Από τον θάνατο στην αθανασία
23.04.2014
«Όταν δε αυτό το φθαρτό μεταμορφωθεί σε άφθαρτο και αυτό το θνητό μεταμορφωθεί σε αθάνατο, τότε θα πραγματοποιηθεί ο λόγος της Γραφής: ο θάνατος αφανίσθηκε· ἡ νίκη είναι πλήρης! Θάνατε, πού είναι το κεντρί της δύναμής σου; Άδη, πού είναι η νίκη σου;»(Α Κορ. 15, 54-55.) Οι άνθρωποι καταδίκασαν σε θάνατο τον Θεάνθρωπο, υπακούοντας στα προστάγματα του διαβόλου. Ο Θεάνθρωπος, όμως, με την ανάστασή Του ανταπέδωσε σε αυτούς την αθανασία. Με το σταυρικό του θάνατο ο Κύριός μας κατεδίκασε και κατέστρεψε τον θάνατο. Η ανάστασή του ανέβλυσε την αθανασία και τώρα και στην αιωνιότητα, πλημμυρίζοντας τον άνθρωπο και όλο τον κόσμο. Το πιο μεγάλο θαύμα της θείας οικονομίας είναι η ανάσταση του Χριστού. Με αυτήν, η ανθρώπινη φύση οδηγήθηκε οριστικά και τελεσίδικα στην αθανασία, ώστε να προκαλεί φόβο και σε αυτόν τον θάνατο.
Πριν από την ανάσταση του Κυρίου, ο θάνατος ήταν δεύτερη φύση του ανθρώπου. Όλοι θεωρούσαμε τον θάνατο κάτι το φυσικό. Με την ανάσταση του Χριστού, όλα άλλαξαν. Όποιος πλέον ζει με την πίστη στον αναστημένο Χριστό υπερβαίνει τον θάνατο. Δεν πεθαίνει, αλλά απλά βγάζει το ένδυμα του σώματός του, για να το ξαναφορέσει πάλι άφθαρτο την ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας. Πριν από την ενανθρώπηση του Κυρίου μας, ήταν φυσικό στους ανθρώπους να είναι θνητοί. Μετά την παρουσία και την ανάστασή Του, έγινε φυσική γι’ αυτούς η αθανασία.
Ποιά φύση, ποιό στοιχείο, ποιά ύπαρξη δεν θα ομολογήσει πλέον τον Χριστό ως τον μόνο Θεό, ως τον μόνο Κύριο, ως τον Παντοκράτορα; Σε ποιό σημείο της δημιουργίας δεν είχε απλώσει τη διεφθαρμένη του δύναμη και κυριαρχία ο καταστρεπτικός θάνατος; Κάθε ύπαρξη πάνω στη γη ήταν αξιολύπητο θύμα αυτού του σκληρού τυράννου. Ο Κύριος με την ανάστασή του έγινε απελευθερωτής και σωτήρας της.
Ω θεία ανάσταση, το μέγιστο θαύμα, το θαύμα των θαυμάτων. Εσύ έγινες η βασική αιτία και αφορμή της δημιουργίας και της παράτασης του Χριστιανισμού μέσα στους αιώνες! «Λαοί, φυλαί και γλώσσαι», απαντήστε μου, πώς θα τολμούσε κάποιος να πιστέψει, να γίνει χριστιανός, αν η ανάσταση του Κυρίου δεν ήταν πραγματικότητα, αν η ανάσταση δεν ήταν ολοφάνερη και βεβαία; Ναι, η ανάσταση του Θεανθρώπου Λόγου είναι εκείνη η οποία τράβηξε και συνεχώς τραβά και μετακινεί τους θνητούς στην αθανασία και την αιώνια ανάσταση. Το μόνο «καινούριο κάτω από τον ήλιο» δεν είναι άλλο παρά ο αναστημένος Κύριός μας και η λαμπροφόρος ανάστασή Του. Εξ αιτίας της οι πρώην φοβισμένοι μαθητές, έγιναν μεγάλοι ομολογητές και κήρυκες, οι αγράμματοι έγιναν σοφοί, οι αδύνατοι έγιναν ισχυροί και αυτά ακόμη τα νήπια απέκτησαν ανδρείο φρόνημα και έγιναν μάρτυρες της θείας αναστάσεως σε όλο τον κόσμο και δημιούργησαν το οικοδόμημα της Εκκλησίας. Όλη η ιστορία του Χριστιανισμού συνοψίζεται στην ανάσταση του Κυρίου μας. Με αυτήν παρατείνεται από το χρονικά περιορισμένο στο άχρονο, από το παρόν στην αιωνιότητα, με ολοκλήρωση την «παλιγγενεσίαν», όταν θα είναι «όλα του Χριστου και ο Χριστός θα είναι σε όλα» (Κολ. 3, 11). Η ανάσταση του Χριστού δεν μας απάλλαξε μόνον από την απειλή του θανάτου και της φθοράς. Μας δίδαξε και όλη την τέχνη της νοητής πάλης προς τις μεθοδείες του διαβόλου, αλλά και προς τα συστήματα του «παλαιού ανθρώπου, του σώματος του θανάτου» (Ρωμ. 7, 24).
Ο σαρκωμένος Θεός Λόγος, που βάδισε ανάμεσά μας, «άρχισε να πράττει και να διδάσκει» (Πραξ. 1,1), μας παρέδωσε με μαθηματική ακρίβεια όλους τους τρόπους της διοίκησης των πνευματικών νόμων, τα μυστικά του αόρατου πολέμου, μας φανέρωσε όλα τα σκοτεινά βάθη του σατανά, ώστε ακολουθώντας τον Παύλο να λέμε· «γνωρίζουμε καλά τις επιδιώξεις του»(Β Κορ. 2, 11). Όταν ο άνθρωπος αγωνίζεται κατά της αμαρτίας και των παθών αποδεικνύει την πίστη του στην ανάσταση του Χριστού, στην αθανασία, στην αιώνια ζωή. Όποιος δεν αγωνιζεται κατά του συστήματος του «παλαιού ανθρώπου» αποδεικνύει άχρηστη την πίστη του, δεν ανήκει δε στο σύνολο των σωζομένων.
Εάν με την πίστη στον Χριστό δεν φθάνει κανείς στις θείες επαγγελίες, τότε γιατί πιστεύει; Η βεβαία πίστη είναι αισθητή σε όσους αγωνίζονται. Αυτοί έχουν στον εαυτό τους αίσθηση της ήττας της αμαρτίας και του θανάτου και δοξάζουν στα μέλη τους τον αναστάντα και βασιλεύοντα Κύριό μας, γιατί πράγματι ο Χριστός «με τον θάνατο κατέστρεψε τον θάνατο». Αυτός που πολεμά και αγωνίζεται μ’ αυτόν τον τρόπο την κατάσταση της αμαρτωλότητας και αναδεικνύεται νικητής με την Χάρη του Χριστού, αυτός είναι ο πιο αξιόπιστος μάρτυρας για τον Θεάνθρωπο Κύριό μας ότι αναστήθηκε και απάλυνε το κεντρί του θανάτου, και πραγματικά νίκησε τον θάνατο σ’ όλα τα μέτωπα της μάχης. Όσο η ψυχή απομακρύνεται από την αμαρτία, τόσο απέχει και από τον θάνατο. Όπου γίνονται πράξεις αμαρτωλές, εκεί υπάρχει και θάνατος. Άρα, η αγάπη και η έντονη επιθυμία του ανθρώπου προς τον Θεό φαίνονται από τη διάθεσή του να αμαρτάνει. Όσο ευκολότερα αμαρτάνει ο άνθρωπος, τόσο περισσότερο είναι θνητός. Όταν ο άνθρωπος πολιορκείται από παράλογες ορμές και νεκρωμένα αισθήματα, βρίσκεται βυθισμένος στην έμπρακτη αμαρτία· και το φως της αναστάσεως δεν τον οδηγεί στους νόμους της δικαιοσύνης. Χριστιανισμός δεν είναι άλλο παρά κλήση στον διά βίου αγώνα εναντίον του διαβόλου και του θανάτου μέχρι τελικής νίκης. Κάθε αμαρτία αποτελεί προδοσία, κάθε πάθος υποχώρηση και κάθε κακία ήττα.
Στην ανθρώπινη ύπαρξη, το μεγαλύτερο βασανιστήριο και η φρικωδέστερη απανθρωπιά είναι ο θάνατος· η δε απελευθέρωση από την εξουσία του είναι η σωτηρία. Αυτήν τη σωτηρία χάρισε στο γένος μας ο νικητής του θανάτου, ο αναστάς Θεάνθρωπος Χριστός. Με την ανάστασή Του απεκάλυψε όλο το μυστήριο της σωτηρίας μας, δηλαδή την αθανασία και την αιώνια ζωή του σώματος και της ψυχής. Σε αυτούς που απορούν, πως γίνεται αυτό, απαντούμε· με τη θεανθρώπινη αγωγή και ζωή. Της νέας ζωής με τον αναστημένο Χριστό και για τον αναστημένο Κύριό μας. Με το παράδειγμά Του ο Θεάνθρωπος Κύριός μας, μας παρέδωσε πρακτικά τον τρόπο εξασφάλισης της αθανασίας και της αιώνιας ζωής. Για να γίνει όμως αυτό και να συναναστηθούμε με τον Χριστό, πρέπει πρώτα να πεθάνουμε μαζί Του και να ζήσουμε τη ζωή Του ως δική μας. Εάν το κατορθώσουμε αυτό, τότε κατά την ημέρα της αναστάσεως θα μπορέσουμε και εμείς να πούμε –όπως ψάλλει στον αναστάσιμο κανόνα η Εκκλησία μας– «χθες συνεθαπτόμην σοι Χριστέ, συνεγείρομαι σήμερον αναστάντι Σοι».
Το καθοριστικό συμπέρασμα και των τεσσάρων ευαγγελίων, στα οποία στηρίζεται η Εκκλησία μας, είναι η ανάσταση του Θεανθρώπου Χριστού. Και με τον κοσμοχαρμόσυνο χαιρετισμό της, το «Χριστός ανέστη», και της ισότιμης απάντησης από τα χριστονοσταλγικά σπλάγχνα όλων των πιστών, ότι «αληθώς ανέστη», παρέχεται η βεβαιότερη διαπίστωση του παγκόσμιου θριάμβου, ο οποίος συνέβη και ακούσθηκε σε ολόκληρο το σύμπαν των αισθητών και νοητών κόσμων. Μήπως όμως δεν είμαι και εγώ και εσύ και κάθε πιστός, από τους πρώτους μαθητές «έως της συντελείας», οι οποίοι θα δεχθούν αυτήν την αλήθεια, ένας μάρτυρας;
Χωρίς αμφιβολία, ο Χριστιανισμός στηρίζεται στο γεγονός της ανάστασης του Χριστού. Το κεντρικότερο γεγονός, το οποίο μπορεί μόνο του να ερμηνεύσει όλους τους λόγους και τα θαύματα του Κυρίου μας σ’ όλη του την κοσμοσωτήριο οικονομία, δεν μπορεί να είναι άλλο από την λαμπροφόρο ανάσταση. Μόνο με την ανάστασή Του ο Θεάνθρωπος Χριστός ερμήνευσε τις προφητείες και τα σύμβολα, τα οποία τον προανήγγειλλαν, στη συνέχεια δε και όλους τους λόγους και τα θαύματά Του, διότι πάνω απ’ όλα τα θαύματα και τις αποδείξεις είναι η δική Του ανάσταση. Ο «υπέρ μέλι και κηρίον» γλυκύτατος λόγος του Κυρίου, «εκείνος που πιστεύει σ’ εμένα, και αν πεθάνει, θα ζήσει· και καθένας που ζει και εμπιστεύεται σ’ εμένα, δεν θα πεθάνει ποτέ»(Ιω. 11, 26), ολοκληρώθηκε με την θεία Του ανάσταση. Αλλά και κάτι ακόμη· χωρίς την ανάσταση του Κυρίου μας δεν ερμηνεύονται και οι θρίαμβοι «των απ αιώνος» δικαίων, ιδιαιτέρως δε των μαθητών Του και αποστόλων, των μαρτύρων, των ομολογητών, των εγκρατευτών, των εν Χριστώ ηρώων οι οποίοι με την Χάρη της θείας Του αναστάσεως «πέτυχαν την πραγματοποίηση των υποσχέσεων του Θεού, έφραξαν στόματα λεόντων, έσβησαν τη δύναμη της φωτιάς, διέφυγαν τη σφαγή, έγιναν από αδύνατοι ισχυροί, αναδείχθηκαν ήρωες στον πόλεμο»(Εβρ. 11, 33-34), και γενικά νίκησαν «τις αρχές και εξουσίες του σκότους» και πάτησαν και αυτόν τον θάνατο.
Όλων αυτών βραβείο και έπαθλο έγινε η ανάσταση του Κυρίου μας, και έως της συντελείας του αιώνος αυτή θα είναι το σύμβολο και η προσδοκία όλων των γενεών. Ο γλυκύτατός μας Κύριος Ιησούς, ως αναστάς Θεάνθρωπος, θα μένει η μοναδική ύπαρξη κάτω και πάνω από τον ουρανό, που καταξίωσε τον φυλακισμένο στην «κοιλάδα του κλαυθμώνος» άνθρωπο να νικήσει τον θάνατο, το διάβολο και την αμαρτία και να γίνει μακάριος και αθάνατος και συμμέτοχος στην αιώνια βασιλεία Του. Γι’ αυτό ως προς τη δική μας φύση ο αναστάς Κύριος «έγινε τα πάντα για όλους». Έγινε το ωραίο, το καλό, το αληθινό, το προσφιλές, το χαρμόσυνο, το θείο, το σοφό, το αιώνιο· η μόνη μας αγάπη και χαρά, όλο μας το αγαθό, όλη μας η ζωή, όλη μας η προσδοκία και η ανάπαυση.
(Γέροντος Ιωσήφ, Εκ του θανάτου εις την ζωήν, Ψυχωφελή Βατοπαιδινά 3, σ. 41-47, σε μεταφορά στην νεοελληνική γλώσσα)