Τα θαύματα δεν γίνονται για τους πιστούς αλλά για τους απίστους
05.01.2013
«Τότε παραγίνεται ο Ιησούς από της Γαλιλαίας εις τον Ιορδάνην προς τον Ιωάννην του βαπτισθήναι υπ’ αυτού».
1. Έρχεται ο Δεσπότης μαζί με τους δούλους, ο δικαστής μαζί με τους υποδίκους, για να βαπτισθεί. Μη ταραχθείς όμως· μεταξύ των ταπεινών αυτών διαλάμπει το υψηλό μεγαλείο του. Καταδέχθηκε να κυοφορηθεί σε παρθενικά σπλάγχνα επί τόσο χρόνο και να γεννηθεί απ’ αυτά μαζί με τη δική μας ανθρώπινη φύση, να ραπιστεί, να σταυρωθεί, να πάθει όλα όσα έπαθε. Γιατί θαυμάζεις, λοιπόν, επειδή καταδέχθηκε και να βαπτισθεί και να έλθει μαζί με τους άλλους προς τον δούλο του; Το εκπληκτικό ήταν εκείνο· να θελήσει να γίνει άνθρωπος, ενώ είναι Θεός· όλα τα άλλα ακολουθούν σύμφωνα με τη λογική. Γι’ αυτό ακριβώς και ο Ιωάννης απ’ την αρχή έλεγε εκείνα που είπε, ότι δεν είναι άξιος να λύσει τον ιμάντα του υποδήματος και όλα τα άλλα, ότι είναι, λόγου χάριν, κριτής και αποδίδει στον καθένα κατά την αξία του, και ότι θα δώσει πλουσίως το Πνεύμα σε όλους. Αυτά, ώστε, όταν τον δεις να έρχεται στο βάπτισμα, να μη σου περάσει καμμία ταπεινή υποψία. Γι’ αυτό και όταν ήταν κοντά, του προβάλλει προσκόμματα με τους λόγους• «Εγώ έχω ανάγκη να βαπτισθώ από σένα και συ έρχεσαι σ’ εμένα;». Επειδή επρόκειτο περί βαπτίσματος μετανοίας και προέτρεπε σε κατηγορία αμαρτημάτων, για να μη νομίσει κανείς, ότι και αυτός έρχεται στον Ιορδάνη με αυτήν τη διάθεση, κάνει σ’ αυτό μία διόρθωση εκ των προτέρων με το να τον καλέσει Αμνό και λυτρωτή από όλη την αμαρτία του κόσμου. Γιατί βεβαίως αυτός που μπορεί να σηκώσει τα αμαρτήματα όλου του ανθρωπίνου γένους, είναι πολύ περισσότερο αναμάρτητος αυτός ο ίδιος. Γι’ αυτό δεν είπε· Ιδού ο αναμάρτητος, αλλά το σπουδαιότερο· «Ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου». Έτσι μαζί με αυτό να δεχθείς και εκείνο και αφού το δεχθείς να διαπιστώσεις ότι έρχεται στο βάπτισμα, για να πραγματοποιήσει κάποιαν άλλη οικονομία. Γι’ αυτό και όταν ήλθε του έλεγε· «Εγώ έχω ανάγκη να βαπτισθώ από σένα και συ έρχεσαι σ’ εμένα;». Δεν του είπε· Και συ ζητείς να βαπτισθείς από εμένα; Γιατί και αυτό φοβήθηκε να το πει. Και τί λέει; «Και συ έρχεσαι σ’ εμένα;». Και τί έκανε λοιπόν ο Χριστός; Ό,τι έκανε αργότερα στον Πέτρο, αυτό έκανε και τότε. Γιατί και εκείνος τον εμπόδιζε να του πλύνει τα πόδια. Όταν όμως άκουσε «Αυτό που κάνω τώρα εσύ δεν το καταλαβαίνεις, θα το καταλάβεις δε μετά»· και ακόμη· «Δεν έχεις θέση μαζί μου»· άφησε αμέσως την αντίσταση και μεταστράφηκε στο αντίθετο. Και ο Ιωάννης πάλιν όταν άκουσε, «Ας τ’ αφήσουμε τώρα αυτά, γιατί πρέπει να εκπληρώσουμε κι οι δυό μας, ό,τι προβλέπουν οι εντολές του Θεού», υπάκουσε αμέσως. Διότι δεν ήσαν απεριόριστα φιλόνεικοι αλλά από αγάπη φρόντιζαν να υπακούουν στον Κύριο.
Πρόσεξε δε πως τον προτρέπει, από το σημείο εκείνο της ενέργειας που υποπτευόταν. Γιατί δεν είπε· Έτσι είναι δίκαιο, αλλά «έτσι πρέπει». Επειδή θεωρούσε ότι αυτό ήταν εντελώς ανάξιό του, να βαπτισθεί δηλαδή από τον δούλο του, ακριβώς αυτό αντιδιαστέλλει προς εκείνο, σαν να έλεγε· Δεν το αποφεύγεις αυτό και δεν το εμποδίζεις ως ανάρμοστο; Γι’ αυτό ακριβώς άφησέ το, διότι αρμόζει με το παραπάνω. Και δεν είπε μόνον άφησέ το· πρόσθεσε και τη λέξη «άρτι» (τώρα). Γιατί αυτά δεν θα διαρκέσουν αιωνίως, λέει, αλλά θα με δεις στην κατάσταση που επιθυμείς. Τώρα όμως δέξου αυτό.
Έπειτα αποδεικνύει και πως είναι τούτο «πρέπον». Γιατί πρέπει λοιπόν; Γιατί εκπληρώνουμε τον νόμο στο σύνολό του. Αυτό το φανέρωνε με τους λόγους «πάσαν δικαιοσύνην». Δικαιοσύνη είναι η εκπλήρωση των εντολών. Επειδή λοιπόν τηρήσαμε όλες τις άλλες εντολές, και απομένει αυτό μόνον, πρέπει να προστεθεί και αυτό. Γιατί ήλθα για να διαλύσω την κατάρα που σας βαρύνει για την παράβαση του νόμου. Είναι ανάγκη λοιπόν εγώ πρώτος να τον εκπληρώσω κατά πάντα και αφού σας απαλλάξω από την καταδίκη, να τον ικανοποιήσω κατ’ αυτόν τον τρόπο. Πρέπει λοιπόν να εκπληρώσω το νόμο στο σύνολό του, επειδή πρέπει και να διαλύσω την κατάρα που έχει γραφτεί εναντίον σας σ’ αυτόν. Γιατί γι’ αυτό σαρκώθηκα και ήλθα σε σας. «Τότε ο Ιωάννης τον άφησε να βαπτισθεί. Και αφού βαπτίσθηκε ο Ιησούς αμέσως βγήκε από το νερό. Και να, άνοιξαν γι’ αυτόν οι ουρανοί και είδε το Πνεύμα του Θεού σαν περιστέρι να κατεβαίνει και να έρχεται πάνω του».
2. Πολλοί θεωρούσαν τον Ιωάννη ανώτερό του, επειδή είχε ζήσει όλη τη ζωή του στην έρημο, ήταν υιός αρχιερέα, ήταν ντυμένος με τέτοια ρούχα, καλούσε όλους στο βάπτισμα, γεννήθηκε δε και από στείρα. Ενώ τον Ιησούν, επειδή καταγόταν από άσημη κόρη —δεν ήταν ακόμη γνωστός σε όλους ο παρθενικός τοκετός της— είχε ανατραφεί στο σπίτι, συναναστρεφόταν με όλους, φορούσε δε και τα συνηθισμένα ρούχα, τον υποπτεύονταν ότι ήταν κατώτερός του· δεν γνώριζαν ακόμη τίποτε από εκείνα τα απόρρητα. Συνέβη δε και να βαπτισθεί από τον Ιωάννη, πράγμα το οποίον επιβεβαίωνε την υποψία, άνκαι κανένα από τα προηγούμενα δεν ήταν αλήθεια. Σκέφτονταν ότι αυτός ήτο ένας από τους πολλούς, διότι αν δεν ήταν ένας απ’ αυτούς, δεν θα ερχόταν μαζί με τους πολλούς στο βάπτισμα· ενώ εκείνος ήταν μεγαλύτερος απ’ αυτόν και πολύ περισσότερο θαυμαστός. Για να μην επικρατήσει λοιπόν η γνώμη αυτή στο πλήθος, γι’ αυτό και οι ουρανοί άνοιξαν, όταν βαπτίσθηκε, και το Πνεύμα κατεβαίνει και μαζί με το Πνεύμα ακούεται φωνή, που διακηρύττει την αξία του Μονογενούς. Επειδή δηλαδή η φωνή που έλεγε «Αυτός είναι ο υιός μου ο αγαπητός», φαινόταν στο πλήθος ότι περισσότερο ταίριαζε στον Ιωάννη, γιατί δεν πρόσθεσε αυτός που βαπτίζεται, αλλά είπε μόνον «Αυτός»· και επειδή καθένας από τους ακροατές νόμιζε ότι για τον βαπτίζοντα μάλλον παρά για τον βαπτιζόμενο είχε λεχθεί και για το αξίωμα του βαπτιστού και για όσα ειπώθηκαν· Ήλθε το Πνεύμα με την μορφή περιστεριού, άφησε φωνή πάνω στον Ιησού και φανέρωσε σ’ όλους ότι το «Αυτός» δεν ειπώθηκε για τον Ιωάννη που βάπτιζε αλλά για τον Ιησούν που βαπτιζόταν.
Και πώς, λέει, δεν πίστεψαν έπειτα απ’ αυτά που έγιναν;
Και την εποχή του Μωϋσή έγιναν πολλά θαύματα, αν και όχι τέτοιου είδους. Και έπειτα από όλα εκείνα τα θαυμαστά, τις φωνές, τις σάλπιγγες, τις αστραπές, και χάλκινο μοσχάρι κατασκεύασαν και στον Βεελφεγώρ θυσίασαν. Και πάλιν οι ίδιοι που ήσαν παρόντες τότε και είδαν τον Λάζαρο αναστημένο, τόσο μακριά κρατήθηκαν από το να πιστέψουν σ’ αυτόν που τα έκανε αυτά, ώστε και τον ίδιο επιχείρησαν συχνά να θανατώσουν. Άνκαι έβλεπαν με τα μάτια τους ανάσταση νεκρών, ήσαν τόσο πονηροί, γιατί απορείς που δεν δέχθηκαν τη φωνή που ακουόταν από τον ουρανό; Όταν είναι η ψυχή αχάριστη και διεστραμμένη και κατέχεται από την ασθένεια του φθόνου σε τίποτε απ’ αυτά δεν υποχωρεί. Όπως πάλιν όταν είναι ευγνώμων, τα δέχεται όλα με πίστη και δεν έχει μεγάλη ανάγκη απ’ αυτά.
Μη φέρεις λοιπόν την ένσταση αυτή ότι δεν πίστεψαν. Αλλά να επιζητείς εκείνο· αν δηλαδή δεν έγιναν όλα, όσα χρειάζονταν για να πιστέψουν. Γιατί για όλα όσα αφορούν σ’ αυτόν, ο Θεός αυτήν την απολογία κάνει διά του προφήτου. Επειδή οι Ιουδαίοι επρόκειτο να απολεσθούν και να παραδοθούν στην έσχατη τιμωρία, για να μη συκοφαντήσει κάποιος την πρόνοιά του λόγω της πονηρίας τους, λέει· «Τί έπρεπε να κάνω για το αμπέλι αυτό και δεν το έκανα;». Το ίδιο ακριβώς να προσέξεις και εδώ: Τί έπρεπε να γίνει και δεν έγινε; Και αν κάποτε δημιουργηθεί συζήτηση για την πρόνοια του Θεού χρησιμοποίησε αυτόν τον τρόπο υπερασπίσεως σ’ εκείνους, που επιχειρούν να την συκοφαντήσουν εξ αιτίας της κακίας των πολλών. Πρόσεξε λοιπόν τα παράδοξα που συμβαίνουν, ως πρόλογος των μελλοντικών· γιατί δεν ανοίγει παράδεισος, αλλά ουρανός. Αλλά για τους Ιουδαίους, θα μιλήσουμε σε άλλη ευκαιρία. Τώρα με τη βοήθεια του Θεού ας μιλήσουμε για τα γεγονότα της βαπτίσεως του Κυρίου.
«Και αφού βαπτίσθηκε ο Ιησούς αμέσως βγήκε από το νερό. Και να, άνοιξαν γι’ αυτόν οι ουρανοί». Για ποιό λόγο άνοιξαν οι ουρανοί; Για να μάθεις ότι, όταν και συ βαπτίζεσαι γίνεται το ίδιο. Σε καλεί ο Θεός στην ουράνια πατρίδα και θέλει να σε πείσει να μην έχεις κανένα κοινό με τη γη. Αν δεν βλέπεις, μην απιστήσεις. Γιατί πάντοτε ως προοίμιο παράδοξων και πνευματικών πραγμάτων γίνονται αισθητές εμφανίσεις και παρόμοια σημεία για όσους συμπεριφέρονται με ανοησία, και έχουν ανάγκη από αισθητές εμφανίσεις, και δεν μπορούν να σχηματίσουν καμμία έννοια για την ασώματη φύση, αλλά επιθυμούν πολύ μόνον τα ορατά. Και αν ακόμη δεν ακολουθήσουν τέτοια σημεία, να δεχθείς με πίστη όσα δηλώθηκαν από την αρχή. Και στην περίπτωση των Αποστόλων έγινε ήχος σφοδρού ανέμου και παρουσιάσθηκαν πύρινες γλώσσες κατά την Πεντηκοστή. Αυτό όμως δεν έγινε για τους Αποστόλους αλλά για τους παρευρισκόμενους Ιουδαίους. Αλλ’ όμως και αν δεν υπάρχουν αισθητά σημεία αποδεχόμαστε αυτά που έχουν δηλώσει από την αρχή. Γιατί και το περιστέρι γι’ αυτό παρουσιάσθηκε τότε, ώστε σαν δάκτυλο να δείξει στους παρόντες και τον Ιωάννη, τον Υιό του Θεού. Και όχι βεβαίως μόνο γι’ αυτό, αλλά για να μάθεις και συ ότι και πάνω σου έρχεται το Πνεύμα κατά την ώρα της βαπτίσεως.
3. Επομένως εμείς δεν έχουμε ανάγκη από ορατά σημεία, αλλά μας φθάνει για όλα η πίστη. Τα θαύματα δεν γίνονται για τους πιστούς αλλά για τους απίστους. Και γιατί, με την μορφή του περιστεριού; Γιατί είναι ήμερο ζώο και καθαρό. Επειδή λοιπόν και το Πνεύμα είναι πνεύμα πραότητας, γι’ αυτό εμφανίζεται σ’ αυτό. Εξ άλλου μας υπενθυμίζει και μία παλιά ιστορία. Όταν δηλαδή, κατά τον κατακλυσμό του Νώε, όλη η οικουμένη αντιμετώπισε ολοκληρωτική καταστροφή και το γένος μας κινδύνευσε ν’ αφανισθεί, εμφανίστηκε το πτηνό αυτό και φανέρωσε το τέλος της· κρατώντας στο ράμφος κλαδί ελιάς έφερε το χαρμόσυνο άγγελμα της κοινής γαλήνης της οικουμένης. Αυτά όλα αποτελούσαν προτύπωση των μελλοντικών. Τότε οι άνθρωποι ήσαν σε πολύ χειρότερη κατάσταση και ήσαν άξιοι πολύ μεγαλύτερης τιμωρίας. Για να μη φθάσεις λοιπόν σε απόγνωση, σου υπενθυμίζει την ιστορία εκείνη. Γιατί και τότε, που δεν υπήρχε ελπίδα για την κατάσταση, βρέθηκε λύση και επανόρθωση· τότε όμως με το μέσον της τιμωρίας, ενώ τώρα με τη χάρη και την άφατη δωρεά. Γι’ αυτό εμφανίζεται και το περιστέρι. Δεν κρατά κλαδί ελιάς αλλά μας δείχνει τον ελευθερωτή από όλα τα δεινά και μας δίνει αγαθές ελπίδες. Γιατί δεν βγάζει από την κιβωτό έναν άνθρωπο αλλά με την εμφάνισή του οδηγεί ολόκληρη την οικουμένη στον ουρανό, και δεν φέρνει ένα κλαδί ελιάς αλλά την υιοθεσία σ’ όλο το ανθρώπινο γένος.
Αφού κατάλαβες λοιπόν το μέγεθος της δωρεάς, μη νομίσεις τώρα ότι μειώνεται η αξία της, επειδή εμφανίσθηκε με τέτοια μορφή. Γιατί ακούω μερικούς να λένε ότι όση απόσταση υπάρχει μεταξύ ανθρώπου και περιστεριού άλλη τόση χωρίζει τον Χριστό από το Πνεύμα, επειδή ο μεν Χριστός φανερώθηκε με τη δική μας φύση, ενώ το Πνεύμα με την μορφή του περιστεριού. Τί έχουμε λοιπόν να απαντήσουμε σ’ αυτά; Ότι ο Υιός του Θεού πήρε την ανθρώπινη φύση, ενώ το Πνεύμα δεν πήρε τη φύση του περιστεριού. Γι’ αυτό και ο Ευαγγελιστής δεν είπε «με τη φύση του περιστεριού» αλλά «με τη μορφή του περιστεριού». Ούτε έπειτα από το γεγονός αυτό εμφανίσθηκε με αυτήν τη μορφή, αλλά μόνον τότε. Εάν νομίζεις ότι γι’ αυτό το λόγο είναι μικρότερης αξίας, θα βρεθούν σύμφωνα μ’ αυτή τη λογική και τα Χερουβίμ πολύ ανώτερά του, όσον ο αετός από το περιστέρι, επειδή και αυτά έλαβαν την μορφή αυτή. Αλλά και οι άγγελοι πάλιν πολύ ανώτεροι, διότι συχνά εμφανίστηκαν με μορφή ανθρώπων. Αλλ’ αυτά βέβαια δεν είναι καθόλου ορθά. Η αλήθεια είναι διαφορετικό πράγμα από την οικονομία και η συγκατάβαση από μία πρόσκαιρη εμφάνιση.
Μη γίνεις λοιπόν αχάριστος προς τον ευεργέτη και μη αποδίδεις τα αντίθετα από ό,τι πρέπει σ’ εκείνον που σου χάρισε την πηγή της μακαριότητας. Όπου υπάρχει η τιμή της υιοθεσίας, εκεί γίνεται η εξάλειψη του κακού και η προσφορά όλων των αγαθών. Γι’ αυτό ακριβώς σταματά να γίνεται το ιουδαϊκό βάπτισμα και αρχίζει το δικό μας. Και συμβαίνει στο βάπτισμα ό,τι συνέβη και στο Πάσχα. Σ’ αυτό δηλαδή, αφού εκπλήρωσε και τα δύο, σταμάτησε το ένα και εγκαινίασε το άλλο. Και εδώ αφού εκπλήρωσε το ιουδαϊκό βάπτισμα, ανοίγει συγχρόνως και τις θύρες του βαπτίσματος της εκκλησίας, όπως σ’ ένα τραπέζι τότε, έτσι τώρα σ’ ένα ποταμό υπογράμμισε και την σκιά αλλά πρόσθεσε και την αλήθεια. Γιατί τη χάρη του Πνεύματος την έχει αυτό μόνο το βάπτισμα, ενώ το βάπτισμα του Ιωάννη ήταν άμοιρο της δωρεάς αυτής. Και γι’ αυτό στους άλλους βαπτιζόμενους δεν συνέβη τίποτε παρόμοιο αλλά σ’ αυτόν μόνο, ο οποίος επρόκειτο να το παραδώσει. Κοντά στα άλλα που είπαμε μάθε και τούτο· δεν είναι η καθαρότητα του βαπτίσματος που το κοτώρθωσε αυτό αλλά η δύναμη εκείνου που βαπτιζόταν. Τότε λοιπόν άνοιξαν και οι ουρανοί και το Πνεύμα στάθηκε πάνω του. Από τον παλαιό λοιπόν τρόπο ζωής μας βγάζει στον νέο, ανοίγοντας για χάρη μας και τις πύλες του ουρανού και αποστέλλοντας το Πνεύμα, που μας καλεί στην πατρίδα μας εκεί. Και δεν μας καλεί απλώς, αλλά, με την μεγαλύτερη τιμή. Γιατί δεν μας έκανε αγγέλους και αρχαγγέλους, αλλά, μας ανέδειξε υιούς Θεού και αγαπητούς του και έτσι μας ελκύει προς την κληρονομία εκείνη.
4. Στοχάσου τα λοιπόν όλα αυτά και παρουσίασε ζωή αντάξια της ζωής στους ουρανούς και της τιμής που σου δόθηκε. Αφού σταυρωθείς για τον κόσμο και αφού σταυρώσεις τον εαυτόν σου για το συμφέρον σου, ζήσε με κάθε ακρίβεια τη ζωή των ουρανών. Και μη νομίσεις επειδή το σώμα σου δεν μετατοπίσθηκε προς τους ουρανούς, ότι έχεις κάτι κοινό προς την γη, γιατί η κεφαλή σου είναι τοποθετημένη ψηλά. Και γι’ αυτό, αφού προηγουμένως ήλθε ο Δεσπότης εδώ και αφού έφερε τους αγγέλους, τότε σε πήρε και πήγε εκεί, για να μάθεις ότι και πριν την άνοδό σου προς τα εκεί, σου είναι δυνατόν να ζεις στη γη σαν να είναι ουρανός.
Ας κρατήσουμε την ευγένειά μας που μας δόθηκε από την αρχή και ας επιζητούμε καθημερινά τα εκεί ανάκτορα και ας θεωρούμε ότι όλα τα εδώ είναι σκιά και όνειρο. Γιατί ούτε αν κάποιος από τους επίγειους βασιλείς σε έπαιρνε από την φτώχεια σου και την επαιτεία και σε έκανε ξαφνικά υιόν του, θα σκεφτόσουν πια την καλύβη και την μηδαμινότητά της· άνκαι η διαφορά μεταξύ τους δεν είναι μεγάλη. Μήτε στην περίπτωση αυτή να σκέφτεσαι κάτι από τα προηγούμενα. Γιατί κλήθηκες για πολύ μεγαλύτερα. Και αυτός που σε καλεί, είναι ο Κύριος των αγγέλων και τα προσφερόμενα αγαθά υπερβαίνουν κάθε λόγο και κάθε σκέψη. Γιατί δεν σε μεταφέρει από ένα μέρος της γης σε άλλο, όπως ο βασιλεύς, αλλά από τη γη στον ουρανό, από φύση θνητή σε αθάνατη και σε δόξα απερίγραπτη, που τότε μόνο μπορεί να τήν καταλάβουμε, όταν την απολαύσουμε.
Σε τέτοια λοιπόν αγαθά ενώ πρόκειται να βρεθείς, μου αναφέρεις τα χρήματα και κρατάς με δύναμη τις φαντασίες του κόσμου; Και δεν καταλαβαίνεις ότι όλα όσα βλέπουμε είναι κατώτερα από τα κουρέλια του ζητιάνου; Πώς θα φανείς αντάξιος της τιμής αυτής; Και ποιά απολογία θα δώσεις ή μάλλον ποιά τιμωρία δεν θα υποστείς, όταν έπειτα από τόση δωρεά ξαναγυρίζεις στη παλιά σου αμαρτωλή ζωή; Δεν τιμωρείσαι ως άνθρωπος μόνον αλλά ως υιός του Θεού που αμάρτησες και γίνεται το μέγεθος της τιμής αφορμή μεγαλύτερης τιμωρίας. Και εμείς τιμωρούμε τους δούλους που σφάλλουν και τους υιούς μας που κάνουν το ίδιο παράπτωμα και μάλιστα όταν τύχει να έχουν δεχθεί μεγάλες ευεργεσίες από μας. Εάν δηλαδή αυτός που βρισκόταν στον παράδεισο υπέστη τόσα δεινά μετά από τόση τιμή εξ αίτιας μιας παρακοής, εμείς που κερδίσαμε τον ουρανό και γίναμε συγκληρονόμοι με τον Μονογενή του, ποιά συγχώρηση θα έχουμε, αφού τρέχουμε στον «όφιν» δηλ. το διάβολο, μετά την εμφάνιση του περιστεριού; Δεν θα ακούσουμε πλέον εκείνα τα προηγούμενα· «Γη είσαι και στη γη θα επιστρέψεις» ή «να καλλιεργείς την γη» αλλά θα ακούσουμε τα πολύ βαρύτερα απ’ αυτά, το σκότος το εξώτερο, τα άλυτα δεσμά, το ιοβόλο σκουλήκι, τα κτυπήματα των δοντιών. Και πολύ σωστά. Γιατί αυτός που δεν έγινε καλύτερος ούτε με τόσο μεγάλη ευεργεσία, θα υποστεί δικαίως την έσχατη και βαρύτερη ποινή.
Άνοιξε κάποτε ο Ηλίας και έκλεισε τον ουρανό αλλά μόνο για να προξενήσει τη βροχή και να τη σταματήσει. Δεν ανοίγει όμως κατ’ αυτό τον τρόπο για σένα ο ουρανός αλλά για να ανέβεις εκεί· και το σπουδαιότερο, όχι μόνον για να ανέβεις αλλά να ανεβάσεις και άλλους, αν θελήσεις. Τόσα δικαιώματα και εξουσία σου έδωκε σ’ όλα τα δικά του.
Αφού λοιπόν το σπίτι μας είναι εκεί, εκεί ας τα τοποθετήσουμε όλα και ας μην αφήσουμε τίποτε εδώ, για να μην τα χάσουμε. Εδώ αν χρησιμοποιήσεις κλειδαριά, αν βάλεις πόρτες και σιδεριές, αν τοποθετήσεις πολλούς δούλους και εξουδετερώσεις όλους τους κακούργους, αν ξεφύγεις τα μάτια των φθονερών, το σαράκι, τη φθορά που προκαλεί ο χρόνος – πράγμα αδύνατο – τον θάνατο βέβαια δεν θα τον αποφύγεις ποτέ αλλά θα τα χάσεις όλα σε μία στιγμή. Και δεν θα τα χάσεις μόνον, αλλά πολλές φορές θα πέσουν στα χέρια των έχθρων σου. Αν όμως τα εξασφαλίσεις στο σπίτι εκείνο, θα είσαι ανώτερος απ’ όλα. Δεν θα χρειαστείς ούτε κλειδαριά, ούτε πόρτες ούτε σιδεριές. Τέτοια είναι η ασφάλεια της πόλεως εκείνης, τόσο απόρθητο είναι το μέρος εκείνο και απαραβίαστο από κάθε καταστροφή και πονηρό τέχνασμα.
5. Δεν είναι λοιπόν η μεγαλύτερη ανοησία να τα μαζεύεις όλα εκεί, που χάνονται και καταστρέφονται; Ενώ εκεί που παραμένουν ανέπαφα και αυξάνονται, να μη καταθέτουμε ούτε το ελάχιστο και μάλιστα ενώ πρόκειται να ζήσουμε ολόκληρη την αιωνιότητα; Γι’ αυτό οι άπιστοι δυσπιστούν στα λεγόμενά μας. Την απόδειξη επιθυμούν να την έχουν όχι από ό,τι λέμε αλλά από ό,τι κάνουμε. Και όταν μας δουν να κτίζουμε πλούσια σπίτια, να φτιάχνουμε κήπους και λουτρά και να αγοράζουμε κτήματα, δεν θέλουν να πιστέψουν ότι προετοιμαζόμαστε για αναχώρηση σε άλλη πόλη. Αν ήταν έτσι, λένε, θα εξαργύρωναν όλα τα εδώ και θα τα κατέθεταν εκεί. Η σκέψη τους αυτή προέρχεται από τα συμβαίνοντα εδώ. Βλέπουμε βέβαια ότι οι πολύ εύποροι αποκτούν σπίτια και αγρούς και όλα τα άλλα σ’ εκείνες τις πόλεις που πρόκειται να εγκατασταθούν. Εμείς όμως κάνομε το αντίθετο. Την μεν γη, που εντός ολίγου πρόκειται να εγκαταλείψουμε, την εξασφαλίζουμε με πολλή λαχτάρα και όχι μόνο χρήματα δεν δίνουμε αλλά θυσιάζουμε και αυτό το αίμα μας για λίγα στρέμματα και σπίτια. Για να εξασφαλίσουμε όμως τον ουρανό δεν ανεχόμαστε να δώσουμε ούτε όσα μας είναι άχρηστα και μάλιστα ενώ πρόκειται να τον αγοράσουμε σε χαμηλή τιμή και να τον έχουμε πάντοτε, αν βεβαίως τον αγοράσουμε. Γι’ αυτό θα υποστούμε την έσχατη τιμωρία, πηγαίνοντας εκεί γυμνοί και φτωχοί. Και δεν θα υποφέρουμε τις αθεράπευτες εκείνες συμφορές εξ αίτιας της δικής μας φτώχειας, αλλά για το ότι κάνουμε και τους άλλους φτωχούς. Όταν δουν οι άπιστοι να δείχνουν τόσον ενδιαφέρον σ’ αυτά τα πράγματα άνθρωποι, που αξιώθηκαν τόσων μεγάλων μυστηρίων, πολύ περισσότερο θα προσκολληθούν οι ίδιοι στα παρόντα. Συνεπώς και απ’ αυτό πολλή φωτιά, δηλ. τιμωρίες, θα μαζέψουμε πάνω μας. Γιατί όταν εμείς που οφείλουμε να τους διδάσκουμε να περιφρονούν όλα τα πρόσκαιρα, οι ίδιοι περισσότερο από όλους τους άλλους τους δημιουργούμε την επιθυμία γι’ αυτά, τότε πώς θα μπορέσουμε να σωθούμε, όταν μας βαρύνουν οι ευθύνες για την απώλεια άλλων; Δεν ακούς τον Χριστό που λέει ότι μας άφησε σ’ αυτό τον κόσμο, για να είμαστε το άλας και το φως και να συγκρατούμε όσους παρασύρονται από τις απολαύσεις, να φωτίζουμε δε όσους σκοτίζονται από τη μέριμνα των χρημάτων; Όταν λοιπόν τους σπρώχνουμε περισσότερο μέσα στο σκοτάδι και την ματαιότητα, ποιά ελπίδα σωτηρίας μας απομένει; Δεν υπάρχει καμμία. Αλλά με θρήνους και με δόντια να κτυπούν και με δεμένα χέρια και πόδια, θα καταλήξουμε στη φωτιά της γεέννης, αφού μας παρασύρουν οι φροντίδες του πλούτου. Ας τα σκεφθούμε λοιπόν όλα αυτά και ας συντρίψουμε τα δεσμά αυτής της απάτης, για να μη παρασυρθούμε σ’ εκείνα που μας παραδίδουν στο αιώνιο πυρ. Όποιος είναι δούλος των χρημάτων, θα είναι υπεύθυνος πάντοτε και για τις εδώ και για τις εκεί αλυσίδες. Όποιος όμως είναι απαλλαγμένος απ’ αυτή την επιθυμία θα πετύχει και την μία και την άλλη ελευθερία. Για να την κερδίσουμε και εμείς, αφού συντρίψουμε το βαρύ ζυγό της φιλοχρηματίας, ας ετοιμάσουμε τον εαυτό μας για το ταξίδι προς τον ουρανό με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Σ΄ αυτόν ανήκει η δόξα και η δύναμη στους ατελεύτητους αιώνες. ‘Αμήν.
( Ι. Χρυσοστόμου, Υπόμνημα εις το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, Ομιλία ΙΒ΄ Ε.Π.Ε τ. 9. σ. 383- 405. Επεξεργασία της μεταφράσεως, Α.Χ. Θεολόγος).