Περί της εν Χριστώ αναστροφής


01.12.2014

christosanastrofi1

 

 

Εμείς διά πίστεως βαδίζουμε και όχι δι’ είδους, όπως πάντοτε τονίζουμε. Και, παρούσης της πίστεως, φυσικά δεν χρειάζεται κάτι άλλο. Παρ’ όλα αυτά δεν καταργείται η δύναμη της γνώσεως και της λογικής η οποία πηγάζει από την ανθρώπινη προσωπικότητα. Τώρα αυτό που υπενθυμίζω είναι για να δώσω βαρύτητα στο θέμα της εν Χριστώ αναστροφής, η οποία εξαρτάται από το δικό μας έλεγχο. Γι’ αυτό βλέπετε, πέραν των όσων η Γραφή μάς παραγγέλλει, τα οποία ανήκουν στην μεταφυσική και ενεργούνται διά της πίστεως, μας λέει ο Παύλος να προσέξουμε και το θέμα της αναστροφής. «Ό,τι είναι αληθινό, σεμνό, δίκαιο, καθαρό, αξιαγάπητο, καλόφημο, ό,τι έχει σχέση με την αρετή και είναι άξιο επαίνου, αυτά να έχετε στο μυαλό σας»(Φιλ. 4, 8) και τα τόσα άλλα τα οποία υπάγονται στον κώδικα της αναστροφής της περιεκτικής ηθικής.

 

Άρα, αναπολόγητος καθίσταται ο άνθρωπος όταν προβάλλει προφάσεις ότι δήθεν τα αγνοεί, διότι δεν τα διδάχθηκε. Έχει δύναμη η φύση μας, από απόψεως της λογικής ικανότητάς της, να επιλέξει και να προτιμήσει· και είναι αυτό που αναφέρει ο Παύλος, όταν κάνει την ανατομία του «κατ’ ενέργειαν νόμου της αμαρτίας», ο οποίος αναφέρει κάτι σχετικό που είναι πάρα πολύ βοηθητικό για μας. Είναι το εξής: Φυσικά δεν θα πω απόλυτα το κείμενο αλλά το νόημα. «Εγώ αποφασίζω μόνος μου και επιλέγω την τροπή μου προς το καλό και το προτιμώ και το προγραμματίζω· όταν αποφασίσω να το βάλω σε ενέργεια, τότε βλέπω εντός μου άλλο νόμο «αντίθετο στο νόμο του νου μου» και με πείθει «να κάνω το κακό που δεν θέλω» και «το καλό που θέλω δεν το βρίσκω». Εδώ μας παριστάνει τη δύναμη της επιλο­γής, τη δύναμη της ελευθερίας που έχει ο άνθρωπος, ούτως ώστε να επιλέγει το καλό· και όχι μόνο να το επιλέγει, αλλά και να επιμένει στην κατάκτησή του μαχόμενος με τις αντίθετες δυνάμεις.

 

Αυτό το τονίζω και πάλι, γιατί η αναστροφή, ιδίως στις σημερινές μέρες, για μας είναι ένας από τους απαραίτητους παράγοντες, για τον εξής λόγο: Επειδή «εμείς είμαστε η ευωδία του Χριστού που προσφέρεται στον Θεό», όπως λέει ο Παύλος «και για όσους βαδίζουν στη σωτηρία και για όσους βαδίζουν στην απώλεια. Για τους τελευταίους είναι μυρωδιά που προέρχεται από το θάνατο και δίνει το θάνατο· για τους άλλους είναι άρωμα που προέρχεται από τη ζωή και δίνει ζωή»(Β΄ Κορ. 2, 15-16). Αυτό σήμερα ισχύει περισσότερο από κάθε άλλη φορά, επειδή βλέπετε η αλήθεια, η πραγματικότητα έχει πολύ αμαυρωθεί και η πλάνη έχει επικρατήσει. Εμείς, οι αριθμη­τικά ελάχιστοι πιστοί, είμαστε υποχρεωμένοι να σηκώνουμε τον σταυρό της υπόλοιπης ανθρωπότητας. Διότι δεν είναι δυνατόν να επανέλθει ο Θεός Λόγος και να επαναλάβει το δράμα της κενώσεώς Του.

 

Αυτό άπαξ έγινε. Συνεχίζεται μέσω των μελών της Εκκλησίας που είμαστε εμείς. Οι σημερινοί άνθρωποι, που στην πλειο­ψηφία δυστυχώς πλανούνται, πρέπει κάτι να δουν. Και ιδίως σήμερα που πλήθυναν τα λόγια, ο κόσμος τα έχει όλα αηδιάσει και ζητάει αποδείξεις. Άρα πάντοτε είναι επωφελής η ηθική προσεκτική ζωή από μέρους μας. Τώρα όμως επιβάλλεται περισσότερο, γιατί με τον τρόπο αυτό εκπληρώνουμε την αποστολή μας. «Πορευθέντες, λέει ο Ιησούς μας, μαθητεύσατε πάντα τα έθνη». Πού θα πορευθούμε σήμερα να πάμε να βρούμε τα έθνη και να τα διδάξουμε με τη γλώσσα; Τώρα και με τη γλώσσα ακούουν και με τα τηλεοπτικά μέσα πληροφορούνται και με τις τηλεοράσεις βλέπουν, αλλά δεν φτάνει αυτό. Εκείνο που χρειάζεται να γίνει είναι να δουν σήμερα οι άνθρωποι εφαρμοσμένο πρακτικά το ευαγγέλιο. Δεν θα το δουν πουθενά, παρά μόνο στους πιστούς χριστια­νούς. Αληθινοί πιστοί στην πραγματικότητα σήμερα είναι ιδιαίτερα οι μοναχοί. Διότι, σαν κατ’ εξαίρεσιν επιλεγμένοι σ’ αυτόν ακριβώς τον σκοπό, στο να ακολουθήσουν τον Ιησού μας, είναι η μόνη μερίδα που της παρέχονται οι προϋποθέσεις στο να πετύχει περισ­σότερο την εφαρμογή του ευαγγελίου.

 

Γι’ αυτό σήμερα, όπως και άλλοτε σας έχω ενθυμήσει, είναι αυτό αναγκαίο, με την καλή αναστρο­φή την οποίαν είμαστε υποχρεωμένοι να κρατούμε και μάλιστα χωρίς ιδιαίτερο κόπο, διότι ακριβώς το θέμα της συμπεριφοράς είναι καθήκον. Όταν τηρούμε αυτό το καθήκον, ταυτόχρονα επιτελούμε και ένα τεράστιο έργο αποστολής, διότι δίνουμε αφορμές σ’ εκείνους που ζητούν να γνωρίσουν, ότι πράγματι ο Ιησούς Χριστός και παλαιά και τώρα, και χθες, και σήμερα, και αύριο, είναι ο ίδιος. Απόδειξη ότι και σήμερα ακόμη, στη σύγχυση αυτής της αρνήσεως, έχει πιστούς οπαδούς και άρα το ευαγγέλιο δεν είναι μυθοπλασία, ούτε ανθρώ­πινο κατασκεύασμα, ούτε σύστημα κοινωνικό, αλλά είναι η αιώνια αποκάλυψη του Θεού που πάντοτε ευρίσκεται εφαρμοσμένη.

 

Το θέμα της αναστροφής μπορεί και μόνο η λογική να το παραστήσει, να το επιλέξει, να το προβάλει και να το τελειώσει. Εμείς όμως ποτέ δεν μένουμε μόνοι με την προαίρεση και τη λογική. Μαζί μας είναι η θεία Χάρις που τόσες φορές έχουμε γευθεί. Σ’ αυτό επιμένω, διότι παρακολουθώ καμιά φορά να προκαλείται κάποιος πνευματικός νυσταγμός. Αυτός ο νυσταγμός είναι κατακριτέος και δεν επιτρέπεται, επειδή με την καλή μας αναστροφή μπορούμε να προβάλουμε το ευαγγέλιο και να ωφελήσουμε τον πλησίον μας. Με την ράθυμη όμως ζωή μας, παραβιάζεται η καλή αναστροφή και μπορούμε να βλάψουμε. Παρ’ όλο που δεν υπάρχει θέμα τέτοιο κατά τη λογική, εν τούτοις, οι ασθενείς το βρίσκουν ως πρόφαση.

 

Όταν κάποτε χαριεντιζόταν ο Μέγας Αντώνιος με τους μαθητές του, παρερμηνεύθηκε από ένα περαστικό κυνηγό. Θέλοντας να θεραπεύσει τον λογισμό του ο Άγιος έκαμε εκείνο το παιχνίδι με το τόξο, όπως θα θυμάστε. Έβαλε τον κυνηγό να βάλει στο τόξο το βέλος και να το τεντώσει και εκείνος το έκανε. Του λέει, «τράβηξε παραπάνω, τέκνον μου». «Μα αββά», απαντά, «εάν τραβήξω ακόμα παραπάνω θα το τσακίσω». Του λέει ο Άγιος. «Και σε μας το ίδιο συμβαίνει παιδί μου. Αν και είμαστε πνευματικοί άνθρωποι, εν τούτοις, δεν παύουμε από του να είμαστε άνθρωποι. Επομένως και μεις πολλές φορές έχουμε διάφορους σταθμούς στη ζωή μας και κάνουμε μια διάχυση, ούτως ώστε να ξεκουράζουμε τη φύση για να αντέξει».

 

Κοιτάξετε πόσο χρειάζεται προσοχή στην αναστρο­φή μας, ιδιαίτερα σήμερα που ο κόσμος είναι πάρα πολύ ασθενής. Ενδέχεται μια δική μας συγκατάβαση, μέσα στα πλαίσια της οικονομίας, να βλάψει. Πέραν όμως τούτου, είναι ανάγκη περισσότερο να είμαστε προσεκτι­κοί για το δεύτερο λόγο, επειδή μεταπτωτικά κατά φύσιν βρισκόμαστε σε μια κατάσταση ροής. Συμβαίνει δηλαδή το ίδιο, όπως και με τα αντικείμενα σ’ αυτόν τον κόσμο που βρίσκονται υπό την επίδραση του νόμου της βαρύτητας και, αν θελήσει κανείς να τα κράτησει μετέωρα πρέπει να καταβάλει μια κουραστική προ­σπάθεια. Έτσι και σε μας, επειδή η διάνοια μας «στρέφεται στα πονηρά από τη νεότητά μας», ευρίσκεται υπό τον πνευματικό νόμο της βαρύτητας και, επομένως, χρειάζεται να υπάρχει από μέρους μας συνεχής αναθέρμανση. Εάν, οποιαδήποτε ώρα ραθυμήσουμε, φυσιολογικά τότε γίνεται καθίζηση. «Η διάνοιά μας που στρέφεται στα πονηρά από τη νεότητά μας», όπως μας αποκάλυψε η Γραφή, είναι ένας συνεχής επίβουλος. Εάν δεν υπάρχει συνεχής από μέρους μας ανακαίνιση του ζήλου, κατ’ ανάγκην παρασυρόμαστε από το νόμο της ηθικά πνευματικής φθοράς. Γι’ αυτό λέει ο Κύριος μας: «Να είστε συνεχώς έτοιμοι με δεμένο το ζωνάρι στη μέση σας και αναμμένα τα λυχνάρια» (Λουκ. 12, 35) και αλλού στην Αποκάλυψη λέει, «σε θέλω ζεστό και όχι χλιαρό, διότι τον χλιαρό θα τον ξεράσω από το στόμα μου». Οι «καιόμενοι λύχνοι», δηλ. τα αναμμένα λυχνάρια, δηλώνουν το ζήλο και «αι περιεζωσμέναι οσφύες», δηλ. τα δεμένα ζωνάρια στη μέση, την ακρίβεια της πρακτικής την οποία μας παρέδωσαν οι Πατέρες μας. Με τον τρόπο αυτό κρατούμε σε επαγρύπνηση τη διάνοια. Γιατί αν δεν αναζωπυρώνουμε συνεχώς αυτά, φυσιολογικά γίνεται φθορά. Αυτός είναι και ο λόγος που οι Πατέρες, κάθε ένας με το δικό του τρόπο, συνεχώς ανακάλυπταν τρόπους ώστε να μην τους φύγει αυτή η μνήμη. Άλλος φώναζε, άλλος μιλούσε, άλλος έγραφε, άλλος έδενε πάνω του αντικείμενα και κάθε ένας με κάποιον τρόπο παράδοξο που επινοούσε, κρατούσε σε συνεχή εγρήγορση την μνήμη, ώστε η διάνοιά του να είναι σε συνεχή νήψη.

 

Από τη φύση του ο άνθρωπος ρέπει προς την ραθυμία. Και σ’ αυτά ακόμα τα υλικά πράγματα, εάν δεν γίνεται προσθήκη, οπωσδήποτε θα γίνει φθορά. Ανάψαμε φωτιά για να κάνουμε κάτι· εάν συνεχώς δεν προσθέτουμε ξύλα, η φωτιά θα σβήσει. Το ίδιο και στον πνευματικό τομέα. Γιατί δεν είναι μόνο η φυσική φθορά η οποία ακολούθησε τη πτώση· είναι και οι άλλοι παρά­γοντες οι οποίοι αντιστέκονται. Βλέπετε πρώτα – πρώτα είναι ο ίδιος ο διάβολος, η πηγή του κακού, ο οποίος κατόρθωσε να μας αποσπάσει μέσα από τη ζωή, να μας αποκόψει από τον Θεό και την μακαριότητα και να μας παραδώσει στο θάνατο. Εάν τότε κατόρθωσε με τη δολιότητά του και την πονηριά του να μας κάνει ζημιά στους χώρους που δεν είχε δικαίωμα, πόσο μάλλον τώρα, που είμαστε εξόριστοι μέσα στη δική του αυλή. Αυτός είναι ο θεός αυτού του αιώνα. Μετά είναι όλες οι φάσεις του παλαιού ανθρώπου τον οποίο φορούμε και αποτελεί τους δερμάτινους χιτώνες, που και αυτοί πραγματικά είναι τα μόρια του νόμου της βαρύτητας που τραβούν προς τα κάτω. Εάν δεν υπάρχει από μέρους μας συνεχής ανανέωση, μην πιστεύετε ότι θα φθάσουμε σε αγαθό τέλος.

 

Πού ακόμα να πούμε για τις αλλοιώσεις, τον κάκιστο αυτό γείτονα, που δεν ξεκολλάει από κοντά μας, όπως η σκιά από το σώμα; Έχετε όλοι σας πάρα πολύ σκληρή πείρα απ’ αυτό τον πόλεμο. Αυτή την ώρα έχομε λίγο ζήλο μέσα μας, λίγη φωτιά, λίγη προθυμία· ύστερα από λίγο ξηρασία, σκοτισμό, αδιαθεσία, βάρος, ακηδία και όλα αυτά να συμβαίνουν σε τόσο λίγο διάστημα, χωρίς να μεσολαβήσει καμιά αλλαγή στην πρόθεση. Διότι, αν κάποιος φυσικά έφυγε από το πρόγραμμα και δεν φύλαξε τα νόμιμα, φυσιολογικά θα πάθει την αλλοίωση. Αλλά η αλλοίωση δυστυχώς συμβαίνει, και αυτό είναι το παράδοξο· εκεί που ο μοναχός δεν έχει φύγει καθόλου, ούτε από το πρόγραμμά του, ούτε από την απόφασή του, ούτε έκανε καμιά παράβαση, απλούστατα, η καλή εκείνη διάθεση την οποία είχε πριν λίγη ώρα, τώρα χάθηκε.

 

Ο διάβολος ο οποίος είναι πονηρός και «τηρεί την πτέρναν», κατά την Γραφή, καραδοκεί, όπως γίνεται στον αισθητό πόλεμο, να δει πότε η αντίπαλη πλευρά είναι απασχολημένη και δεν στέκεται στην έπαλξη· καραδοκεί λέω, να επιτεθεί αυτή την ώρα για να σπάσει τον κλοιό. Αυτή την ώρα που η θεία Χάρις συστέλλεται, μπορεί, να γίνει διαστολή της πλάνης. Αυτή τη στιγμή επιτίθενται οι δαίμονες· και μάλιστα, κατά τον πνευ­ματικό νόμο, χρειάζεται πολλή προσοχή στους πνευμα­τικούς ανθρώπους. Την ώρα που συστέλλεται η Χάρις, ξεφυτρώνουν διάφορες προφάσεις περί δήθεν ασθε­νείας. Τότε γίνεται εύκολη συγκατάθεση στην οικονο­μία. Και από εδώ ο διάβολος εισάγει την πλάνη. Έχοντας ο άνθρωπος φυσιολογικά μέσα του το νόμο της αυτοσυντηρήσεως, υποχωρεί στο πρόγραμμα που έχει βάλει, διότι δήθεν κινδυνεύει η υγεία του· και έτσι παραχαράζει τον όρο της φιλοπονίας και βρίσκεται ευάλωτος στην επάρατη φιληδονία.

 

Περιγράφοντας ο Ιησούς μας όλη τη νομοθεσία, την ηθική, τη φυσική και την επίκτητη, την ονόμασε αλληγορικά «Σάββατον» και είπε ότι «το Σάββατον εγένετο διά τον άνθρωπον και ουχ ο άνθρωπος διά το Σάββατον» ελέγχοντας τους Εβραίους που γύρευαν αφορμή να τον κατακρίνουν. Και ο Παύλος εν συνεχεία λέει: «Εμείς δεν είμαστε υπό νόμον αλλ’ υπό Χάριν». Βλέπετε το παράδειγμα που είπε τότε ο Ιησούς μας στον Πέτρο; «Πέτρε, του λέει, από ποιούς δέχονται οι άρχοντες χρήματα ή δώρα, από τους υιούς ή από τους ξένους;» Και ο Πέτρος απαντά- «από τους ξένους». Τότε ο Ιησούς συμπληρώνει- «άρα οι υιοί είναι ελεύθεροι», εννοώντας έτσι ότι η ανθρώπινη προσωπικότητα είναι πάνω από νόμους και θεσμούς και γραμμές. Και οι θεσμοί και οι νόμοι και οι γραμμές προστέθηκαν μεταπτωτικά για να βοηθήσουν τον άνθρωπο να μην παρασυρθεί. Αλλά όμως αυτά είναι «άχρι καιρού» δηλ. προσωρινά. Εάν ο άνθρωπος «με τη βοήθεια της Χάριτος» δρασκελίσει τους όρους της αδυναμίας του, τότε επαληθεύεται δικαιωματικά στον εαυτό του το γραφικό, «για τον δίκαιο δεν υπάρχει νόμος». Επομένως, όσον ο άνθρωπος βρίσκεται υπό την επίδραση των παθών, χρειάζεται προσοχή. Όταν περάσει από αυτή την κατάσταση, τότε φυσικά δεν έχει ανάγκη από του να φυλάει όλα αυτά.

 

Έχοντας τον νόμο της αυτοσυντηρήσεως, όπως είπα, είμαστε υποχρεωμένοι να διαφυλάξουμε τη ζωή μας. Δημιουργούμε μια μορφή ασκητική, μια μορφή εγκράτειας και αγωνιστικότητας. Όχι πως αυτή καθ’ εαυτή η αγωνιστικότητα σώζει, γιατί αυτή, όπως ερμη­νεύσαμε πολλές φορές, έχει σχετική αξία. Διότι ο Θεός δεν έχει ανάγκη τα αγαθά μας. Πόσο μάλλον τα μέσα τα οποία μεταχειριζόμαστε για το αγαθό! Αφού καταργούνται ακόμα και τα χαρίσματα. Πρέπει να σημειωθεί ότι με τα διάφορα ασκητικά μέσα δεν υποβιβάζουμε, ούτε καταργούμε την προσωπικότητα. Αντιθέτως, την επαναφέρουμε στην ισορροπία εξουδε­τερώνοντας τον παλαιό άνθρωπο με το να γινόμαστε παθοκτόνοι και όχι σωματοκτόνοι. Έχοντας ανάγκη από όλα αυτά, στις δύσκολες ώρες, κάνουμε και οικονομίες, για να αποδείξουμε ότι είμαστε υπεράνω των νόμων. Αύτη είναι η λεπτομέρεια για έναν άνθρωπο αγωνιστή, ο όποιος βρίσκεται στην πρακτική. Πρέπει να φθάσει στη θέση της ακριβείας, να ξέρει πότε πρέπει να υποχωρεί, πότε να χειρίζεται την λεγόμενη οικονομία, γιατί, εάν αυτό δεν το πετύχει, τότε είναι ευάλωτος· είναι σαν ένα σπίτι που δεν έχει πόρτα και εφ’ όσον δεν υπάρχει πόρτα, είναι πάντοτε εκτεθειμένο στον κίνδυνο. Γι’ αυτό και οι Πατέρες τονίζουν ότι, «πρόσεχε μοναχέ, στην ώρα της συστολής της Χάριτος, που τότε η πρόφαση της οικονομίας γίνεται προσιτή». Γι’ αυτό ο μοναχός πρέπει να είναι πάντοτε προσεκτικός, ούτως ώστε να μην γίνεται εύκολα λεία των απο­φάσεων της οικονομίας και έτσι να παρασύρεται από το κάκιστο και γιγαντιαίο πάθος της φιλαυτίας και μετά της ακηδίας και της ραθυμίας, που επιβουλεύεται και σείει όλο το θεμέλιο της πνευματικής μας υποστά­σεως.

 

Όλα αυτά θα επιτευχθούν εάν κρατήσουμε, με την Χάρη του Χριστού, τον θείο ζήλο, τη θέρμη αυτή την οποία πολλές φορές σας τόνισα με λεπτομέρεια από πού προέρχεται και πώς ενεργεί. Εάν αυτή μείνει μέσα μας, τότε γίνεται «λυχνάρι που οδηγεί τα βήματά μας και φως στο δρόμο μας». Αυτό ακριβώς εννοεί ο Ιησούς μας όταν λέει «να περπατάτε όσο έχετε το φως, για να μη σας πιάσει το σκοτάδι» γιατί «αυτός που περπατά μέσα στο σκοτάδι δεν ξέρει που πηγαίνει».

 

Να κρατάτε πάντοτε την ακρίβεια του προγράμμα­τος, του τυπικού. Να προσέχετε την αναστροφή σας. Μπορεί αυτά να φαίνονται μικρά και ασήμαντα· αλλά αυτά τα μικρά και ασήμαντα είναι εκείνα τα οποία μας απαλλάσσουν από τους μεγάλους πειρασμούς· διότι, εάν ο μοναχός είναι φειδωλός στο να κοιτάζει από δω και απ’ εκεί, στο να κάνει χρήση και όχι κατάχρηση, πώς είναι δυνατό ο διάβολος να τον απατήσει, ώστε να κάνει κάτι που να είναι αμαρτία; Αυτό είναι αδύνατο. Ένας μοναχός ο οποίος προσέχει να μην κοιτάξει το σώμα του, προσέχει ακόμα, αν είναι δυνατό, να μην χορτάσει, να μην ξεκουραστεί όσο του χρειάζεται και, συνεχώς, εποπτεύει τον εαυτό του μήπως του ξεφύγει, πώς είναι δυνατόν να τον πλανήσει ο διάβολος να κοιτάξει ξένο κάλλος, ή να κοιτάξει εμπαθώς ή να κάνει κάτι που θεωρείται ένοχο; Και έτσι, με εκείνη την προσοχή που δείχνει, απαλλάσσεται από τους μεγάλους κόπους των μεγάλων πολέμων που φέρουν και τις μεγάλες πτώσεις.

 

Προσέχοντας αυτή τη λεπτομέρεια οι Πατέρες μας κράτησαν την ακρίβεια της πρακτικής. Διότι η ακρίβεια της πρακτικής είναι εκείνη που ανάβει εκείνο το «πυρ» στην καρδιά. Και τότε μένουν οι «λύχνοι καιόμενοι» και εκεί που είναι «οι λύχνοι καιόμενοι», όπως λέει ο Αββάς Δωρόθεος, δεν μπορεί το ποντίκι να κάνει ζημιά, ούτε οι μύγες να πετάξουν από πάνω, διότι θα καούν. Όταν όμως ο λύχνος σβήσει, συνεχίζει ο ίδιος Αββάς, τότε πάει το ποντίκι και τρώει το φυτίλι, τρώει και το λάδι, ρίχνει και τον λύχνο κάτω, και αν είναι πήλινος τσακίζεται.

 

Έκανα όλον αυτό τον κύκλο, λέγοντας όλα αυτά, για να τονίσω την σημασία που έχει το να κρατούμε και να τηρούμε την καλή εν Χριστώ αναστροφή που δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ακρίβεια της συνειδήσεως στο πρόγραμμά μας το μοναχικό. Όταν δεν υποχωρούμε στα προγράμματά μας και είμαστε προσεκτικοί, τότε να είστε βέβαιοι ότι ούτε η Θεία Χάρις από μας θα φύγει, ούτε και ο μυστικός θείος φωτισμός, για να μην περιγελαστούμε από τα πάθη και τους δαίμονες. Εκεί που δεν υπάρχει ο ζήλος, χρειάζεται πολύς κόπος για να «αρθεί» ο Σταυρός. Εκεί όμως που υπάρχει ο θείος ζήλος, όλα είναι εύκολα. Λοιπόν, όλοι μας να γίνουμε ζηλωτές. Αμήν.

 

 

(Γέροντος Ιωσήφ, Αθωνικά Μηνύματα, Ψυχωφελή Βατοπαιδινά 6 , σ. 53-61)