτορα.
Εν Άθω γενόμενος, το Βατοπαίδιον ώκησας, εν ω συνασκούμενος ψυχήν εκάθηρας, και το σώμά σου, αγνεία και δεήσει, και πάντας εξέπληττες ζων ενθεώτατα.
Τους σε καταστέφοντας, νυν εγκωμίων τοις άσμασιν, εν θρόνω της χάριτος, παρεστηκώς εφ ἡμᾶς, ταις πρεσβείαις σου, επίβλεψον και ρύσαι, παντοίων εκ θλίψεων, Σάββα Πατήρ ημών.
Θεοτοκίον.
Κινδύνων εκσώσασα, θαλάσσης παίδα του άνακτος, τον λάτρην σου Άχραντε, νυν εν αγίων χοροίς, εγκατέλεξας, Σάββαν τον θεοφόρον· ημάς δε αξίωσον, τούτω συνέσεσθαι.
Έτερος Κανών του Οσίου, ου η ακροστιχίς·
Σάββαν τον κλεινόν, Βατοπαιδινόν μέλπω.
Ωδή α´.
Ήχος πλ.δ´. Αρματηλάτην Φαραώ εβύθισε.
Σάλπιγγος πλέον προ ημών εξήχησε, Σάββα τρισμάκαρ τα σα, θείως διαγράψας, ο κλεινός Φιλόθεος, παράδοξα παλαίσματα, τους λαμπρούς σου αγώνας, τα ιερώτατα θαύματα, και τα κατά δαίμονος τρόπαια.
Άπαντα στίφη μοναζόντων σήμερον, δεύτε υμνήσωμεν, τον παμφαή λύχνον, τον καταφωτίσαντα, Άθω και Βατοπαίδιον, τον πανεύφημον Σάββαν, ον ηρετίσατο Κύριος, δι αὐτοῦ ημάς εκδιδάσκεσθαι.
Δόξα.
Βατοπαιδίου η Μονή νυν σκίρτησον, τη πανηγύρει φαιδρώς, Σάββα του βλαστού σου, εκτελούσα σήμερον, μνήμην αυτού την πάντιμον, ευωχίαν διδούσαν, και ευφροσύνην ουράνιον, πάσι τοις αυτήν εορτάζουσι.
Και νυν. Θεοτοκίον.
Βάτος ετύπου το φρικτόν μυστήριον, του θείου τόκου σου, άφλεκτος τελούσα· και γαρ μόνη τέτοκας, Παρθένος και μεμένηκας, εν τω τόκω Παρθένος, και μετά τόκον, ω θαύματος, άχραντος Παρθένος πεφύλαξαι.
Καταβασία.
Ανοίξω το στόμα μου, και πληρωθήσεται πνεύματος, και λόγον ερεύξομαι τη Βασιλίδι Μητρί, και οφθήσομαι φαιδρώς πανηγυρίζων, και άσω γηθόμενος, ταύτης τα θαύματα.
Ωδή γ´.
Της Θεοτόκου. Ο Ειρμός.
Ευφραίνεται επί σοι, η εκκλησία σου Χριστέ κράζουσα· συ μου ισχύς Κύριε, και καταφυγή και στερέωμα. (Δις).
Ρυσθέντες προγονικής, αράς Παρθένε δια σου κράζομεν· χαίρε χαράς πρόξενος, και παντός του κόσμου διάσωσμα.
Λαβίδα σε προειδών, ανθρακοφόρον Ησαΐας Άχραντε, πυρ το εν σοι εδήλωσε· χαίρε Θεού Λόγου λοχεύτρια.
Ο Άγγελος Γαβριήλ, εξ ουρανού σοι την χαράν ήνεγκε, σου της σεπτής Συλλήψεως· χαίρε του Θεού Μήτερ Πάναγνε.
Γαστέρα την σην Θεός, άνευ σποράς σωματωθείς έδειξε, θείαν σκηνήν Πάναγνε· χαίρε του Θεού θρόνε έμψυχε.
Πρώτος Κανών του Οσίου. Τους σους υμνολόγους.
Ο ένθεος βίος σου ων πλήρης, θαυμάτων λαμπρών και αρετών, Σάββα δεικνύει άπασι, της χάριτος τεκμήριον, δι ἧς θεόφρον γέγονας, σεπτόν δοχείον του Πνεύματος.
Ψαλμοίς παννυχίοις σου γεραίρει, την μνήμην ομού και εορτήν, Σάββα θεόφρον Όσιε, Μονή σου Βατοπαίδιον, ην έτι ζων ετίμησας, θανών δε αυ ευηργέτησας.
Τον ένθεον βίον σου ω Σάββα, ο Ύψιστος έδειξεν ημίν, ασκήσεως υπόδειγμα, και τύπον ταπεινώσεως· του Πνεύματος γαρ γέγονας, θεόφρον κατοικητήριον.
Θεοτοκίον.
Η μόνη τον Άγιον τεκούσα, και μόνον παντός αγιαστήν, αγιασμόν σου δος ημίν, οικούσιν εν τω Όρει σου, Χριστού λαόν τ εὐλόγησον, και σου την Ποίμνην διάσωσον.
Άλλος. Του Οσίου. Ο στερεώσας κατ ἀρχάς.
Απογυμνώσας σεαυτόν, παντοίων σοφέ γηΐνων, ανεκτήσω τον ουράνιον όλβον· την ζωήν σου γαρ πασών, των αρετών ενέπλησας, καλών από παντοίων, Σάββα πλουτών τους υμνούντάς σε.
Νώτα ου δέδωκας εχθρώ, εν τω παλαίειν σε Σάββα, αλλ ὡράθης ευθυβόλος ρομφαία, και οργίλον την αυτού και βέβηλον κατέτρωσας, καρδίαν και ανδρείως, τούτον ποσί σου κατέρραξας.
Δόξα.
Το της σαρκός πολυπαθές, συ φρόνημα θανατώσας, ενεδύθης ζωηφόρον χιτώνα, της νεκρώσεως· διο, χωρητικόν γεγένησαι, και καθαρόν δοχείον, των χαρισμάτων του Πνεύματος.
Και νυν. Θεοτοκίον.
Οπίσω χαίρων του Χριστού, εξηκολούθησας Σάββα, επί ώμων τον σταυρόν σου βαστάσας· τη δυνάμει δε αυτού, και Θεοτόκου χάριτι, προς απαθείας ύψος, έφθασας κτείνας τον δράκοντα.
Καταβασία.
Τους σους υμνολόγους Θεοτόκε, ως ζώσα και άφθονος πηγή, θίασον συγκροτήσαντας, πνευματικόν στερέωσον· και εν τη θεία δόξη σου, στεφάνων δόξης αξίωσον.
Από γ ᾨδῆς.
Κάθισμα.
Ήχος πλ.δ´. Την σοφίαν και Λόγον.
Μονασταί οι του Όρους πάντες ομού, αθροισθέντες τιμήσωμεν ιερώς, Σάββαν τον θαυμάσιον, και ουράνιον άνθρωπον, ως πατρί τα τέκνα αυτώ προσφθεγγόμενοι, πόθω τη πρεσβεία αυτού καταφεύγοντες· Πάτερ ως εφάνης τω σω βίω αλείπτης, ημών προς την άσκησιν, ούτω πάλιν προς Κύριον, μεταστάς ημών μνήσθητι, όπως ταις θερμαίς σου λιταίς, διαβώμεν βίου το κλυδώνιον, και συν σοι αυλισθώμεν, ένθα φως το ανέσπερον.
Δόξα. Έτερον.
Ήχος δ´. Επεφάνης σήμερον.
Η σεπτή και εύσημος, θεία σου μνήμη, εορτής υπόθεσις, τη σεβασμία σου Μονή, γέγονε Σάββα πανόσιε, ην εκτελούντες, σε πρέσβυν προβάλλομεν.
Και νυν. Θεοτοκίον. Όμοιον.
Επελεύσει Πνεύματος του Παναγίου, του Πατρός τον σύνθρονον, και συναΐδιον φωνή, Αγνή Αγγέλου συνέλαβες, Παρθενομήτορ, βροτών η ανάκλησις.
Ωδή δ´.
Της Θεοτόκου. Ο Ειρμός.
Επαρθέντα σε ιδούσα η Εκκλησία, επί Σταυρού τον Ήλιον της δικαιοσύνης, έστη εν τη τάξει αυτής, εικότως κραυγάζουσα· Δόξα τη δυνάμει σου Κύριε. (Δις).
Ο τον άνθρωπον ιδία εικόνι πλάσας, Δημιουργός τε σύμπαντος κτιστού Θεοτόκε, σάρκα προσλαμβάνει εκ σου, βροτών εις ανάκτησιν. Χαίρε του Θεού ενδιαίτημα.
Υπερτέραν σε ανέδειξε των κτισμάτων, ο Ποιητής και Κύριος και τιμιωτέραν, πάντων των Αγγέλων Αγνή, σκηνώσας εν μήτρα σου. Χαίρε του Θεού θείον όχημα.
Προορών σε ο Προφήτης Παρθενομήτορ, συμβολικώς ωνόμασε, πύλην κεκλεισμένην, εξ ης μόνος ο πάντων Θεός, αρρήτως διώδευσε. Χαίρε θείον όντως παλάτιον.
Ανερμήνευτον το θαύμα της σης Παρθένε, υπερφυούς Συλλήψεως, πάσαν υπερβαίνον, έννοιαν ανθρώπων· διο, υμνούντες κραυγάζομεν· Χαίρε θείον έμψυχον τέμενος.
Πρώτος Κανών του Οσίου. Την ανεξιχνίαστον θείαν βουλήν.
Άφεσιν πταισμάτων, λύσιν παθών, Σάββα χορηγείς τοις προστρέχουσι, σου τη πρεσβεία, και καθαίρεις μολυσμούς, σαρκός ομού και πνεύματος· όθεν σου την μνήμην γεραίρομεν.
Χαίρε Βατοπαίδιον θεία Μονή, επί τω αγίω βλαστήματι, σου γαρ εξέφυ, και προς ύμνον συγκαλεί, Σάββας ημάς ο πάνσοφος, μέλψαι τούτου μνήμην την πάντιμον.
Σου την πανευφρόσυνον νυν εορτήν, και φαιδράν ω Σάββα πανήγυριν, επιτελούσα, η Μονή σου ως φρουρόν, σε προσκαλείται κράζουσα· Δόξα τω σεπτώς σε δοξάσαντι.
Θεοτοκίον.
Συ μου αποκάθαρον ρύπον ψυχής, ύλην των παθών μου κατάφλεξον, άνθρακος θείου, ως πυράγρα λογική, ίνα πυρί αΰλω σε, ανυμνολογώ την πανύμνητον.
Άλλος. Του Οσίου. Συ μου ισχύς Κύριε.
Νους τω Νοϊ, ενατενίζων γενόμενος, ελαμπρύνθης φωτισμώ του Πνεύματος, και τούτου χάριτι οπλισθείς, Όσιε μετέβης, επί το Όρος του Άθωνος, ισάγγελον τον βίον, καθαρώς εκτελέσας, και πανσόφως Θεώ ευηρέστησας.
Καταφυγή, τοις λαγωοίς πέτρα πέφυκεν, εκφυγούσι κόσμου της συγχύσεως· ων εις αυτός, ώφθης νοητώς, εν γαρ ερημίαις, τον βίον Σάββα διήνυσας, προβαίνων ανενδότως, από δόξης εις δόξαν, εκ δυνάμεως Πάτερ εις δύναμιν.
Δόξα.
Λίθου παντός, τον νουν υπάρχων στερρότερος, Πάτερ Σάββα, γενναίως υπέμεινας, τους ραβδισμούς εκ των Ιταλών, έχων δυναμούντα, Χριστόν εν σοι και ρωννύοντα, προς ον και ανεβόας, νοερώς ατενίζων, τη δυνάμει σου δόξα Φιλάνθρωπε.
Και νυν. Θεοτοκίον.
Όλη εν σοι, ηνώθη η Υπεράρχιος, φύσις Κόρη, εν μια τελεία τε, τη υποστάσει τη εαυτής, Λόγω τω ανάρχω, ον εν σαρκί απεκύησας, εν δύω ταις ουσίαις, τον αυτόν Υιόν ένα, εν θεότητι και ανθρωπότητι.
Καταβασία.
Την ανεξιχνίαστον θείαν βουλήν, της εκ της Παρθένου σαρκώσεως, σου του Υψίστου, ο προφήτης Αββακούμ, κατανοών εκραύγαζε· δόξα τη δυνάμει σου Κύριε.
Ωδή ε´.
Της Θεοτόκου. Ο Ειρμός.
Συ Κύριέ μου φως, εις τον Κόσμον ελήλυθας, φως άγιον επιστρέφον, εκ ζοφώδους αγνοίας, τους πίστει ανυμνούντάς σε. (Δις).
Νεφέλην σε φωτός, και λυχνίαν γινώσκομεν, βαστάζουσαν Θεομήτορ, το απρόσιτον φέγγος. Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε.
Αινέσωμεν πιστοί, και λαμπρώς ευφημήσωμεν, την Σύλληψιν της Παρθένου, και Μητρός του Κυρίου, πιστώς το Χαίρε άδοντες.
Γεννήτορες Μητρός, του Θεού νυν ευφραίνεσθε, Συλλήψει τη ανεκφράστω, θυγατρός Βασιλέως, βοώντες· Χαίρε Δέσποινα.
Ναόν σε του Θεού, και Σκηνήν ονομάζομεν, χωρήσασαν τον Δεσπότην, και Θεόν Θεομήτορ· πιστών χαίρε το καύχημα.
Πρώτος Κανών του Οσίου.
Εξέστη τα σύμπαντα.
Ο Σάββας ο πάνσοφος, Μονής ημών το βλάστημα, πάντας συγκαλεί τους φιλεόρτους, πανηγυρίσαι, την θείαν μνήμην αυτού, χάριτος τους πάντας εμπιπλών· δεύτε ουν τρυφήσωμεν, πατρικής διαδόσεως.
Το Όρος το Άγιον, εν ω Θεός δοξάζεται, χαίροις συν Μονή Βατοπαιδίου, επί τη μνήμη Σάββα του μάκαρος, ος ξένως τον βίον διελθών, εν σοι πάλιν έλαμψεν, ώπερ ήλιος πάμφωτος.
Υψόθεν επίβλεψον, ημάς τους σε γεραίροντας, Σάββα και εκ πόθου εκτελούντας, σην θείαν μνήμην, την πανευφρόσυνον, και τον των πταισμάτων ιλασμόν, αίτησαι πανόσιε, ταις θερμαίς σου δεήσεσιν.
Θεοτοκίον.
Η σύλληψις άσπορος, η γέννησις αλόχευτος, η κυοφορία ανωτέρα, πόνου και βάρους γέγονε Πάναγνε· ω των τεραστίων των καινών! ποίος νους Αγγέλων τε, και βροτών ουκ εξίσταται.
Άλλος. Του Οσίου. Ίνα τι με απώσω.
Ίνα τι βοάς προς με, έφη ο Νυμφίος σου Σάββα πανόσιε, ότε εν σπηλαίω, σοι ο δράκων εφείρπυσε παίων σε, η περιστερά μου, πτερά ευχής κεχρυσωμένα, προσλαβούσα εγγύς μου πετάσθητι.
Νυν τιμά κατά χρέος, Θεσσαλονικέων Πατρίς σου η ένδοξος, και η Κωνσταντίνου, εν αυτή γαρ οσίως κεκοίμησαι, και Βατοπαιδίου, η Ιερά Μονή σου Σάββα, σε προστάτην πλουτούσα και έφορον.
Δόξα.
Ορών νους ώφθης Σάββα, τον ταις επιλάμψεσι ψυχάς αυγάζοντα, και σπηλαίοις μόνος, απαθεία ηυλίσθης γενόμενος, οπαδός Προδρόμου, Θεοδοσίου τε νηστείας, φοιτητής μιμητής τε μακάριε.
Και νυν. Θεοτοκίον.
Νυν σε έχοντες Κόρη, άγρυπνον προστάτιν συν τω Σάββα Δέσποινα, οι το Όρος τούτο, ενοικούντες φρουρόν τε και πρύτανιν, φάλαγγας δαιμόνων, ανδρειοφρόνως απωθούμεν· ευχαρίστως διο σε δοξάζομεν.
Καταβασία.
Εξέστη τα σύμπαντα, επί τη θεία δόξη σου, συ γαρ απειρόγαμε Παρθένε, έσχες εν μήτρα τον επί πάντων Θεόν, και τέτοκας άχρονον Υιόν, πάσι τοις υμνούσί σε, την ειρήνην βραβεύοντα.
Ωδή ϛ´.
Της Θεοτόκου. Ο Ειρμός.
Θύσω σοι, μετά φωνής αινέσεως Κύριε, η Εκκλησία βοά σοι, εκ δαιμόνων λύθρου κεκαθαρμένη, τω δι οἶκτον, εκ της πλευράς σου ρεύσαντι αίματι. (Δις).
Έλυσας, προγονικήν κατάραν Πανάμωμε, χαροποιούσα την κτίσιν, τη σεπτή Συλλήψει σου· όθεν πάντες, του Αγγέλου, χαρμονικώς το Χαίρέ σοι κράζομεν.
Τέτρωται, ο απατήσας πάλαι Πανάμωμε, Εύαν αρχέκακος όφις, τη του ξύλου βρώσει θανατηφόρω, σου το ξύλον, της ζωής τεκούσης. Χαίρε Θεόνυμφε.
Ο Λόγος, ο του Πατρός υπάρχων αχώριστος, Δημιουργός των κτισμάτων, εν τη ση σαρκούται γαστρί Παρθένε, αναπλάσαι, τον κόσμον θέλων. Χαίρε αμόλυντε.
Υπάρχων, ο του Πατρός Υιός ομοούσιος, προ των αιώνων αμήτωρ, εκ της σης ετέχθη γαστρός απάτωρ, επ ἐσχάτων, Παρθένε. Χαίρε βροτών η ανάκλησις.
Πρώτος Κανών του Οσίου.
Την θείαν ταύτην και πάντιμον.
Φιάλαι όντως αρώματος, αι θείαι σιαγόνες σου ώφθησαν, προφητικώτατα, και ακοάς και νοήματα, των σοι προσπεφευγότων, Σάββα μυρίζουσαι.
Αγίου Πνεύματος γέγονας, τερπνόν κατοικητήριον Όσιε, ψυχή και σώματι, και μαρτυρεί το λεγόμενον, τα του σου βίου άθλα και κατορθώματα.
Χαρίτων πέλων ανάπλεως, ποικίλων συμφορών ελευθέρωσον, Σάββα Πατήρ ημών, την σην Μονήν εν η ήσκησας, την σην επιτελούσαν μνήμην την πάντιμον.
Θεοτοκίον.
Χαίρε λαβίς θείου άνθρακος, χαίρε θυμιατήριον εύοσμον, χαίρε οσφράδιον, χαίρε θυμίαμα σύνθετον, χαίρε του ουρανίου, μύρου αλάβαστρον.
Άλλος. Του Οσίου.
Ιλάσθητί μοι Σωτήρ.
Βατοπαιδίου Μονή, αγάλλου σκίρτα και χόρευε, εν τέκνοις τον θαυμαστόν, εν πάσι κατέχουσα, Σάββαν· τον θεόσοφον, ούτινος ο βίος, τοις Αγγέλοις εξωμοίωται.
Ανέπτης προς ουρανόν, πυρίνω ως εν οχήματι, τεθρίππω των αρετών, Χριστώ παριστάμενος, και ημίν κατέλιπες, ως κληρονομίαν, των καμάτων σου τα δράγματα.
Τας κοσμικάς ηδονάς, εκ βρέφους Σάββα εμίσησας· υπακοήν αληθή, αγνείαν και άσκησιν, ποθήσας εβίωσας, ως άσαρκος Πάτερ, και θαυμάτων χάριν είληφας.
Δόξα.
Ο πόθος ο προς Θεόν, και έρως ο εκ καρδίας σου, και η θερμή σου στοργή, όλον ανεπτέρωσε, φαιδρόν εκτελέσας σε, Σάββα θεοφόρε, παλαιού Σάββα συνόμιλε.
Και νυν. Θεοτοκίον.
Παράδεισε λογικέ, ναέ Θεού, πόλις έμψυχε, χαίρε πηγή της ζωής, εξ ης ημίν έλαμψεν, ο ζωαρχικώτατος Ιησούς η πάντων, αγαλλίασις και λύτρωσις.
Καταβασία.
Την θείαν ταύτην και πάντιμον, τελούντες εορτήν οι θεόφρονες, της Θεομήτορος, δεύτε τας χείρας κροτήσωμεν, τον εξ αυτής τεχθέντα Θεόν δοξάζοντες.
Κοντάκιον.
Ήχος πλ.δ´. Τη Υπερμάχω στρατηγώ.
Ως των Οσίων των εν Άθω σε ακραίμονα, Βατοπαιδίου τε Μονής φρουρόν και πρόμαχον, θείοις άσμασι γεραίρομεν ευφημούντες· δος ουν Πάτερ και ημίν την σην αντίληψιν, υπέρ πάντων εξαιτούμενος τον Κύριον, των βοώντων σοι· Χαίροις, Σάββα Πατήρ ημών.
Ο Οίκος.
Άγγελόν σε ορώντες, εν σαρκί Σάββα Πάτερ κατ οὐδὲν η βραχύ τι παρ Ἀγγέλους ηλαττωμένον, εκπληττόμεθα μεν το υπερφυές των αγώνων σου, θάμβει δε πολλώ συνεχόμενοι κραυγάζομεν προς σε τοιαύτα·
Χαίροις, πασών αρετών ταμείον,
χαίροις, φωτός θεϊκόν δοχείον.
Χαίροις, ησυχίας νομίμου διδάσκαλος,
χαίροις, εγκρατείας κανών ο ευθύτατος.
Χαίροις, έσοπτρον εμφάσεων καθαρών χωρητικόν,
χαίροις, άξιον θησαύρισμα των Χριστού μακαρισμών.
Χαίροις, πάνσοφε διδάσκαλε των δια Χριστόν μωρών,
χαίροις, άνθρωπε ουράνιε, και αλείπτα μοναστών.
Χαίροις, ότι σου η άσκησις υπερβαίνει πάντα νουν,
χαίροις, ότι πόνοις σώματος απελέπτυνας τον χουν.
Χαίροις, κανών υπερβαίνων την φύσιν,
χαίροις, κακών χαριζόμενος λύσιν.
Χαίροις, Σάββα Πατήρ ημών.
/
Το Συναξάριον, της ημέρας.
Τη ΙΕ´ του αυτού μηνός (Ιουνίου) μνήμη του Αγίου Προφήτου Αμώς.
Στίχοι.
Αμώς, ο συκάμινα κνίζων αιπόλος,
Εδέμ τρυγά τα δένδρα κνίζων ουκέτι.
Πέμπτη εκ βιότοιο Αμώς δεκάτη τε απέπτη.
Τη αυτή ημέρα ο Άγιος Μάρτυς Δουλάς, ξίφει τελειούται.
Στίχοι.
Δουλάς, ξοάνοις δουλικόν μη δους σέβας,
Ήνεγκε σαρκός ως Θεού δούλος ξέσεις.
Τη αυτή ημέρα ο Άγιος Απόστολος Φουρτουνάτος ξίφει τελειούται.
Στίχοι.
Φουρτουνάτος καύχημα τοις Αποστόλοις,
Και τοις αθληταίς την κάραν τετμημένος.
Τη αυτή ημέρα ο Άγιος Απόστολος Αχαϊκός λιμώ και δίψει τελειούται.
Στίχοι.
Λιμόν λύει σοι και το δίψος παμμάκαρ,
Ος είπε· Διψώ, Δεσπότης επί ξύλου.
Τη αυτή ημέρα ο Άγιος Απόστολος Στεφανάς εν ειρήνη τελειούται.
Στίχοι.
Έργω στεφανάν τον Στεφανάν μοι νόει,
Φορούντα τον στέφανον, ου βραβεύς πόνοι.
Τη αυτή ημέρα ο Όσιος Ορτίσιος εν ειρήνη τελειούται.
Στίχοι.
Άμωμος Ορτίσιος ήκει σοι Λόγε,
Ου μώμον ειπείν, ουδ ὁ μώμος ισχύσει.
Τη αυτή ημέρα ο Όσιος Ιερώνυμος ο Ρωμαίος εν ειρήνη τελειούται.
Στίχοι.
Ιερώνυμον τον μέγαν τεθνηκότα,
Μέγας μένει στέφανος, ουκ απεικότως.
Τη αυτή ημέρα μνήμη του εν Αγίοις Πατρός ημών Αυγουστίνου Επισκόπου Ιππώνος.
Στίχοι.
Έρωτι φλεχθείς του Θεού Αυγουστίνε,
Φωστήρ εδείχθης παμφαέστατος μάκαρ.
Τη αυτή ημέρα η Αγία Μάρτυς Γραυς ξίφει τελειούται.
Στίχοι.
Θύεις θεοίς Γραυς; η ταθή σοι το ξίφος;
Χαίρω, ταθήτω· τοις θεοίς γαρ ου θύω.
Τη αυτή ημέρα μνήμη του Αγίου Μάρτυρος Νερσή.
Στίχοι.
Νερσής απήλθε δια του μαρτυρίου,
Όπου αθλητών αι χορείαι εν πόλω.
Τη αυτή ημέρα η σύναξις της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου, πέραν εν τοις Μαρανακίου.
Στίχοι.
Ύμνον σοι θείον εν τοις Μαρανακίου,
Άδομεν πιστοί χρεωστικώς σοι, Κόρη.
Τη αυτή ημέρα ο άγιος Μεγαλομάρτυς Λάζαρος, «Κνέζης Σερβίας και Βασιλεύς Γραικίας», σφαγιασθείς υπό των Τούρκων τελειούται.
Στίχοι.
Λάζαρος Κνέζης, σφαγιασθείς, σοι παρέστη Χριστέ μου,
Φανείς σου φίλος, αληθινός, ου κατ ὄνομα μόνον.
Ο άγιος ούτος εβασίλευσεν εν Σερβία κατά την περίοδον (1346), ότε η Σερβία είχεν αποσχισθή εκ του Οικουμενικού Πατριαρχείου (ότε η εν Σερβία επίσκοποι αυθαιρέτως ανεκήρυξαν Πατριάρχην τον Αρχιεπίσκοπον αυτών)· αυτός δε ο άγιος μετά πολλών μόχθων επέτυχεν και πάλιν την συνδιαλλαγήν των δύο μερών. Εσχετίζετο μετά Ησυχαστών μοναχών και ο ίδιος ηγάπα και ενεστερνίζετο την μοναχικήν και ησυχαστικήν διδασκαλίαν. Εφρόντισε προς ανέγερσιν και διακόσμησιν γινόμενος Κτίτωρ μοναστηρίων και εν Σερβία αλλά και εν Αγίω Όρει. Έτρεφε πάντοτε αγαθάς διαθέσεις και πολλήν αγάπην προς τε τον Γραικικόν λαόν, και τον Αθωνικόν Μοναχισμόν, υφ ὧν αισθημάτων κινούμενος «αφιέρωσεν ένα βασιλικόν Σταυρόν, εν ω ην η πανάφθορος Ζώνη της Κυρίας Θεοτόκου και μέγα τεμάχιον Τιμίου Ξύλου, τη εν Αγίω Όρει Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου. Ήτο δε του σταυρού το μεν μήκος δάκτυλοι επτά, το δε πλάτος δάκτυλοι δύω· όστις σώζεται εν τη ανωτέρω μονή μέχρι της σήμερον. Όπισθεν δε του σταυρού ευρίσκονται γεγραμμένα γράμματα δια Σερβικών χαρακτήρων, άπερ μεθερμηνευθέντα εις την καθ ἡμᾶς γραικικήν διάλεκτον, λέγουσι ταύτα· “Λάζαρος εν Χριστώ τω Θεώ Κνέζης Σερβίας και βασιλεύς Γραικίας, ανατίθημι το κραταιόν όπλον συν τη αχράντω Ζώνη της Παναγίας μου, τη Μονή Βατοπαιδίου της Βασιλείας μου”» (Συναξαριστής αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου). Ετελεύτησεν εν έτει (ατπθ´ (1389), σφαγιασθείς υπό των Τούρκων κατά τον πόλεμον, ο οποίος διεξήχθη, όταν αυτοί επεχείρησαν μετά βίας να εξισλαμίσουν τους Σέρβους. Προ τούτου έλαβεν πληροφορίαν εκ Θεού ότι εις εν λόγω πόλεμον μέλλει να θανατωθή, αλλ αὐτὸς προκρίνων της προσκαίρου της ουράνιον Βασιλείαν ουδόλως εδειλίασεν.
Και τέλος το παρόν.
Τη αυτή ημέρα μνήμην επιτελούμεν του Οσίου και Θεοφόρου Πατρός ημών Σάββα του Βατοπαιδινού, του δια Χριστόν Σαλού.
Στίχοι.
Φάνας ο Σάββας ασκήσει οικουμένην,
Έφανεν αύθις και Άθω τεραστίοις.
Λάμψεν ήματι δεκάτω πέμπτω Σαββάϊος αίγλη.
Εις τα τέλη του 13ου αιώνος (1280) συναντώμεν εις την Ιεράν Μεγίστην Μονήν Βατοπαιδίου Αγίου Όρους τον Οσιώτατον πατέρα ημών Σάββαν μετά του ωσαύτως Οσιωτάτου γέροντός του. Ο αγιώτατος ούτος πατήρ ημών Σάββας κατήγετο εκ περιφανούς οικογενείας της Θεσσαλονίκης. Ως πρώτον του ασκητικόν στάδιον θεωρείται το Βατοπαιδινόν κελλίον των Καρεών, όπου διέμεινεν επί διάστημα επτά ετών υποτασσόμενος εις τον «πρεσβύτατον τη αρετή και ανένδοτον εν τοις ασκητικοίς αγώσι» πνευματικόν αυτού πατέρα. Ύστερον όμως ένεκα επιδρομής των Καταλανών, και κατόπιν άνωθεν πληροφορίας, ανεχώρησεν δια Ιεροσόλυμα. Διαπερνών διαφόρους τόπους και πόλεις μένει ικανόν καιρόν εν Κύπρω, εν Παλαιστίνη, εν Λήμνω και εν Κρήτη· είτα επεσκέφθη άλλα μέρη της Ελλάδος και την Βασιλεύουσαν. Εις όλα ταύτα τα μέρη παρέμεινεν εν συνόλω περί τα εικοσιπέντε έτη. Κατά ταύτα επεδόθη εις τοιαύτην αυστηροτάτην άσκησιν, ώστε να αμιλλάται τους μεγάλους ασκητάς του 4ου και 5ου αιώνος. Εν τοις υπερφυέσιν αυτού κατορθώμασι περιγράφονται εν τω βίω αυτού· η τελεία σιωπή καθ ὅλον το διάστημα της εκ του Άθωνος απουσίας αυτού, η δια Χριστόν σαλότης και η σχεδόν γυμνότης της περιβολής· προσέτι η επί δύο έτη παντελής ακινησία πλην της χρείας αυτού και η επί άλλα δύο έτη οδοιπορία και ορθοστασία εις την Κρήτην οπότε εκοιμάτο ακουμβών ολίγον μόνον επί τινος δένδρου η πέτρας, άλλοτε ο εξακοντισμός αυτού υπό των δαιμόνων εις τι βαθύτατον βάραθρον όπου πεσών έστη όρθιος και έμεινεν αβλαβής, ακίνητος και άσιτος επί τεσσαράκοντα ημέρας καταλαμπόμενος υπό του ακτίστου φωτός, η ανάστασις του νεκρού τέκνου μιας γυναικός εις Ιεροσόλυμα και άλλα θαυμασμού άξια, άτινα φαίνονται εις τον κατά πλάτος βίον αυτού. Επανελθών είτα εις την Μονήν Βατοπαιδίου, ηγωνίζετο υπερανθρώπως, γενόμενος πρότυπον υπακοής και φιλοπονίας· διο και ηξιώθη υψηλών θεωριών. Κατά τον Μάρτιον του χιλιοστού τριακοσιοστού τεσσαρακοστού δευτέρου (1342) έτους απεστάλη μετ ἄλλων αγιορειτών πατέρων εις Κωνσταντινούπολιν προς ειρήνευσιν διαφορών μεταξύ των Βασιλέων, ένθα και παρέμεινεν ασκητικώς αγωνιζόμενος μέχρι τέλους του βίου του, επισυμβάντος το χιλιοστόν τριακοσιοστόν τεσσαρακοστόν ένατον (1349) έτος εις την Μονήν της Χώρας.
Ταις των σων Αγίων αγίαις πρεσβείαις, Χριστέ ο Θεός, ελέησον ημάς. Αμήν.
Ωδή ζ´.
Της Θεοτόκου. Ο Ειρμός.
Εν τη καμίνω, Αβραμιαίοι παίδες τη Περσική, πόθω ευσεβείας μάλλον η τη φλογί, πυρπολούμενοι εκραύγαζον· Ευλογημένος ει, εν τω ναώ της δόξης σου Κύριε. (Δις).
Σε προετύπου, το μη φλογίσαν πάλαι θείους παίδας πυρ· συ γαρ δεξαμένη πυρ θείον εν γαστρί, ουκ εφλέχθης Παναμώμητε· όθεν βοώμέν σοι· Παρθένε χαίρε θεοχαρίτωτε.
Υμνολογούμεν, την ακατάληπτόν σου Σύλληψιν, Κόρη οι Θεού Μητέρα παναληθή, ορθοδόξως σε κηρύττοντες, και ως ο Άγγελος, βοώμεν· χαίρε Θεογεννήτρια.
Μελωδικώς σε, ο Θεοπάτωρ προεδήλωσε, λέγων η Βασίλισσά σου εκ δεξιών, εμφανώς παρέστη, Πάναγνε· ημείς δε κράζομεν, το του Αγγέλου χαίρε Θεόνυμφε.
Νόμους Παρθένε, συ υπερέβης τους της φύσεως, ούσα ως προ τόκου και μετά το τεκείν· ευδοκία γαρ Γεννήτορος, Υιόν συνέλαβες. Χαίρε του Πνεύματος επαλήθευσις.
Πρώτος Κανών του Οσίου.
Ουκ ελάτρευσαν.
Κροτησάτωσαν, μονάζοντες τω πνεύματι, και η ομήγυρις, Βατοπαιδίου Μονής, και σε δοξαζέτωσαν, Σάββα πανόσιε, ως πλουτούντές σε, καύχημα και διάσωσμα, και κανόνα ευσεβείας.
Επεδήμησεν, ημίν νυν η πανεύσημος, και θεία μνήμη σου, Σάββα σοφέ η σεπτή, χαρίτων τοις άνθεσιν ευωδιάζουσα, Μονήν άπασαν, και πάντας ιλαρύνουσα, σε πιστώς προσκαλουμένους.
Βατοπαίδιον, την μνήμην πανηγύριζε, νυν του παμμάκαρος, Σάββα ποτέ φοιτητού· αλλά νυν προστάτου σου, φρουρού και φύλακος· ου εντεύξεσι, και ικεσίαις άτρωτον, διαμένεις εις αιώνας.
Θεοτοκίον.
Σωματώσασα, τον Λόγον τον ασώματον, Κόρη θεόνυμφε, τους ενσωμάτους βροτούς, αγγέλους ανέδειξας, αΰλους ψάλλοντας· Υπερύμνητε, ο των πατέρων Κύριος και Θεός ευλογητός ει.
Άλλος. Του Οσίου.
Θεού συγκατάβασιν.
Αστράπτων ως ήλιος, την οικουμένην εφωταγώγησας· διο ένδοξε Σάββα, συναθροισθέντες σε μακαρίζομεν, τη ση πρεσβεία αιτούντες προς Κύριον, αγιασμόν δια σου λαβείν και έλεος.
Αστράπτων ως ήλιος, την οικουμένην εφωταγώγησας· διο ένδοξε Σάββα, συναθροισθέντες σε μακαρίζομεν, ταις σαις αιτούμενοι Πάτερ εντεύξεσι, αγιασμόν εκ Θεού λαβείν και έλεος.
Ιδού νυν χαρμόσυνος, ημέρα όντως λαμπρά και εύσημος, εν η μνήμη του θείου, Σάββα εν Άθω ενθέως επέφανε, τον ιλασμόν δωρουμένη τοις ψάλλουσιν· Ευλογητός ο Θεός ο των Πατέρων ημών.
Δόξα.
Διώκονται φάλαγγες, των πρεσβειών σου Σάββα τοις βέλεσι, των δαιμόνων· σοβεί γαρ, τούτους και φλέγει ως περ την ύλην το πυρ, το σον καλούμενον άγιον όνομα. Ευλογητός ο Θεός ο των Πατέρων ημών.
Και νυν. Θεοτοκίον.
Ιδού νυν πεπλήρωται, Δαβίδ του θείου η πάλαι πρόρρησις· λιτανεύουσιν όντως, σου προ προσώπου οι πλούσιοι του λαού, και τω Υιώ σου Παρθένε κραυγάζουσιν· Ευλογητός ο Θεός ο των Πατέρων ημών.
Καταβασία.
Ουκ ελάτρευσαν τη κτίσει οι θεόφρονες, παρά τον Κτίσαντα· αλλά πυρός απειλήν, ανδρείως πατήσαντες, χαίροντες έψαλλον· Υπερύμνητε, ο των Πατέρων Κύριος, και Θεός ευλογητός ει.
Ωδή η´.
Της Θεοτόκου. Ο Ειρμός.
Χείρας εκπετάσας Δανιήλ, λεόντων χάσματα, εν λάκκω έφραξε· πυρός δε δύναμιν έσβεσαν, αρετήν περιζωσάμενοι, οι ευσεβείας ερασταί, παίδες κραυγάζοντες· ευλογείτε, πάντα τα έργα Κυρίου τον Κύριον. (Δις).
Ο Κτίστης των όλων και Θεός, εν σοι σαρκούμενος Παρθένε Άχραντε, Ναόν σε έδειξεν άγιον, και θεόδεκτον παλάτιον, και αγιάσματος σκηνήν· όθεν κραυγάζομεν του Αγγέλου· Χαίρε Νύμφη, Μήτερ του πάντων των όντων Δεσπόζοντος.
Ύμνοις και ωδαίς πνευματικαίς, την θείαν Σύλληψιν την σην Πανάμωμε, πανηγυρίζομεν άπαντες, οι Μητέρα σε κηρύττοντες, του Παντοκράτορος Θεού, και πίστει ψάλλομεν· Χαίρε κλίμαξ, γήθεν προς πόλον πιστούς η μετάγουσα.
Σε την συλλαβούσαν εν γαστρί, τον πάντων Κύριον ασπόρως Άχραντε, συμβολικώς προεώρακεν, ο προφήτης ακατάφλεκτον, βάτον και στύλον του πυρός· ημείς δε πόθω σοι, του Αγγέλου· Χαίρε βοώμεν σκηνή επουράνιος.
Δύναμις Υψίστου επί σε, και Πνεύμα Άγιον σοι επεσκίασεν, εν τη Συλλήψει σου Πάναγνε· σοι γαρ ο Θεός σεσάρκωται, του Γαβριήλ εν Ναζαρέτ, χαράν κομίσαντος, ουρανόθεν. Χαίρε τον Λόγον Θεόν η κυήσασα.
Πρώτος Κανών του Οσίου. Παίδας ευαγείς εν τη καμίνω.
Χαίροις η Μονή Βατοπαιδίου, τον Όσιον Σάββαν η βλαστήσασα· ου τα υπέρ άνθρωπον, κήρυττε παλαίσματα, της φεγγοβόλου λάμψεως του θείου Πνεύματος, εμπνέοντα αφθόνως την χάριν, και τοις ύμνοις κρότει, αυτού την θείαν μνήμην.
Άδομεν Σάββα χαρμοσύνως, θεόσοφον βίον σου και σκάμματα· πάσι τοις μονάζουσιν, ώφθης γαρ σωτήριος, εν διδαχαίς και πράξεσι και ταις εντεύξεσι, προς Κύριον· ον νυν μη ελλείπης, δυσωπείν απαύστως, ημάς ελεηθήναι.
Νέος ουρανός Σάββα εφάνης, τον Κύριον ώσπερ ήλιον παμμέγιστον, λάμποντα εν χάριτι, έχων εν τοις έργοις σου· ως δε σελήνην πάμφωτον, αργυραυγίζουσαν, κτησάμενος του Πνεύματος χάριν· ως φαιδρά τε άστρα, τα πλήθη των θαυμάτων.
Θεοτοκίον.
Άγιον αγίων ως τεκούσα, αγίοις αεί τον επαναπαυόμενον, και ως μόνη στήσασα, κατ ἐχθρῶν παγκράτιον, των αοράτων πάναγνε, τον νουν φυλάξασα, ανώτερον εννοίας ατόπου, καλή παρά πάντων, δικαίως Παναγία.
Άλλος. Του Οσίου. Επταπλασίως κάμινον.
Νόμω σοφέ πειθόμενος, απανέστης πατρίδος σου, Όρει τω του Άθω, προσδραμών ως έλαφος, και ήσκησας άριστα· λοιπόν και νυν ο στέφανος, της δικαιοσύνης, απόκειταί σοι βοώντι· Οι Παίδες ευλογείτε, ιερείς ανυμνείτε, λαός υπερυψούτε, εις πάντας τους αιώνας.
Όντως θαυμάτων χάριτας, τοις υμνούσί σε Όσιε, άνωθεν βραβεύεις της ψυχής και σώματος, παντοία παθήματα, θεραπευούσας τάχιστα, Σάββα θεοφόρε, των πιστώς μελωδούντων· Οι Παίδες ευλογείτε, ιερείς ανυμνείτε, λαός υπερυψούτε, εις πάντας τους αιώνας.
Ευλογούμεν Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα τον Κύριον υμνούμεν.
Νυν η λαμπρά πανήγυρις, του Οσίου επέλαμψε, πάντων μοναζόντων, τας ψυχάς φωτίζουσα, θαυμάτων ταις λάμψεσι, και ταις ποικίλαις χάρισι, και πανευλαβώς, προτρέπουσα ανακράζειν· Οι Παίδες ευλογείτε, ιερείς ανυμνείτε, λαός υπερυψούτε, εις πάντας τους αιώνας.
Και νυν. Θεοτοκίον.
Μήτερ Θεόν και Κύριον, υπερ λόγον κυήσασα, τούτον ως Υιόν σου, Παναγία αίτησαι, εν ώρα της κρίσεως, της καταδίκης και του πυρός, σκότους αφεγγούς, και του βρυγμού των οδόντων, λυτρώσασθαι τους πίστει, τω Υιώ σου βοώντας· Λαός υπερυψούτε, Αυτόν τους αιώνας.
Καταβασία.
Αινούμεν, ευλογούμεν και προσκυνούμεν τον Κύριον.
Παίδας ευαγείς εν τη καμίνω, ο τόκος της Θεοτόκου διεσώσατο, τότε μεν τυπούμενος· νυν δε ενεργούμενος, την οικουμένην άπασαν, αγείρει ψάλλουσαν· τον Κύριον υμνείτε τα έργα, και υπερυψούτε, εις πάντας τους αιώνας.
/
Ωδή θ´.
Της Θεοτόκου. Ο Ειρμός.
Λίθος αχειρότμητος όρους, εξ αλαξεύτου σου Παρθένε, ακρογωνιαίος ετμήθη, Χριστός συνάψας τας διεστώσας φύσεις, διο επαγαλλόμενοι, σε Θεοτόκε μεγαλύνομεν. (Δις).
Εύας της προμήτορος Κόρη, νυν το κατάκριμα ελύθη, δια σου Παρθένε εν μήτρα, Θεόν φερούσης· διο αγαλλομένη, το χαίρε πόθω κράζει σοι, αγγελικώς συν τω Προπάτορι.
Χαίρε του Δεσπότου των όλων, έμψυχον τέμενος Παρθένε· χαίρε η λυχνία και στάμνος, το θείον μάννα, κρατούσα εν γαστρί σου, πάντας γλυκαίνον χάριτι· Χαίρε το θείον ενδιαίτημα.
Όρος αλατόμητον πάλαι, ο Δανιήλ συμβολικώς σε, Μήτερ του Σωτήρος προείδεν· εκ σου γαρ λίθος ο ακρογωνιαίος, Χριστός ετμήθη Κύριος, άνευ σποράς. Χαίρε Πανάμωμε.
Ύμνοις την σεπτήν και φαιδράν σου, πανηγυρίζομεν Παρθένε, Σύλληψιν εν πίστει και πόθω, Συ δε σην ποίμνην παντοίας ρύσαι βλάβης, και τους υμνούντας φύλαττε. Χαίρε Θεού κατοικητήριον.
Πρώτος Κανών του Οσίου.
Άπας γηγενής.
Σου τα ιερά, και θεία παλαίσματα, νυν ευφημούμενα, ευωδίαν πέμπουσι, του Παρακλήτου και καταυγάζουσι, Σάββα θεομακάριστε τους σε υμνούντας φαιδρώς, οις βραβεύεις, άνωθεν το έλεος, και ψυχών ιλασμόν ταις πρεσβείας σου.
Σάββα του σοφού, την μνήμην φιλέορτοι πανηγυρίζοντες, δεύτε αγαλλίασιν, ενθέω πόθω απαρυσώμεθα, ως πρεσβευτήν πλουτήσαντες, αυτόν και κράξωμεν, ολοψύχως· Σκέπε ημάς πάντοτε, και Μονήν την τιμώσάν σε φύλαττε.
Πάντας τους την σην, τελούντας πανήγυριν την αεισέβαστον, λύτρωσαι πρεσβείαις σου, κινδύνων νόσων και πάσης θλίψεως, ως ρύστης των εκ πίστεως λιτανευόντων σε, και Μονήν σου, Σάββα συν τη ποίμνη σου, βλάβης πάσης αλώβητον τήρησον.
Θεοτοκίον.
Ύψος ουρανού, και γης βάθος άπειρον, τις ερμηνεύσειε, Κόρη Αειπάρθενε; ούτω το ύψος του μυστηρίου σου, πως νους σμικρός δυνήσεται, και περιπέζιος, ερμηνεύσαι, βάθος τε το άπειρον, της ασπόρου λοχείας σου Πάναγνε.
Άλλος. Του Οσίου.
Εξέστη επί τούτω ο ουρανός.
Ενθέου απολαύων Πάτερ ζωής, υπέρ ης ηγωνίσω προς δύναμιν, επί της γης, βίω διαπρέψας αγγελικώ, και μεταβάς μακάριε, Σάββα προς αΰλους διαμονάς, σωθήναι θεοφόρε, δυσώπει την Μονήν σου, Βατοπαιδίου την τιμώσάν σε.
Λειμώσι των Αγγέλων εν ουρανώ, τω των όλων Θεώ παριστάμενος, επί της γης, πέμπεις τη πρεσβεία σου δωρεάς, πάσι τοις σεβομένοις σε, και ανευφημούσι πανευλαβώς, και πόθω σε αιτούσι, Σάββα του Άθω κλέος, και της Μονής σου μέγα καύχημα.
Δόξα.
Παρήλθες μεν τα ρέοντα και φθαρτά, και το άστατον τούτων διέπτυσας, και χαμερπές, των αεί μενόντων αποσκοπών, πανσόφως το αΐδιον· όθεν και εγένου φωτοειδής· και νυν χάριτι θεία, θέσει θεός εγένου, Σάββα φωτί θείω λαμπόμενος.
Και νυν. Θεοτοκίον.
Ωδάς σοι ευχαρίστους, πάντες ημείς, οι το Όρος οικούντες προσφέρομεν, Μήτερ Θεού, ότι διασώζεις ημάς αεί, εκ πάσης περιστάσεως, τρέφεις τε και θάλπεις και προνοείς. Αλλά δεόμεθά σου, και θείας Βασιλείας, μετά το τέλος καταξίωσον.
Καταβασία.
Άπας γηγενής, σκιρτάτω τω πνεύματι, λαμπαδουχούμενος· πανηγυριζέτω δε, αΰλων Νόων φύσις γεραίρουσα, τα ιερά θαυμάσια της Θεομήτορος, και βοάτω· Χαίροις παμμακάριστε, Θεοτόκε Αγνή Αειπάρθενε.
Εξαποστειλάρια.
Ήχος β´. Τοις μαθηταίς συνέλθωμεν.
Φως ο Χριστός καλούμενος, μεθεκτόν τε και πρώτον, φως και σε όντως Όσιε, δεύτερον και μετέχον, Σάββα σοφέ ανέδειξε· την αυγήν εξ εκείνου, λαβών γαρ παμμακάριστε, νυν εκπέμπεις τοις πάσι, φωτιστικάς, και ειρηνοδώρους Πάτερ ακτίνας· διο ανευφημούμέν σε, και τιμώμεν σην μνήμην.
Έτερον του Οσίου, ομού και Θεοτοκίον. Όμοιον.
Εκ βρεφικής σε έλαβεν, ηλικίας ο Πλάστης, και Πνεύματος άνεδειξε, σκήνωμα του Αγίου· όθεν φωστήρ ανεδείχθης, Σάββα των μοναζόντων, Άθω τερπνόν αγλάϊσμα, και Μονής σου το κλέος· ην σαις λιταίς, και Αγνής Παρθένου και Θεοτόκου, φύλαττε αδιάσειστον, εις αιώνας αιώνων.
Εις τους Αίνους.
Ιστώμεν στίχους δ´ και ψάλλομεν στιχηρά Προσόμοια.
Ήχος δ´. Ο εξ Υψίστου κληθείς.
Ως θεϊκή τις σαφώς κληρονομία, ημίν αναδέδεικται η πολιτεία σου, Σάββα θεόφρον δεικνύουσα, της υψηλής σου, διαγωγής τα θεία γνωρίσματα, και την παρρησίαν σου, ην προς Θεόν συ πλουτείς· φως γαρ εις φαύσίν σε πάμφωτον, των μοναζόντων, η θεία χάρις εναπεφήνατο, λελαμπρυσμένον ταις ακτίσι, της Τρισηλίου αυγής πανσεβάσμιε· ην ικέτευε σώσαι, και φωτίσαι τας ψυχάς ημών.
Ως εξ αλήκτων πηγών της σωτηρίου, και θείας χρηστότητος αεί την χάριν αντλών, Σάββας τα άθλα προτίθησιν, εις ευωχίαν, της τούτου μνήμης εν η εκάλεσε, τους πάντας εν Πνεύματι, χαρίτων θείων πληρών· δεύτε λοιπόν και συνδράμωμεν, και ευλογίας, της θεοσδότου αυτού μετάσχωμεν, οι προσελθόντες, και δοξάσωμεν, τον εν αγίοις Χριστόν τον Θεόν ημών, δοξαζόμενον όντως, και αυτοίς αναπαυόμενον.
Βατοπαιδίου Μονήν καταλαμπρύνας, τω βίω σου Όσιε, Σάββα μακάριε, κεκαθαρμένος τω σώματι, και αγλαΐαις, των αρετών σου πάντας εφαίδρυνας· όλος γαρ ουράνιος, εν γη ετέλεσας, και αρετών δια πράξεως, εκτελουμένων, εύρες πορείαν την υψιβάμονα· όθεν και πάντες ταις τιμίαις σου, και σεπταίς υποθήκαις στηρίζονται, προσλαμβάνοντες ζήλον, υπό σου παιδαγωγούμενοι.
Θεοφεγγέσι στιλπνότησι τρισμάκαρ, Σάββα θεοείκελε, των θείων έργων σου, φωτοβολών τον περίχωρον, Μακεδονίας, διασκεδάζεις αχλύν των θλίψεων, και χάος βαθύτατον, των καρδιών ημών· όθεν Μονής σου εδραίωμα, Βατοπαιδίου, και των εν Άθω φως εχρημάτισας, οι και την μνήμην σου την ένθεον, και φωταυγή και σωτήριον Όσιε, εκτελούμεν πταισμάτων, δια σου λύσιν αιτούμενοι.
Δόξα. Ήχος πλ.δ´.
Η πνευματική μονή του Παρακλήτου, Σάββας ο θεόφρων Πατήρ ημών, πάντας τους πνευματικούς δαιτυμόνας της πνευματικής αυτού πανδαισίας, συγκαλείται εν υψηλώ κηρύγματι λέγων· δεύτε ουρανίων δωρεών τρυφήσατε εις Ναόν ουκ εμόν, αλλά της Πανάγνου Βηματαρίσσης, εν ω τελείται η μνήμη μου. Ίδετε λαμπράν πανήγυριν, εν η και χορηγείται πάσιν αφθόνως, ουρανόθεν η Χάρις, και διττόν το πλούσιον έλεος, εις απόλαυσιν, και ζωήν την αιώνιον.
Και νυν. Θεοτοκίον.
Δέσποινα πρόσδεξαι, τας δεήσεις των δούλων σου, και λύτρωσαι ημάς, από πάσης ανάγκης και θλίψεως.
Δοξολογία Μεγάλη· μεθ ἣν το Απολυτίκον του Αγίου, η λοιπή ακολουθία και Απόλυσις.
Εις την Θείαν Λειτουργίαν
Ψάλλομεν Τυπικά. Εις δε τους Μακαρισμούς, γ´ και ϛ´ Ωδήν του Οσίου.
Ωδή γ´. Ήχος δ´. Τους σους υμνολόγους.
Ο ενθεος βίος σου ων πλήρης, θαυμάτων λαμπρών και αρετών, Σάββα δεικνύει άπασι, της χάριτος τεκμήριον, δι ἧς θεόφρον γέγονας, σεπτόν δοχείον του Πνεύματος.
Ψαλμοίς παννυχίοις σου γεραίρει, την μνήμην ομού και εορτήν, Σάββα θεόφρον Όσιε, Μονή σου Βατοπαίδιον, ην έτι ζων ετίμησας, θανών δε αυ ευηργέτησας.
Τον ένθεον βίον σου ω Σάββα, ο Ύψιστος έδειξεν ημίν, ασκήσεως υπόδειγμα, και τύπον ταπεινώσεως· του Πνεύματος γαρ γέγονας, θεόφρον κατοικητήριον.
Θεοτοκίον.
Η μόνη τον Άγιον τεκούσα, και μόνον παντός αγιαστήν, αγιασμόν σου δος ημίν, οικούσιν εν τω Όρει σου, Χριστού λαόν τ εὐλόγησον, και σου την Ποίμνην διάσωσον.
Ωδή ϛ´. Ήχος πλ.δ´. Ιλάσθητί μοι Σωτήρ.
Βατοπαιδίου Μονή, αγάλλου σκίρτα και χόρευε, εν τέκνοις τον θαυμαστόν, εν πάσι κατέχουσα, Σάββαν· τον θεόσοφον, ούτινος ο βίος, τοις Αγγέλοις εξωμοίωται.
Τας κοσμικάς ηδονάς, εκ βρέφους Σάββα εμίσησας· υπακοήν αληθή, αγνείαν και άσκησιν, ποθήσας εβίωσας, ως άσαρκος Πάτερ, και θαυμάτων χάριν είληφας.
Ο πόθος ο προς Θεόν, και έρως ο εκ καρδίας σου, και η θερμή σου στοργή, όλον ανεπτέρωσε, φαιδρόν εκτελέσας σε, Σάββα θεοφόρε, παλαιού Σάββα συνόμιλε.
Θεοτοκίον.
Παράδεισε λογικέ, ναέ Θεού πόλις έμψυχε, χαίρε πηγή της ζωής, εξ ης ημίν έλαμψεν, ο ζωαρχικώτατος Ιησούς η πάντων, αγαλλίασις και λύτρωσις.
Απολυτίκιον.
Ήχος γ´. Θείας πίστεως.
Έργοις έλαμψας, της ευσεβείας, πάσαν ηύγασας, την οικουμένην, υψοποιώ τη ταπεινώσει κοσμούμενος, Βατοπαιδίου Μονής σεμνολόγημα, και Όρους Άθω καλλονή και ωράϊσμα· Σάββα πάνσοφε, χαρίτων ενθέων έμπλησον, τους πόθω σου την μνήμην εορτάζοντας.
Κοντάκιον.
Ήχος πλ.δ´. Τη Υπερμάχω στρατηγώ.
Ως των Οσίων των εν Άθω σε ακραίμονα, Βατοπαιδίου τε Μονής φρουρόν και πρόμαχον, θείοις άσμασι γεραίρομεν ευφημούντες, δος ουν Πάτερ και ημίν την σην αντίληψιν, υπέρ πάντων εξαιτούμενος τον Κύριον, των βοώντων σοι· Χαίροις Σάββα Πατήρ ημών.
Και τέλος Κοντάκιον το «Τη Υπερμάχω».
Αποστολοευαγγέλιον ζήτει τη 5η Δεκεμβρίου, του Οσίου Σάββα του Ηγιασμένου.
Κοινωνικόν· Εις μνημόσυνον…
ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ ΤΩ ΘΕΩ ΔΟΞΑ